του Γ. Αντωνακόπουλου
(Καθηγ. Ιατρικής Πανεπ. Θεσσαλίας)

Το κατωτέρω κείμενο το οποίο επιγράφεται ως “πρωτότυπο άρθρο” μάς το απέστειλε ο δραστήριος Μεσσήνιος – Πρόεδρος των Πελοποννησίων Λάρισας, Κ. Παπαγεωργίου, και περιέχεται στο Περιοδικό Ιστορία της Ελληνικής Ιατρικής “Δέλτος” – Ιούνιος 2005, τεύχος 29ο”. Είναι γραμμένο μ’ αφορμή τα 100 χρόνια από τη δολοφονία του συμπατριώτη μας, Αρκάδα (Λαγκάδια) Πολιτικού! Συντάκτης του άρθρου είναι ο Ηλείος Γ. Ν. Αντωνακόπουλος. Εμείς, με τις ευχαριστίες μας προς τον Κ. Παπαγεωργίου και Γ. Αντωνακόπουλο, το παρουσιάζουμε· ας το δούμε, λοιπόν, γιατί αξίζει… αν και χρειάζονται ιατρικές γνώσεις…:

Πριν από έναν ακριβώς αιώνα, την 31η Μαΐου 1905 και περί ώραν 5ην μ.μ. δολοφονήθηκε προ του επί της οδού Σταδίου κτιρίου της Βουλής ο τότε πρωθυπουργός Θεόδωρος Δηλιγιάννης από άτομο του υποκόσμου.

Ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης (1826; – 1905), γόνος ιστορικής οικογένειας της Γορτυνίας, υπήρξε σημαντικός πολιτικός ανήρ. Επί μακράν σειράν ετών απετέλεσε τον κύριο πολιτικό αντίπαλο του Χαριλάου Τρικούπη, διετέλεσε δε πέντε φορές πρωθυπουργός. Πλήρωσε με τη ζωή του το εκ μέρους του κλείσιμο των χαρτοπαιχτικών λεσχών, οι οποίες εκείνη την εποχή είχαν καταντήσει σημαντικό κοινωνικό πρόβλημα.
Ο δολοφόνος, εκμεταλλευθείς την προσήνεια του Δηλιγιάννη και την αδράνεια των οργάνων της τάξεως, πλησίασε τον κατερχόμενο της αμάξης γηραιό πρωθυπουργό και του κατέφερε καίριο πλήγμα δι’ αμφιστόμου μαχαίρας στην άνω κοιλιακή χώρα.

Ο Δηλιγιάννης, κατ’ αρχήν δεν εννόησε την βαρύτητα του συμβάντος και θέλησε να ανέλθει την κλίμακα της Βουλής, αλλά επείσθη από τους υποβαστάζοντες αυτόν να κατευθυνθεί προς τον παρεκείμενο Κεντρικό Σταθμό των Πρώτων Βοηθειών, όταν διεπίστωσε ότι από το τραύμα του εξέρρεε σημαντική ποσότης αίματος που διεπότιζε τα ενδύματά του. Οδηγούμενος στον σταθμό Πρώτων Βοηθειών και αφήνοντας πίσω του μεγάλες κηλίδες αίματος, λιποθύμησε, αλλά ανέκτησε σύντομα τις αισθήσεις του. Όταν τον εναπόθεσαν στο βάθρο του χειρουργείου ο Δηλιγιάννης παρεκάλεσε να τον εγείρουν. Σε αυτήν την στάση έμεινε επί ολίγα λεπτά της ώρας, οπότε άρχισαν να προσέρχονται οι ιατροί. Τα όσα επακολούθησαν αναφέρει ως εξής η εφημερίς ΑΘΗΝΑΙ (1-6-1905):

“Πρώτος έτυχε να εισέλθη ο διευθυντής της χειρουργικής κλινικής κ. Θεόδωρος Παπαϊωάννου. Ο πρωθυπουργός εκάθητο ακόμη επί του εδράνου και εις τον προσελθόντα νεαρόν ιατρόν, γνώριμόν του, είπε γαλλιστί:
– C’ est effrayant (είναι φρικαλέον).
Εν τω μεταξύ προσήλθον και άλλοι ιατροί εις ους αφηγήθη εν συντόμω με φωνήν διακεκομμένην τα λαβόντα χώραν…
Οι ιατροί τω είπον ότι θα τον βοηθήσουν, αλλά μειδιών τοις απεκρίθη:
– Πώς είναι δυνατόν τούτο… αφίσατέ με σας παρακαλώ…
– Και όμως, κύριε πρόεδρε, δεν θα σας αφίσωμεν… Πρέπει να μας υπακούσετε… Δεν βλέπετε το αίμα…
– Τι πρέπει να γίνει;
– Μία μικρή πρόσραψις του τραύματος…
Αφού έχει ούτω υποτάσσομαι… απήντησεν ο πρωθυπουργός… και εξηπλώθη επί της χειρουργικής έδρας ήτις υπήρξε και η νεκρική του κλίνη.

