Του +Δημ. Αθανασιάδη
Δικηγόρου – Ιστοριοδίφη

 

Η προς τα δένδρα αγάπη διέκρινε πάντοτε τους Τριπολίτας. Και η εγκαλλώπισις δια δένδρων της πόλεως υπήρξεν από τας σοβαρωτέρας αυτών ενασχολήσεις. Είναι πλάνη λοιπόν να πιστεύωμεν πως ο φιλοδενδρισμός της Τριπόλεως χρονολογείται από της εποχής μας. Είναι τούτο πλάνη.

Κατά τους χρόνους της δουλείας γύρωθεν της πόλεως υπήρχον εξωκκλήσια και μονίδρια κατάφυτα από πλουσίαν δασικήν βλάστησιν: ο Άγιος Νικόλαος, ο Άγιος Αθανάσιος, ο Άγιος Ευθύμιος διασώζων εισέτι την βυζαντινήν μορφήν του και η Κάρτζοβα εις τους τοίχους της σημερινής εκκλησίας της οποίας ευρίσκεται εντειχισμένη παλαιά μικρά πλαξ με την χρονολογίαν 1774. Η Πηγή δε και ολόκληρος η έκτασις από του Αγ. Νικολάου προς τα ύπερθεν αυτής πρόβουνα του Μαινάλου, τον Αγ. Θεόδωρον και Αγ. Βλάσην ήτο κατάφυτος από θαλλερά δάση, πυρποληθέντα υπό των ημετέρων όταν ο Τζεζάερλη Γατζή Χασάν Καπετάν Πασάς ο επιλεγόμενος Μουστάκας εκάλεσε τους αρματωλούς της Πελοποννήσου υπό τον Κωνσταντίνον Κολοκοτρώνην, πατέρα του Θεοδώρου, εις καταδίωξιν των Αλβανών αποβάντων τρομεράς μάστιγος κατά της Τουρκικής Διοικήσεως μετά την επανάστασιν του Ορλώφ. Δια των κεφαλών των απαισίων εκείνων Αλβανών επυργώθη κατά διαταγήν του Πασά περί την οικίαν Χατζή-Χρίστου πυραμίς διασχιζομένη εις δύο κορυφάς και αποκληθείσα «Στρέμμα» δια την έκτασιν της  βάσεως αυτής. Οι γύρωθεν ούτω της πόλεως βραχώδεις λόφοι απέβησαν βράχοι ξηροί, απεψιλωμένοι και αιχμηροί.

Ο φιλέλλην γάλλος αξιωματικός Ραϋμπώ ο παρευρεθείς κατά την άλωσιν της Τριπόλεως και ενεργόν λαβών μέρος εις ταύτην, περιγράφων το στρατόπεδον των πολιορκητών, εκτεινόμενον γύρωθεν του τείχους επί των ξηρών εκείνων και γυμνών βράχων, δίδει εν τούτοις γραφικήν εικόνα της πολιορκουμένης πόλεως και του φρουρίου αυτής, ανάμεσα του οποίου το πράσινον χρώμα των εγκατεσπαρμένων Τουρκικών σκηνών συνεχέετο με το πράσινο των συστάδων των δένδρων, εξ ών επρόβαλον υπερήφανοι μιναρέδες και μεγαλόπρεποι τρούλοι Τουρκικών τεμενών.

Προ αυτού ο Πουκεβίλλ μνημονεύει το πολυθόρυβον παζάρι της Τριπολιτσάς σκιαζόμενον από πλατάνους και αιωνόβια δένδρα. Το «Παζάρι με τα δένδρα» ως τα απεικονίζει εις σχεδιάγραμμα του ο Πουκεβίλλ, εξετείνετο εντεύθεν και εκείθεν ενός μεγαλοπρεπούς τεμένους από του Αγ. Βασιλείου και της Κεντρικής Πλατείας έως τον Νέον Δημήτριον. Του τεμένους τούτου κατά την εκσκαφήν της τάφρου των νέων υπονόμων προ καιρού, ανεγνωρίσαμεν ογκώδη ίχνη των θεμελίων του διατρεχόντων ελλειψοειδώς από της ΒΑ γωνίας του Αγ. Βασιλείου. Μεταξύ των δένδρων εκείνων και πλησίον του μεγάρου Μαλλούχου κατά την παράδοσιν, εφύετο και ο περίφημος πλάτανος, εις τον οποίον οι Τούρκοι απηγχόνιζον τους δυστυχείς ραγιάδες και εκρέμων τας κεφαλάς των ανυποτάκτων κλεφτών. Τον πλάτανον τούτον κατά την είσοδον του μετά την άλωσιν εις την Τρίπολιν διέταξε να καταρρίψουν ο Κολοκοτρώνης, μη δυνάμενος να βλέπη, ως διηγήθη εις τον Τερτσέτην, υψουμένην την αγχόνην τόσων και τόσων μελών της γεννηάς του.

