Πριν από πολλά χρόνια οι, τότε, κάτοικοι τής πέραν της πλ. Άρεως περιοχής, είχαν διακαή πόθο να ανεγερθεί Ιερός Ναός προς εκτέλεση των θρησκευτικών καθηκόντων τους· αλλ’ η μεγαλύτερη επιθυμία τους ήταν να ανεγερθεί, ο ιερός αυτός Ναός, επ’ ονόματι των πολιούχων και μαρτυρήσαντων εν Τριπόλει, αντάξιος της ιερής τους θυσίας. Για πρώτη όμως φορά, ύστερα από τόσα χρόνια, αφ’ ότου μαρτύρησαν οι Πολιούχοι μας, άρχισε να γίνεται λόγος, επίσημα, περί ανεγέρσεως ιερού Ναού στη μνήμη τους, και στη συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου της 20ης Οκτωβρίου του έτους 1869, διότι οι ενοριακοί Ναοί της πόλεως  υπάγονταν, τότε, στη διαχείριση και τον έλεγχο της Δημοτικής Αρχής.
Κατά τη συνεδρίαση εκείνη ο, τότε, Δήμαρχος, Αλέξιος Νικόπουλος, πρότεινε, και το Δημοτικό Συμβούλιο αποδέχθηκε, την ανέγερση του Ιερού Ναού στην Πλατεία του Άρεως, δια συνεισφορών, και προς τον παράλληλο σκοπό να εκκλησιάζονται, σ’ αυτόν, οι κάτοικοι του προαστίου Μπασιάκου. Αποφασίσθηκε, μάλιστα, όπως επιμεληθεί, του ανωτέρου σκοπού, η συσταθείσα επιτροπή από τον Μητροπολίτη, τότε, Θεόκλητο Βίμπο, και των, τότε, συμπολιτών, Ηλία Μαλλούχου, Διαμαντή Χατζησαράντου και Σωτήριου Καρακασόπουλου. Αποφασίσθηκε, επίσης, να ζητηθεί, από την ιερά Σύνοδο, και η άδεια της ανεγέρσεως του.

Αργότερα, κατόπιν αποφάσεως αυτής της Επιτροπής και, μάλιστα, τον Μάιο του έτους 1871, ο τότε συμπολίτης Ηλίας Μπιλίνδας, γόνος της μεγάλης οικογένειας της Τριπόλεως, εκδήλωσε με αναφορά του προς το Δημοτικό Συμβούλιο ότι πρόσφερε, προς ανέγερση του ιερού Ναού, χίλιες δραχμές επί του παρόντος οι οποίες είχαν τότε σοβαρή αξία. Το Συμβούλιο εξέφρασε τις ευχαριστίες του προς τον δωρητή και ανάθεσε στον Δήμαρχο τη φροντίδα της σύνταξης του σχεδίου· διόρισε, μάλιστα, προς συνέχιση των εράνων, νέα επιτροπή, από τον Μητροπολίτη Θεόκλητο Βίμπο και των συμπολιτών Κων. Αργυρόπουλου, Αθαν. Μαλλούχου, Γεώργ. Μακρόπουλου και Σπυρ. Μεντώρου. Σε άλλη, μάλιστα, συνεδρίαση του Δημ. Συμβουλίου τον Ιούλιο του έτους 1871, λήφθηκε απόφαση όπως, δια της νόμιμης οδού, ζητηθεί η παραχώρηση του αναγκαίου χώρου προς ανέγερση του Ναού στην Πλατεία του Άρεως.

Η πλατεία αυτή είχε παραχωρηθεί στον Δήμο μόνο προς δενδροφύτευση  η οποία, δενδροφύτευση, είχε αρχίσει από του έτους 1858-59 υπό ενός συμπολίτη μας, Δημ. Λαγοπάτη, ο οποίος ήταν διορισμένος επιστάτης Ποινικών Φυλακών των ευρισκόμενων στη σημερινή κατεδαφισθείσα νέα αγορά κρεάτων, και ο οποίος Δ.Λ. πρόσφερε αξιόλογη υπηρεσία στον Δήμο. (Στο μέρος αυτό έγιναν οι τρομερές σφαγές κατά την άλωση· εκεί έστησαν μια θριαμβική πυραμίδα από τούρκικα κεφάλια, που, έκοψαν, ονομαζόμενη από τους παλιούς «Στρέμμα» από την πυραμίδα η οποία είχε βάση ενός στρέμματος). Ο ανωτέρω Δ.Λ. με κατάδικους και στρατιώτες ισοπέδωσε και καθάρισε τα ερείπια του Σεραγιού και τη σημερινή πλατεία Άρεως, όπου στο κέντρο της υπήρχε ακαλαίσθητη λίμνη αναδίδουσα φοβερή δυσοσμία από ακαθαρσίες και κουνούπια.