Προσωρινώς εχλωροφορμίσθη, αλλά μετ’ ολίγον ήρξαντο οι φοβεροί πόνοι και αι κραυγαί του ηκούοντο και έξω του σταθμού των βοηθειών…
Οι ιατροί κ.κ. Φωκάς και Τσάκωνας διέταξαν αμέσως την έκδυσιν του τραυματίου επιληφθέντες της εξετάσεως του τραύματος.
Οι πρώτοι προσδραμόντες ιατροί κ.κ. Φωκάς, Γερουλάνος, Λούρος, Σάββας, καθηγητής του Πανεπιστημίου, Ασημάκης, αρχίατρος, και Ν. Τσιριγώτης, βουλευτής Λακεδαίμονος, βοηθούμενοι υπό του ανθυποφαρμακοποιού κ. Ι. Μοσχοβίτου, επεμελήθησαν αμέσως το τραύμα, το οποίον ήτο επί των άνω της κοιλίας και ακριβώς υπό την βάσιν του στέρνου. Οι ιατροί υπέβαλον κατ’ αρχάς τον τραυματίαν εις ενέσεις ίνα μετριάσωσι τους πόνους και δυνηθώσι μετά ταύτα να επιμεληθώσι δεόντως το τραύμα. Περί την 6ην μ.μ. η κατάστασις ήτο η αυτή, του τραυματίου έχοντος πλήρεις τας αισθήσεις…
Εν τω μεταξύ εκομίσθη έξωθεν της πύλης του σταθμού το φορείον των Πρώτων Βοηθειών, δι ου επρόκειτο να μεταφερθή ο τραυματίας εις το Πολιτικόν Νοσοκομείον, όπου απεφασίσθη να ενεργηθή λαπαροτομία προς εξέτασιν πλήρη του τραύματος.

Αλλ’ εν τω μεταξύ η κατάστασις εχειροτέρευσε, γενομένης δε συσκέψεως των ιατρών απεφασίσθη να γίνη επί τόπου, εντός του σταθμού η λαπαροτομία.
Πρός τούτο λοιπόν περί την 6.20 μ.μ. εστάλη εις ενωμοτάρχης εφ’ αμάξης εις την οικίαν του κ. Γερουλάνου, ο οποίος παρέλαβεν όλα τα απαιτούμενα εργαλεία και τα εκόμισεν εις τον σταθμόν. Πράγματι λοιπόν, ήρχισεν η επί του τραυματίου εγχείρησις, αλλά δεν είχε προχωρήσει πολύ ότε το αίμα εξήρχετο εκ των ένδον αφθονώτερον και καθίστα αδύνατον την πρόοδον της χειρουργικής εργασίας.
Ποταμοί αιμάτων ρέοντες μεθ’ ορμής εκάλυπτον το σημείον της πληγής, το οποίον μόλις εκαθαρίζετο δεν παρήρχοντο ή ελάχιστα δευτερόλεπτα ότε πάλιν εκαλύπτετο υπό πυκνοτέρας μάζης αίματος.

Ο κατ’ εκείνην την στιγμήν παριστάμενος ιατρός κ. Τσάκωνας, εννοήσας το μοιραίον τέλος, δεν ηδυνήθη να κρατηθή και υποχωρήσας επλησίασε τον κ. Σκουζέν.
– Τι είναι; ηρώτησεν ο κ. Σκουζές.
– Απελπισία, απελπισία. Το τραύμα είναι εις το ήπαρ. Δεν υπάρχει καμμία ελπίς.
Περί την 6.45′ μ.μ. ώραν οι πλείστοι των ιατρών εξήλθον κατηφείς εκ του ιδιαιτέρου θαλάμου του ασθενούς, ούτινος η κατάστασις ήτο λίαν απελπιστική”.
Ο βοηθός του καθηγητού Γερουλάνου Φαρακλόπουλος έδωσε την εξής περιγραφή των δραματικών γεγονότων σε συντάκτη της εφημερίδας ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ (1-6-1905):