dkstr

Άλλο δένδρον συνδεόμενον με την ιστορίαν της πόλεως, καί εις το οποίον στρέφομεν με συγκίνησιν την μνήμην μας, υπήρξεν το περίφημον Λεύκο έξωθεν της Πύλης Καλαβρύτων, κάτωθεν του οποίου μετά την άλωσιν και κατά την παραμονήν του ενταύθα ο Κολοκοτρώνης εξερχόμενος των τειχών, εδημηγόρει προς τους γύρωθεν αυτού συνηγμένους Τριπολίτας. Απόγονος του Λεύκου εκείνου εβλάστανε μέχρις εσχάτων εις την ιδίαν περίπου θέσιν πλησίον του φρέατος της προγονικής οικίας της οικογενείας Σούμα. Ατυχώς ουδείς ημών των μεταγενεστέρων εσκέφθη την διαιώνισιν του Λεύκου εκείνου, και την διαμόρφωσιν της περιοχής του, διασωζομένου μέχρι του 1842 ότε επί του δευτέρου Δημάρχου Τριπόλεως Βασ. Χρηστακοπούλου «ενεκρίθη δαπάνη του Δημοτικού ταμείου και δια προσφοράς των παροδίων πολιτών η κατασκευή, από της οικίας Δριγούρη (Ιωάν. Μπακοπούλου) μέχρι του προς την πύλην Καλαβρύτων Λεύκου, της Λεωφόρου Καλαβρύτων», ως απεκαλείτο τότε η νύν οδός Αγ. Βαρβάρας.

Το θρυλικόν επίσης Σεράγιον, εις το οποίον εξενίσθη επί Βελή-πασά ο Βύρων και τόσοι και τόσοι άλλοι διάσημοι περιηγηταί και φιλέλληνες επισκεπτόμενοι τον Μορεάν και την Τριπολιτζά, περιεβάλετο φαίνεται και εκείνο από κήπους θαλλερούς και δένδρα, υπό την σκιάν των οποίων και τον ψίθυρον διεσκέδαζον την πλήξιν και την ανίαν τους αι περικαλλείς χανούμισσαι και οδαλίσκαι των χαρεμίων, ανεγειρομένων προς την ΒΑ άκραν της σημερινής περιοχής της πλατείας του Άρεως. Πολυάριθμοι κρήναι ήρδευον τους κήπους του Σεραγίου και ολόκληρον την πόλιν, και φρέατα, των οποίων το ύδωρ ήτο αποκρουστικόν και ανούσιον. Εις ένα των ανωτέρω κήπων μετά την άλωσιν και την πυρκαϊάν του Σεραγίου απεχωρίσθησαν δια σχοινίου αι υπερήφανοι γυναίκες του Χουρσίτ, η ώριμος πλήν θελκτικοτάτη Εσμέ, πρώτη σύζυγος του πασιά, η Χατζίτζα, η Φατιμέ, η Αϊσέ μετά μακράς ακολουθίας κατά τον Βάντικτων, τεθείσαι υπό την φύλαξιν του Αναγνωσταρά.