Το έτος 1886, δια της υπ. αριθ. 644 αποφάσεως του Δικαστηρίου Τριπόλεως, επιδικάσθηκε η κυριότητα αυτής στον Δήμο Τριπόλεως. Δύο έτη αργότερα, και ακριβώς την 11η Ιουνίου 1873 -από του έτους 1871 όταν ο Ηλ. Μπιλίνδας πρόσφερε  τις χίλιες δραχμές-, ο ίδιος ο Δήμαρχος υπέβαλε στο Συμβούλιο και εγκρίθηκαν τα σχέδια ενεργηθείσας -άγνωστο πότε- δημοπρασίας, και τα πρακτικά προς θεμελίωση του Ναού, και διατάχθηκε η κοινοποίηση της έγκρισης προς τον ανάδοχο για την εκτέλεση του έργου.

Όπως προαναφέρθηκε, η συνοικία Μπασιάκου στερείτο ιερού Ναού και οι περίοικοι της συνοικίας αυτής, άλλοι εκκλησιάζονταν και τελούσαν τα ιερά τους μυστήρια στον ιερό Ναό Αγίου Κωνσταντίνου (Ματζαγρά) όπου είχαν και ειδικό χώρο να ενταφιάζονται, και άλλοι στον ιερό Ναό της Μεταμορφώσεως για να τελέσουν και αυτοί τα θρησκευτικά τους καθήκοντα -οι, πλησιέστερα, κατοικούντες προς τον ιερό αυτό Ναό- μη υπάρχουσας ενορίας στους εκεί κατοίκους. Μάλιστα, όσοι σήμερα χρειάζονται βεβαιώσεις (γεννήσεων, βαπτίσεων, γάμων, θανάτων κλ.π.) καταφεύγουν στους ιερείς των ανωτέρω ιερών Ναών όπου φυλάσσονται επιμελώς τα ληξιαρχικά βιβλία εκείνων των ετών.

Η πλατεία του Άρεως βρισκόταν σε άθλια κατάσταση· χωρίς μεγάλα κτίρια, εκτός μιας μόνης αρχοντικής διώροφης οικίας περιελθούσας, μετέπειτα, στον τόπο της οποίας ανεγέρθηκε το σημερινό ξενοδοχείο «Μαίναλον», των υπόλοιπων στρεμμάτων και αυτού του χώρου καταπατηθέντων, μετά την απελευθέρωση, από του σημερινού Ιερού Ναού του Νεομάρτυρα Παύλου έως και αυτού του πάρκου των Φιλοδένδρων.

Ο πόθος, λοιπόν, όλων των περιοίκων που βρίσκονταν σε κατάσταση κατώτατης στάθμης, στην ελεεινή αυτή περιοχή (χωρίς το πάρκο και το Δικαστικό Μέγαρο), ο πόθος να ανεγερθεί Ιερός Ναός προς εκπλήρωση των αναγκών τους επ’ ονόματι των Νεομαρτύρων Δημητρίου και Παύλου, μαρτυρήσαντος, μάλιστα, του δεύτερου πλησίον του Σεραγιού, ενώ έπρεπε… όμως, κατά παράδοξο τρόπο καθιερώθηκε επ’ ονόματι του Προφήτη Ηλία! Ίσως να επικράτησε η επιθυμία του Ηλία Μαλλούχου και Ηλία Μπιλίνδα λόγω της προσωνυμίας τους, οι οποίοι ήσαν οι οικονομικοί μοχλοί για την αρχή και την αποπεράτωση τού, εν λόγω, έργου. Ο ιερός Ναός αφιερώθηκε μεν στον ανωτέρω Άγιο Προφήτη αλλά τα ιερά παρεκκλήσια αφιερώθηκαν στους Νεομάρτυρες της πόλεως μας.