“Κατά τας 5.15′ μ.μ. ήλθον κάτι άνθρωποι εις του κ. Γερουλάνου και τον παρεκάλουν να σπεύση εις τον Σταθμόν των Βοηθειών της Βουλής διότι εκτύπησαν τον κ. Δηλιγιάννην.
Ετρέξαμεν αμέσως πρός τα εδώ και εύρομεν πράγματι τον πρόεδρον εξηπλωμένον επάνω εις την χειρουργικήν τράπεζαν του Σταθμού και βογγούντα με ασθενή φωνήν.
Επειδή ήτο αναίσθητος ακόμη, ο κ. Γερουλάνος μετά των Ιατρών Λούρου, Ασιμή, Φωκά, Τσάτσου, του ιατρού του Σταθμού Ταρουσοπούλου και άλλων που ήσαν εντός εσκέφθησαν να του κάμουν ενέσεις δια του ορού του Ρου δια να συνέλθη.
Πράγματι μόλις ήρχισαν αι ενέσεις ο Δηλιγιάννης ήρχισε να συνέρχεται και μετ’ ολίγον ήνοιξε τα μάτια του και εζήτησε να τον σηκώσουν.
– Σηκώστε με λίγο, είπε, κυττάζων τους πέριξ οι οποίοι επρόσεχον μήπως φανούν τα από τα μάτια των τρέχοντα δάκρυα.
– Δεν επιτρέπεται, κ. Πρόεδρε, του έλεγαν, δεν επιτρέπεται.
– Μα θέλω, θέλω, εψιθύρισεν ο κ. Πρόεδρος και έπειτα έπεσε και πάλιν εις ημιαναισθησίαν.
Από τότε που μετεφέρθη εντός του Σταθμού έως τώρα πόση ώρα επέρασε;
Έως ένα τέταρτο.

Κατόπιν οι ιατροί εσκέφθησαν να τον μεταφέρουν εις εν των δύο Νοσοκομείων, τον Ευαγγελισμόν ή το Πολιτικόν, δια να του κάμουν λαπαροτομίαν, διότι το μέρος εκείνο και ακατάλληλον είναι και τα αναγκαία χειρουργικά εργαλεία δεν υπήρχον.
Πρός τούτο λοιπόν ετέθη προσωρινώς ένας επίδεσμος επί της πληγής και τον ητοίμασαν δια να τον μεταφέρουν εις το Νοσοκομείον, ότε ήλθεν ο ιατρός κ. Τσάκωνας και προτείνει να γίνη εκεί η λαπαροτομία δια να μη χάσουν πολύτιμον καιρόν.
Εγένετο τότε κάποια συζήτησις εκεί και απεφασίσθη επί τέλους να γίνη εις τον Σταθμόν η λαπαροτομία.
– Εχλωροφορμήσατε τον πρόεδρον κατά την λαπαροτομίαν;
– Όχι, διότι είχε πέσει πάλιν εις αναισθησίαν, εθεωρήθη περιττόν.
Ήρχισαν λοιπόν την λαπαροτομίαν οι κ.κ. Γερουλάνος και Φωκάς. Άμα όμως επροχώρησαν ολίγον και είδον ότι τι τραύμα επέφερε ακατάσχετον εσωτερικήν αιμορραγία και ότι ως εκ τούτου ο θάνατος ήτο εγγύς αφήκαν την περαιτέρω εγχείρησιν ημιτελή.
Κατά τας 7 και 15 ο Πρόεδρος εξέπνευσε χωρίς να συνέλθη ούτε να είπη τίποτε, παρά ένα μικρόν στεναγμόν μόνον.
– Πώς ήτο το τραύμα;
– Όχι και πολύ βαθύ.Ο Πρόεδρος εκτυπήθη κάτωθεν του πλευρικού τόξου. Το τραύμα διηυθύνετο πρός το βάθος της κοιλίας, είχε δε διατηρηθή το ήπαρ και εκόπη ή η πυλαία φλέψ ή κάποιο άλλο τοιούτον αγγείον, εξ’ ου επήλθεν η αιμορραγία η επιφέρασα (sic) τον θάνατον.
Εάν θέλετε μάλιστα να σας ορίσω κάπως ακριβέστερον, ιστορικώτερον, το τραύμα τούτο ήτο ακριβώς όπως και του δολοφονηθέντος Προέδρου τη Γαλλικής δημοκρατίας Καρνώ. Το αυτό ακριβώς.
– Τι είδους να ήτο η μάχαιρα δι’ ης εκτυπήθη;
– Μάλλον στενή, εάν δε κρίνωμεν εκ του τύπου του τραύματος, τούτο θα εγένετο δια στιλέτου.
– Διήρκησε πολύ η λαπαροτομία;
Μόλις δέκα λεπτά, διότι την αφήκαν κατόπιν οι ιατροί ιδόντες, ότι ήτο περιττή πλέον, αφού δεν υπήρχεν ελπίς σωτηρίας”.