OLYMPUS DIGITAL CAMERAΕκείθεν των χαρεμίων και έξωθεν του τείχους εξετείνοντο προς του Μπασιάκου, του Μαντζαγρά και τους Αγ. Αποστόλους, τα λειβάδια και οι λειμώνες του Πασιά, εις τους οποίους εξήρχοντο δια της μικράς πύλης του Σεραγίου. Της αφθόνου εκείνης πόας των λειμώνων υπόλειμμα διεσώθη και ο περίφημος «Βελουδένιος Δρόμος» προς την Βολιμήν, όστις υπήρξεν εις τους κατοπινούς χρόνους ο προσφιλής περίπατος των Τριπολιτών, οίτινες την δίψαν του περιπάτου έσβυνον με το εντόπιον ρακί και το ύδωρ του ομωνύμου φρέατος, αναπαυόμενοι εις το μικρόν εξοχικόν αναψυκτήριον «Παυσίλυπον» όπερ διετήρει συμπολίτης τις Κολώκας.

Μετά την άλωσιν της Τριπολιτζάς εξερράγησαν οι εμφύλιοι σπαραγμοί, οίτινες μόλις επέτρεψαν εις τους νέους κατοίκους της πόλεως να σκεφθώσι δια την διάδοσιν των δένδρων και την διάσωσιν των υπολειφθέντων, ότε επήλθεν ως θεομηνία η επιδρομή του Ιμβραϊμ.

Της ολοσχερούς καταστροφής της πόλεως, τρίτης από το 1715 και της επαναστάσεως του Ορλώφ, προηγήθησαν αι τρομεραί δηώσεις και αι ανηλεείς δενδροτομίαι της χώρας υπό των Αιγυπτίων, εκ των οποίων αναμφισβητήτως υπέφερεν και η κατακαϋμένη η Ντροπολιτζά.

Οι Ενετοί προ της δευτέρας κατακτήσεως του Μορέως, οίτινες κατεσκεύσασαν και το υδραγωγείον των Κήπων, ήγειρον δε και ανάκτορον παρά την πλατείαν του Άρεως δια θερινήν διαμονήν του εν Ναυπλίω Προνοητού Αντωνίου Λορεντάνο, ως αναφέρει ο Ντέ Μπρού, θα επεριποιήθησαν βεβαίως τα δένδρα και θα εδίδαξαν εις τους κατοίκους την αγάπην προς την βλάστησιν. Εν τούτοις, ως είπομεν, ουδέν απέμεινεν εις την ερημωθείσαν πόλιν υπό του Ιμβραϊμ.

Ο Καποδίστριας κατήρτισε μετά την απελευθέρωσιν πρόγραμμα αναδασώσεως της χώρας και εποικισμού αυτής, στρέψας την προσοχήν του εις την διάλυσιν των μικρών χωρίων και συνοικισμών, που απέβαινον δια των εκχερσώσεων και των ξυλεύσεων αληθής μάστιξ των δένδρων και των δασών εις ευρυτέραν σφαίραν.

Πλήν την πρωτοβουλίαν των δενδροφυτειών ως συμπλήρωμα του καλλωπισμού των πόλεων ανέλαβον οι Δήμοι μετά την κατά το 1835 εφαρμογήν του από 27 Δ)βρίου 1833 «περί συστάσεως των Δήμων» Νόμου επί Όθωνος.

Πρώτος Δήμαρχος Τριπόλεως ανεδείχθη ο Ιωάννης ή Γιαννάκος Πετρινός, αδελφός του πάππου του τέως Δημάρχου κ. Θεοδώρου Πετρινού, όστις ήρξατο εφαρμόζων συστηματικώτερον και ευρύτερον το επί Καποδιστρίου συνταχθέν σχέδιον της πόλεως υπό των μηχανικών Βούλγαρη και Γκαρνώ και όστις αγρίως κατεδίωξε τας δενδροφθοράς. Επί της δημαρχίας δε τούτου δις εκλεγέντος Δημάρχου, πολλά δένδρα εφυτεύθησαν πέριξ της Κεντρικής Πλατείας, πλάτανοι και λεύκαι, και κατά την παράδοσιν και ο διασωζόμενος μεγαλοπρεπής εν αυτή πλάτανος, τον οποίον εις τα βρεφικά του έτη επότιζε και επεριποιείτο η μήτηρ του μακαρίτου συμπολίτου Γεωργίου Συλλιμνιώτη, κόρη του ποτέ Γεωργ. Πανοπούλου του επονομαζομένου Ποντίκη εμβολιαστού και μεταξύ των πρώτων Δημοτικών Συμβούλων της Τριπόλεως, όστις υπήρξεν ο ιδιοκτήτης του γειτονικού εις την πλάτανον ακινήτου, ένθα νυν τα καταστήματα του Βασ. Μανιάτη.

