Του φίλου μου
Ηλία Πετρόπουλου

Ο Αντώνης Καλογήρου παρουσίασε στο περιοδικό ΓΕΩ (14-10-2000) τα Βαρόσια της Έδεσσας και των Τρικάλων, μη ξέροντας πως βαρόσια υπήρχαν γύρω σε πολλές πόλεις. Επιπλέον, ο Καλογήρου αγνοεί τη σημασία της λέξης βαρόσι, η οποία είναι τουρκικής καταγωγής και όχι περσικής, όπως ισχυρίζεται αυτός ο κύριος.

Η τουρκική λέξη varos σημαίνει: προάστιο, οικισμός εκτός τειχών, μαχαλάς που βρίσκεται έξω από το κάστρο. Σύμφωνα με τα τούρκικα ετυμολογικά λεξικά η λέξη varos είναι ουγγαρέζικης καταγωγής. Η τούρκικη λέξη πέρασε και στη γλώσσα μας: βαρόσι βαρώσι βαρούσι.

Ωστόσο, είχαμε και το συνώνυμο ξώκαστρο, εξ ου το ξωκαστρίτης. Πρόκειται για το ταυτόσημο γαλλικό faubourg που ο Π. Ζάννας προσπάθησε, ανεπιτυχώς να το καθιερώσει στα ελληνικά. Στο κάστρο εκάστης πόλεως κατοικούσαν μόνον τούρκοι και, κατ’ εξαίρεσιν, εβραίοι. Το βαρόσι, σαν εθνο-πολεοδομικό φαινόμενο, παρουσιαζότανε και σε χωριά. Σ’ αυτή την περίπτωση μιλάγανε για καλύβια, λέξη που επιζεί σαν τοπονυμικό. Η λέξη βαρόσι διασώθηκε ως επώνυμο: Βαρόσης.

Η λέξη κασαμπάς δηλώνει την εντός τειχών πόλη, τη συνοικία ενός κάστρου. Το ίδιο σημαίνει το τούρκικο kasaba, λέξη δανεισμένη από τα αραβικά. Ως γνωστόν, κάθε πόλη του Μαγρέμπ διαθέτει την Κάσμπα της.

Κάθε πύλη είχε πολλές γειτονιές. Συχνά οι γειτονιές είχαν δυο τρεις ονομασίες, γιατί αλλιώς την αποκαλούσαν οι τούρκοι, αλλιώς οι έλληνες, αλλιώς οι εβραίοι κτλ. Έτσι, η εξακρίβωση και ταύτιση των μαχαλάδων της πολυεθνικής Παλιάς Σαλονίκης παρουσιάζει, σήμερα, ανυπέρβλητες δυσκολίες. Πολύ περισσότερο που η εθνικιστική τακτική του Ελληνικού Κράτους διέγραψε τα ξένα ονόματα των μαχαλάδων (π.χ. τα Βουργάρικα της Σαλονίκης, τα Βουργάρικα του Πειραιά και άλλα πολλά).

Η λέξη μαχαλάς προήλθε από το ταυτόσημο τούρκικο mahalle (πληθυντικός mahallat) και το σχετικό του mahal. Βέβαια, το mahal είναι αραβική λέξη, που σημαίνει: τόπος, μέρος, συνοικία με μαγαζιά. Και φαίνεται πως το mahal συγγενεύει με το hulul (: είσοδος, εσωτερική δίοδος, διείσδυση). Η τουρκική λέξη dis-mahalle δηλώνει τον εκτός τειχών συνοικισμό, το βαρόσι. Από τη λέξη μαχαλάς έχουμε τα παράγωγα: μαχαλιώτης (στα τούρκικα mahalleli), σπιτομαχαλάς (Πέτρος Βλαστός) και μαχαλόμαγκας.

Οι λέξεις βαρόσι και κασαμπάς ανήκουν στο παρελθόν. Η λέξη μαχαλάς σιγοσβήνει. Κάπου υφίσταται το τοπονυμικό Μαχαλάς, όπως υφίστανται οι μαχαλάδες των τραγουδιών της Σμύρνης.

Οι τρεις αυτές λέξεις σπανίζουν στα λεξικά μας. Ο Ανδριώτης διαθέτει λήμμα μόνον για τη λέξη μαχαλάς. Ο Μπαμπινιώτης τον αντιγράφει τυφλά. Φαίνεται πως, οι λέξεις βαρόσι – κασαμπάς – μαχαλάς δεν κυκλοφορούσαν στα Επτάνησα και στην Κρήτη. Δεν τις βρίσκω στα λεξικά του Ζώη, του Σκιαδαρέση, του Πιτυκάκη. Ούτε στο ηπειρώτικο γλωσσάριο του Αραβαντινού. Αντιθέτως, υπάρχουν οι κυπριώτικες λέξεις βαρώσι (προάστιο), κασαπάς (πόλη) και μαχαλλάς (συνοικία) στο λεξικάκι του Γιαγκουλλή. Ο Μακρυγιάννης εχρησιμοποίησε κανα-δυο φορές τη λέξη μαχαλάς.

Στο επιμελές γλωσσάριο του Καραποτόσογλου, με λέξεις από το έργο του Παπαδιαμάντη, δεν εντοπίζω κάτι που να σχετίζεται με το θέμα αυτού του άρθρου. Τέλος, ο ανεκτίμητος Βλαστός, στη § Γειτονιά, αναφέρει κάποια συνώνυμα: μαχαλάς σπιτομαχαλάς συνοικία ενορία φτωχογειτονιά.
Επιμέλεια Ν.Γ.

(844)