Ο ιατρός και βουλευτής Γ. Παπαβασιλείου εδιηγήθη τα δραματικά γεγονότα ως εξής:
“… Εισήλθον μετά των άλλων εν τω Σταθμώ των Βοηθειών. Ήκουσα τον πρωθυπουργόν λέγοντα την φράσιν: “Δεν έχω τίποτε”.
Από τις στιγμής όμως από της οποίας ετέθη επί της χειρουργικής τραπέζης, καίτοι εκράττει την κεφαλήν ορθίαν και τους οφθαλμούς ανοικτούς, δεν ωμίλησε πλέον. Ανέπεμπε μόνον βαθείς στεναγμούς και περιέπεσε σχεδόν εις αναισθησίαν.
Μεταξύ των πρώτων παρισταμένων εν τω σταθμώ, ο κ. Σκουζές, ο κ. Μαυρομιχάλης, ο ανεψιός του Θεόδ. Φαρμακόπουλος και πολλοί άλλοι.
Εκ των ιατρών, εκτός εμού ήτο ο κ. Μαυρομάτης και οι νοσοκόμοι.
Τα ενδύματα του πρωθυπουργού, τα οποία ηνοίξαμεν προς εξέτασιν του τραύματος ήσαν αιμόφυρτα.
Η γενική κατάστασις του ασθενούς ήτο προφανώς δεινοτάτη. Η αναπνοή του καθίστατο αραιοτέρα, οι σφυγμοί του ασθενέστατοι. Αι δυνάμεις του κατέπιπτον.
Απηύθυνα αμέσως δια του κ. Ρώμα συνταγάς ενέσεων πρός ενίσχυσιν της καρδίας, ήτις έβαινε πρός παράλυσιν, αίτινες εξετελέσθησαν εις τα παρακείμενα φαρμακεία.
Ητοίμασα την πρώτην εκ καφεΐνης ένεσιν, ην και παρέδωκα προς τον ανεψιόν του κ. Θεόδ. Φαρμακόπουλον, όστις πρώτος εξετέλεσεν επί του στήθους του σεβαστού του θείου.
Εν τω άμα κατέφθασεν ο καθηγητής κ. Φωκάς, όστις επελήφθη της μέριμνας του τραύματος, επίσης και οι κ.κ. Γερουλάνος και Κατερινόπουλος. Κατέφθασαν επίσης ο Ν. Αλιβιζάτος και ο καθηγητής Μαγγίνας.
Το τραύμα είχε κατενεχθή διαμπερές κάτωθεν του χείλους του δεξιού υποχονδρίου, ήτοι κάτωθεν των νόθων πλευρών και παρά το χείλος του ήπατος κατά την φοράν της μαζικής γραμμής. Είχε πλάτος είκοσι περίπου εκατοστών του μέτρου, το δε βάθος του έφθανεν εντός της κοιλίας.
Τοιούτου όντος του τραύματος, το μοιραίον τέλος επροβλέπετο.
Πάσαι αι δυναταί προσπάθειαι εν τούτοις κατεβλήθησαν προς διάσωσιν του πρωθυπουργού.
Ενέσεις επανειλημμέναι εκ διαφόρων αναληπτικών και τονωτικών φαρμάκων διενεργήθησαν.
Το τραύμα επληρώθη δι’ αιμοστατικού βάμβακος πρός κατάπαυσιν της εσωτερικής αιμορραγίας. Οι πόδες περιεδέθησαν δι’ επιδέσμων και σκέψις εγένετο όπως μεταφερθή δια φορείου εις το Δημοτικόν Νοσοκομείον ίνα ενεργηθή ως τελευταίον μέσον σωτηρίας χειρουργική επέμβασις. Η κατάστασις όμως του ασθενούς, ήτις από στιγμής εις στιγμήν επεδεινούτο, ουδεμίαν επέτρεπε μετακίνησιν.
Μετά την άφιξιν των κ. χειρουργών απεσύρθην, μαθών κατόπιν την θλιβεράν του θανάτου είδησιν, ην δυστυχώς είχον και προΐδει».