Για πολλά χρόνια, ενθυμούνται αρκετοί, να παραμένουν ημιτελή τα κτίσματα του Ναού, αποτελούμενα από τέσσερις τοίχους μέχρι της στέγης· γύρω τους έβλεπες διεσπαρμένα τα, προς αποπεράτωση του κτιρίου, μάρμαρα. Η ολοκλήρωση του, συνεχίσθηκε με διακοπές και με εισφορές του αείμνηστου, Μπιλίνδα, μέχρι του θανάτου του, του οποίου, Μπιλίνδα, απελθόντος, κατέλιπαν -ο ανωτέρω μετά της συζύγου του, Θεοφάνης- δια της από 18 Σεπτεμβρίου 1881 διαθήκης, τα εισοδήματα τής οικίας τους στην οποία ζούσαν στο Ναύπλιο (επί του μεγάλου δρόμου), υπέρ διαφόρων Ναών της Τριπόλεως και του ημιτελούς ανωτέρω ιερού Ναού. Σε μνήμη του, και εκ του μικρού του ονόματος, αφιερώθηκε, επί Δημαρχίας Λαγοπάτη, ο Ναός, και στη λατρεία του Προφήτη Ηλία, και έτσι επικράτησε, από τότε.

Πολύ αργότερα, και μετά τα εγκαίνια του ανωτέρω ιερού Ναού, χάρης στη χριστιανική ευσέβεια της συμπολίτιδας, Δήμητρας Παπαλεξανδρή, απέκτησαν και οι Νεομάρτυρες δικούς τους Ναούς στον ίδιο τόπο του μαρτυρίου τους, ανεγερθέντες ο Νεομ. Δημήτριος το έτος 1904 και ο Νεομ. Παύλος το έτος 1921. Απέμεινε, έτσι, ο μόνος ενοριακός ναός Βασιλικού σχήματος και άνευ τρούλου ο, μετά των Νεομαρτύρων  συλλειτουργούμενος, του Προφήτη Ηλία, ο οποίος κατέστη, όπως διαπιστώνουμε, σήμερα, το εγκαλώπισμα της θερινής αυτής πλατείας.

Ενθυμούμαι τον Προφήτη Ηλία χωρίς περιμάνδρωση και σιδερένια κιγκλιδώματα με σκορπισμένα, άτακτα, τα, γύρωθεν του Ναού, μάρμαρα· αγκάθια περιέβαλλαν τον, γύρωθεν, του Ναού, χώρο· ένας ναός χωρίς κωδωνοστάσια και πρόναο τα όποια κατασκευάσθηκαν, τελευταία, ενώ υπήρχε μια μικρή καμπάνα επάνω στον τοίχο του Ναού κρεμασμένη επάνω σε ξύλινο πάσσαλο, προς τη νότια πλευρά.

Εκεί εφημέρευσαν ο αείμνηστος ιερέας Δημήτριος Αθανασόπουλος και ως δεύτερος, επίσης, εφημέριος, ο αείμνηστος ιερέας Ανδρέας Παναγιωτόπουλος του οποίου τον διορισμό έχω: «Αριθ. 514 Εν Τριπόλει τη 17 Απριλίου 1919. Βασίλειον της Ελλάδος. Προς τον Αιδεσιμώτατον κ. Ανδρέαν Παναγιωτόπουλον. Γνωρίζω υμίν, ότι η Ιερά Σύνοδος, δια της υπ’ αριθ. Πρωτ. 668 Διεκ. 7626 αποφάσεως αυτής, διώρισεν υμάς, ως Β κανονικόν εφημέριον εν τω εν Τριπόλει Ιερώ Ναώ του Προφήτου Ηλιού. Ο τοποτηρητής Μαντινείας και Κυνουρίας Άρχ. Πολύκαρπος». Ο ανωτέρω αείμνηστος ιερέας μετατέθηκε, αργότερα, στον Ιερό Ναό Μεταμορφώσεως (από το 1926 έως το 1955) όπου συνυπηρέτησα και τον διαδέχθηκα εφημερεύων από του έτους 1951. Στον Ναό του Προφήτη Ηλία υπηρέτησε και ο αείμνηστος Ιερέας Βασ. Κουλολιάς ο οποίος εξωράισε τον ανωτέρω ιερό Ναό βοηθούμενος από άξιους επιτρόπους…