Έκτοτε ήρξατο συστηματική η προστασία των δένδρων εν Τριπόλει, φιλοτιμουμένων εκ παραλλήλου και των κατοίκων εις ποικίλην δενδροφύτευσιν των κήπων των και εισαγωγήν νέων ειδών δένδρων. Απεθαύμαζε δε είτα επί μακρά έτη ο επισκέπτης ανερχόμενος εις την Μεγάλην Τάπιαν το λαμπρόν θέαμα της καταφύτου και ολοπρασίνης πόλεως από την Εσπλανάντ της Δεξαμενής.

Την δράσιν του Ιωάν. Πετρινού, ως από συνθήματος και αγάπης προς την πόλιν, συνέχισαν διαδοχικώς και οι κατόπιν Δήμαρχοι, αναγράφοντες κονδύλια εις τους προϋπολογισμούς του Δήμου «δι’αποξήρανσιν λάκκων, πρόσχωσιν των καθ’οδόν εν ερειπίοις φρεάτων, κατασκευήν οδών και εξομάλυνσιν πλατειών, καθαρισμόν οχετών, επιδιόρθωσιν βρύσεων και ίνα διασωθώσι τα υπάρχοντα δένδρα και φυτευθώσι και άλλα» η «δια δενδροφυτείαν εις τας οδούς και πλατείας».

Εις τα 1851 Δημαρχούντος του Αθαν. Γρηγοροπούλου εγγράφεται πίστωσις δια την ισοπέδωσιν και εμφύτευσιν δένδρων εις την μεταξύ του Καποδιστριακού σχολείου και της νυν αγοράς, ηρειπωμένου τότε τζαμίου, πλατείαν δρχ. 150, πάντες δε ενθυμούμεθα τα ωραία λεύκα της πλατείας εκείνης, άτινα απέκοψαν ακαλλαίσθητοι δημαρχιακαί χείρες μετά την ανέγερσιν του «Μαλλιαροπουλείου» δια να φυτευθώσι τα άσχημα την θέαν και στρεβλά πεύκα.

Συγχρόνως όμως, ότι επαναλαμβάνεται και σήμερον, δεν έλειψε και η μέριμνα δια τα εξωκκλήσια. Ο Δήμαρχος Δημ. Γαλανόπουλος, ο ιδεώδης εκείνος άρχων και ιδρυτής του Καθολικού Σχολείου του σημερινού Μαντζουνείου, παρέχει το 1856 πίστωσιν όπως ληφθή πρόνοια δια την διατήρησιν, διάσωσιν, προφύλαξιν, καλλιέργειαν και δενδροφύτευσιν των εκκλησιδίων του Δήμου. Έκτοτε χρονολογείται και η στοργή προς τα εξωκκλήσια και αναδάσωσις αυτών και η δενδροφύτευσις του Αγ. Ιωάννου του Θάνα εις τον οποίον κατέφευγον προς διημέρευσιν και ψυχαγωγίαν οι κάτοικοι, ως την μόνην της πόλεως εξοχήν.

Η φιλοδενρική όμως κίνησις των χρόνων εκείνων, αν και δεν υπήρξεν ωργανωμένη, δεν εκινείτο, εν τούτοις άνευ προγράμματος εική και ως έτυχεν. Ήδη από του Μαρτίου του 1842 ότε ανεδείχθη Δήμαρχος ο Βασιλ. Χρηστακόπουλος το Δημοτ. Συμβούλιον Τριπόλεως διώρισε πενταμελή επιτροπήν, αποτελουμένην εκ των αειμνήστων ημών συμπολιτών Αλεξάνδρ. Αλεξανδροπούλου, Παναγιώτου Σπορίδου, Παναγ. Θεοδωροπούλου και Ιωάν. Σκάγιαννη, εις ούς ανετέθη η μελέτη του καλλωπισμού της πόλεως, αφέθη δε εις τον Δήμαρχον η πρωτοβουλία της διαγραφής των καθηκόντων και της δράσεως αυτής.