Η εφημερίδα ΣΚΡΙΠ (1-6-1906) δίδει την εξής περιγραφή της εγχειρήσεως και των τελευταίων στιγμών του Θ. Δηλιγιάννη:
“Ο τραυματίας ετοποθετήθη επί του φορείου και οι ιατροί πλύναντες αντισηπτικώς το τραύμα επωμάτισαν αυτό δια γάζης αντισηπτικής, έθεσαν επίδεσμον, ο δε κ. Αλιβιζάτος επίεσε το τραύμα μέχρις ου κομισθώσι τα διάφορα εργαλεία της εγχειρήσεως εκ των διαφόρων νοσοκομείων. Μετά παρέλευσιν αρκετής ώρας ετοιμασθέντων των αναγκαίων δια την εγχείρησιν ετοποθετήθη ο ασθενής επί της εγχειρητικής τραπέζης.
Αφαιρεθέντος του επιδέσμου και της γάζης ήρξατο η εξέτασις του τραύματος υπό των ιατρών.
Το τραύμα ευρίσκετο επί της ηπατικής χώρας επί το ελευθέρου χείλους και ολίγον πρός τα έξω του ορθού κοιλιακού μυός. Το τραύμα ήτο διαμπερές, δηλαδή είχεν ανοίξη η περιτοναϊκή κοιλότης.
Οι ιατροί, αφού προηγουμένως εμήκυναν το τραύμα μέχρι 10 εκ. του μέτρο συνέλαβον τα χείλη του περιτοναίου και επελήφθησαν του καθαρισμού της περιτοναϊκής κοιλότητος, αφαιρέσαντες μεγάλον θρόμβον, μεγέθους πορτοκαλίου, επεζήτησεν δε να ανεύρωσι τα αιμοραγούντα αγγεία.
Το αίμα ήρχετο αφθόνως, τουθ’ όπερ εξηνάγκασε τους ιατρούς επί στιγμήν να πωματίσωσι τον υπό το ήπαρ αιμορραγούντα χώρον όπως εργασθώσι καλλίτερον. Επεξέτειναν πλαγίως την αρχικήν τομήν κατά 6 ακόμη εκατ. του μέτρου, όχι πλέον παραλλήλως του μείζοντος άξονος της κοιλίας, αλλά οριζοντίως αυτού.
Αφαιρέσαντες λοιπόν, την γάζαν επελήφθησαν να ανεύρωσι τα αιμορραγούντα αγγεία και συλλάβωσιν αυτά, αλλά δυστυχώς τα αγγεία ήσαν τόσον εις το βάθος, πλησίον της σπονδυλικής στήλης, το δε αίμα ήρχετο εξ όλων των πλησίων μερών, ώστε το εγχειρητικόν πεδίον είχε πλημμυρήσει. Τότε οι κύριοι Φωκάς, Αλιβιζάτος και Γερουλάνος ηναγκάσθησαν να ελκύσωσι προς τα έξω τον προσπίπτοντα λοβόν του ήπατος και ερευνήσωσι σπιθαμήν πρός σπιθαμήν την κατά βάθος και κατωτέραν επιφάνειαν του ήπατος.
Δυστυχώς όμως, παρ’ όλας τας επανειλημμένας παρομοίου είδους αποπείρας, το αίμα εξηκολούθησε να ρέη αφθόνως εις σημείον ώστε οι χειρουργοί ευρέθησαν εις το αδύνατον και το απροχώρητον.
Τότε συμβουλίου γενομένου παρά των χειρουργούντων και των παρευρισκομένων ιατρών απεφασίσθη να προβώσιν εις τον πωματισμόν της όπισθεν του ήπατος αιμορραγούσης χώρας δια γάζης και του όλου χώρου της κοιλίας.
Μετά ταύτα ο κ. Αλιβιζάτος απεπεράτωσε την εγχείρησιν ράψας το τραύμα της κοιλίας. Επέθεσαν επίδεσμον και η συνδρομή των ιατρών επερατώθη.
(…….)
Οι ιατροί, αφού εξετέλεσαν την εγχείρησιν και είδον ότι ουδεμία ελπίς υπάρχει, απεχώρησαν πάντες εκτός του κ. Γερουλάνου, όστις εκράτει τον σφυγμόν του εγχειρησθέντος και του κ. Φωκά, κρατούντος διαλίδιον αιθέρος εις τους ρώθωνας του πρωθυπουργού. Ήδη πλέον ο Δηλιγιάννης έχασε παντελώς τας αισθήσεις του, οι ιατροί δε περιέμενον από στιγμής εις στιγμήν το μοιραίον τέλος. Οι συγγενείς και οικείοι εννοήσαντες τα πάντα ανελύοντο εις δάκρυα, γόοι δε και ολολυγμοί ηκούοντο εντός του σταθμού. Η ώρα είναι 6 1/2 μ.μ. και ο ιατρός κ. Τσάκωνας ανακοινοί εις τους παρισταμένους ότι ολίγα λεπτά θα παρέλθουν ακόμη και ο πρωθυπουργός δεν θα είναι πλέον εις την ζωήν.
(……)
Η σκηνή είναι εξόχου τραγικότητος και επωδύνως πένθιμος και σπαρακτική. Ο σφυγμός καθίσταται ασθενέστερος, ο δε επιθανάτιος ρόγχος ήρχισε.
Ο Δηλιγιάννης είχε πέσει εις κωματώδη κατάστασιν. Οι οφθαλμοί του ουδαμώς κινούνται. Το στόμα ολάνοικτον χαίνει.
Η ώρα είνε 6 μ.μ. και 49′ και ο κρατών τον σφυγμόν ιατρός κ. Γερουλάνος αποσύρει την χείρα του ψιθυρίζων περίλυπος.
– Απέθανεν!”