Αν, η σημερινή πλατεία Άρεως, προσπαθεί να μας πείσει, πως βρισκόμαστε σε μια ωραία μεγαλόπολη με τα περίφημα πάρκα της, τότε, όταν προχωρούσαμε βορειότερα, προς το προάστιο Μπασιάκου, δε θα είχαμε την ίδια εντύπωση με το, σήμερα, αφού είναι ένα πολιτισμένο μέρος που ενώθηκε με την υπόλοιπη Τρίπολη. Τα χαμηλά, τότε, παλιά σπιτάκια με τους στενούς λασπωμένους δρόμους είχαν μια μεγάλη δόση ρομαντισμού, με τα μικρά παράθυρα και τους ετοιμόρροπους εξώστες, τους καχεκτικούς αλλ’ ευγενείς κατοίκους που η ελονοσία τους μάστιζε από τις γύρω λίμνες και, κυρίως, την όπισθεν του σημερινού πάρκου, λίμνη, του Κ. Καλατζόπουλου, με τα κεραμιδοκάμινα τού ανωτέρω, ως και των Περδίου, Αντωνόπουλου και Καραλή, που οι βάτραχοι σκόρπιζαν  παντού τη μελωδία τους και την, από τις ακαθαρσίες και τα κουνούπια, δυσοσμία.

Αρκετοί, επίσης, θα ενθυμούνται τον μικρό δίμετρο καρόδρομο που άρχιζε  από τη σημερινή γωνιαία πολυκατοικία -πλησίον του ξενοδοχείου «Ακροπόλ»- και συνέχιζε, παράλληλα, την οδό Αγίου Κωνσταντίνου και, επίσης, παράλληλα, της «ντενεκοσκεπούς» πλίνθινης μάνδρας, ευρισκόμενου σε άθλια κατάσταση, δρόμου, ρίχνοντες κατά καιρούς καρβουνίδια από τον σιδηροδρ. σταθμό να θεραπεύσουν κάπως την προσπέραση.

Αν προχωρούσαμε, επίσης, τους δρόμους, αμέσως από τη βόρεια πλευρά του σημερινού «Αγιο-Λια», προς του Μπασιάκου, θα ακούγαμε τη διαπεραστική συμφωνία των σκυλιών, χοίρων, κατσικιών, γαϊδουριών κλπ. με τις πολλές σούστες και τα κάρα ενώ, κάπου, θα πρόβαλλε μία γριούλα καθισμένη στο πεζούλι με τη ρόκα της και γεμάτη καλωσύνη. Αυτή, με άλλους μαζί, μετέφερε την κατσίκα της στην πόλη και παράδινε το, επί τόπου, αρμεγμένο γάλα, με το τενεκεδένιο «κατοστάρι» ή τα φρέσκα της ώρας κολοκυθάκια και αυγά που είχαν τόση  νοστιμάδα, και το, εν πεζοπορία, πωλούμενο γιαούρτι από τους τσελιγκάδες Κορακαίους με τις ξύλινες «βεδούρες».

Η προσωνυμία “Μπασιάκου” έρχεται, από την τουρκική λέξη του περιβόητου “Μπασ-χακ” που ασχολιόταν επί όλων των ζητημάτων ως ανώτερος δικαστής της αυτοδιοίκησης, διότι δόθηκαν και άλλα μικρότερα δικαιώματα, προς λύση, στους ιμάμηδες, μουφτήδες κ.λ.π.

(Το προάστιο Σέχι ονομάσθηκε από τον Τούρκο Σεϊχη που είχε δικαιώματα επί ζητημάτων γάμων, διαζυγίων, κληρονομιών, κλπ. Οι κάτοικοι του κατάγονται από το χωριό Χωρέμι Λυκόσουρας, και από το σόι Ντεζερένη, που, εγκαταστάθηκαν στο σημερινό Σέχι το οποίο, αρχικά, λεγόταν, Καρακούση, προτού δηλ. κάποιος «τεκές με τους Σεϊχηδες του, δώσει το όνομα του Σεχίου»).

 

Η συνοικία Μπασιάκου, και η γύρω  περιοχή είναι, σήμερα, η ωραιότερη συνοικία· παντού ορθώνονται πολυκατοικίες και ο πολιτισμός έχει ζωντανέψει διότι, ομολογουμένως, είναι η καλλίτερη τοποθεσία της Τριπολιτσάς με τα δυο μεγάλα Γυμνάσια που ανεγέρθησαν, τα σημερινά πάρκα και την πλατεία Άρεως.

 

+ π. Δ.Δ.

(185)