Το πρόγραμμα της Επιτροπής ταύτης και τας παραδόσεις ηκολούθησαν κατόπιν, ως είπομεν, και οι επόμενοι Δήμαρχοι διαμορφούντες και δενδροφυτεύοντες την πόλιν. Έτυχον δε προς επίτευξιν των προσπαθειών των και της βοηθείας διαφόρων κοινωφελών ανδρών, μεταξύ των οποίων διεκρίθη δια την φιλοπόλιδα και ακαταπόνητον δράσιν του ο Σωτήριος Δ. Λαγοπάτης, εκ της γνωστής πατριαρχικής οικογενείας της Τριπόλεως, όστις Επιστάτης διωρισμένος των ενταύθα Ποινικών Φυλακών επί μακρά έτη, προσέφερε πραγματικάς υπηρεσίας εις τον Δήμον «υπό αισθήματος φιλοκαλίας και φιλοπατρίας», ως διαλαμβάνει ειδικόν υπέρ αυτού ψήφισμα του Δημοτ. Συμβουλίου εκδοθέν τη 8 Απριλίου 1858 επί Δημάρχου Δημ. Γαλανοπούλου. Δια του ψηφίσματος τούτου το Δ.Σ εκφράζει προς τον Σ. Λαγοπάτην «την πλήρη ευγνωμοσύνην και τας ευχαριστίας του Δήμου δια τον καλλωπισμόν και την πρόοδον της πόλεως και διότι προς τη ευσυνειδήτω εκπληρώσει των καθηκόντων του, κατεσκεύασε δια της εργασίας των καταδίκων ελαφροποινιτών πολλάς της πόλεως οδούς και κατέστησεν απέναντι των Φυλακών αξιόλογον περιβόλιον τέρπον την θέαν παντός ανθρώπου», όπερ ηυτυχήσαμεν, βεβαίως εν τη παρακμή του, να ενθυμούμεθα και ημείς.OLYMPUS DIGITAL CAMERA

Τοιούτου ανδρός είναι αξία η μνήμη και η διαιώνισις του ονόματος δι’ οιασδήποτε πράξεως της πόλεως.

Εις τον ίδιον Σωτήρ. Λαγοπάτην αποδίδεται και η δενδροφύτευσις δι’ αργυροχρόων λευκών της νυν οδού Καλαβρύτων διανοιγείσης κατά το 1858-59, ην τείνουν να εξαφανίσουν οι νεώτεροι ασυγχώρητοι γείτονες.

Μίαν των λευκών τούτων οι σημερινοί Φιλόδενδροι, πληρούντες τα κενά εβάπτισαν Μητέρα της Δενδροστοιχίας, κουφαλιασμένην την δύστηνον από τους πολλούς τοκετούς.

Ο Σωτ. Λαγοπάτης  δια καταδίκων και στρατιωτών απεκάθαρεν εν πολλοίς εκ των ερειπίων του Σεραγίου και την Πλατ. Άρεως, δια την οποίαν τον Ιανουάριον του 1867 επί Δημάρχου Νικοπούλου διορίζεται Επιτροπή εκ των Δημοτ. Συμβούλων Αριστοτ. Πύρλα και Χαρ. Αντωνοπούλου προς επίχωσιν της εν τη Πλατεία λίμνης και δενδροφύτευσιν αυτής τε και της επιλεγομένης Πλατείας Μπένου, έναντι της Εθν. Τραπέζης, ήτις συγχρόνως απεκαλείτο και Πλατεία Ξυλείας δια την υπαίθριον εν αυτή αγοράν σανίδων και ξύλων υλοτομουμένων εν Φαλάνθω. Εγκρίνεται δε τον Μάϊον του αυτού έτους και σύμβασις προς καθαρισμόν δια δύο φορείων των οδών και Πλατειών και ισοπέδωσιν της Πλατείας από Μαϊου – Νοεμβρίου με τον Δημ. Χαλασοχώρην, ούτινος παρέμεινεν εις την πόλιν παροιμιώδες το κάρρο. Τότε επιμελεία της άνω Επιτροπής εδενδροφυτεύθη δια λευκών και ποικίλων εξωτικών δένδρων γύρωθεν η Πλατεία, και προς την ανατολικήν της πλευράν από του Προφήτου Ηλιού μέχρι του πέρατος αυτής δια διπλής σειράς Αϊλάντων. Την δι’ Αϊλάντων δενδροστοιχίαν απέκοψαν οι Φιλόδενδροι κατά την δημιουργίαν του νέου πάρκου, τας δε απομενούσας λεύκας ο Δήμαρχος Β. Βαφιόπουλος, ότε περιέζωσε την Πλατείαν δια κρασπέδου λιθίνου.

Η ίδια Δημοτική μέριμνα κατεβάλλετο εκάστοτε και δια την διαμόρφωσιν της Κεντρικής μας Πλατείας, της οποίας τω 1851 είχεν αποφασισθή η σταυροειδής και τριγωνοειδής λιθόστρωσις, αρξαμένη και εγκαταλειφθείσα δυστυχώς.

Την ωραίαν Πλατείαν, αναπτυχθέντα με τον καιρόν εσκίαζον τα φυτευθέντα εις όλην αυτής την γύρωθεν περιφέρειαν δένδρα, πλάτανοι και λεύκαι, προσδίδοντα ιδιαίτερον εις αυτήν χρώμα και τόνον. Τα δένδρα ταύτα υπέκυψαν εις την μανίαν του νεωτερισμού, εκριζωθέντα επί Δημάρχου Αναστ. Χατζησαράντου, δια να αντικατασταθώσι με την σημερινήν άκομψον, διπλήν εσωτερικήν αυτής δενδροστοιχίαν από στρεβλά, οζώδη και ξενικά δένδρα.

Δύο μάλιστα από τας πανυψήλους της Πλατείας Λεύκας υψουμένας προ του νυν καφενείου Τσαρουχά, είχον δώση το όνομα τους εις το τότε καφενείον του Ηλ. Ελευθερίου, βαπτισθέν υπό φιλοπαιγμόνων συμπολιτών, των αειμνήστων Θεοδ. Φωτεινού και Ιωάν. Μηνοπούλου, εις Καφενείον «Αι δύο Υπερηφανοκόρυφοι Λεύκαι».

Εις την Κεντρικήν μας Πλατείαν, την πλαισιουμένην γραφικώς από τά πανύψηλα εκείνα και ωραία δένδρα επαιάνιζεν από του 1871 έως το 1874 εκάστην Πέμπτην και Κυριακήν η Στρατιωτική Μουσική της φρουράς, κατέβαλε δε ο Δήμος εις τους μουσικούς την δαπάνην τού δια κηρίων φωτισμού.

Τοιαύτη μέχρι της συγχρόνου φιλοδενδρικής κινήσεως και της δημιουργίας υπό του μακαρίτου Δημάρχου Ν. Λαγοπάτη του Δημοτικού Πάρκου υπήρξεν, εν μακρηγορία αληθώς, η ιστορία των δένδρων και του δι’ αυτών εξωραϊσμού της Τριπόλεως.

Πλείστα των δένδρων τούτων, των μη ιθαγενών, εισήγαγεν έξωθεν ο εκλιπών προ πολλού ιατροφιλόσοφος και χρονικογράφος συμπολίτης Ιωάν. Πύρλας, εις την κατεδαφισθείσαν οικίαν του οποίου παρά το Μεγάλο Καφενείον εβλάστησαν αι πρώται ακακίαι, διαιωνιζόμεναι ακόμη εις τον ημέτερον κήπον. Πλην άλλοτε θα ασχοληθώμεν επί του θέματος τούτου και της καλλιεργείας εν Τριπόλει των οπωροφόρων δένδρων, δια την διάδοσιν των οποίων και αυτών εσκέφθησαν οι πρώτοι Δήμαρχοι, συστήσαντες τω 1838 υπό την διεύθυνσιν ιερομονάχου τινός Παϊσίου Πρότυπον Δημοτικόν Αγροκήπιον εκ 12 στρεμμάτων παρά το χωρίον Μαντζαγρά.

(116)