Δραματική περιγραφή των τελευταίων στιγμών του Δηλιγιάννη έδωσε ο παρευρεθείς ιατρός και λογοτέχνης Άγγελος Τανάγρας:
“Η εγχείρησις είχε τελειώση. Οι ιατροί απεσύρθησαν παράμερα με έκφρασιν κατηφείας.
Δεν ήτο πλέον καμμία ελπίς. Η ωχρά, ως παλαιόν ελεφαντοστούν μορφή του ψυχορραγούντος έμεινε εις το μέσον επί της χειρουργικής τραπέζης, ακίνητος και με την επίσημον έκφρασιν, την οποίαν απλώνει εις τα χαρακτηριστικά η μεγάλη μορφή του θανάτου.
Τα βλέφαρα έμειναν ημίκλειστα με κάποιαν περίεργον έκφρασιν ελαφράς ειρωνείας, και μόνον το στόμα, όπου το κάτω χείλος ένεκα της ελλείψεως οδόντων έκαμεν να φαίνεται σφαιρικώτερος ο πώγων, ηνοίγεται και εκλείετο κατά διαστήματα, ως να άφηνε να φεύγη κατά δόσεις η ψυχή του ακαταβλήτου γέροντος.
Γύρω, ολίγοι εκ των οικείων του, μερικοί υπουργοί και ολίγοι αξιωματικοί τον περιεκύκλωναν, παρακολουθούντες με σφιγμένην καρδίαν τας τελευταίας εκφάνσεις της ζωής εις την μεγάλην φυσιογνωμίαν, ήτις εισήρχετο πλέον εις το σκότος του απείρου.
Ήτο στιγμή αρρήτου επισημότητος. Μία εποχή και μία σελίς της ιστορίας εκλείοντο μαζί με την μορφήν αυτήν.
Και η αγωνία εξηκολούθει.
Το σώμα και η αταξία της προχείρου εγχειρήσεως εσκευάζοντο προχείρως από μίαν χονδρήν στρατιωτικήν κουβέρταν όπου μόνον προς τα επάνω εφαίνετο το λευκόν υποκάμισον και η μελανή ρεδιγκότα· το δε δάπεδον, αιμόφυρτον και σπαρμένον από αιματωμένα βαμβάκια, έκανε ζωηροτέραν την εικόνα του τραγικού τέλους. Και εκύτταζα πάντοτε βαθέως συγκεκινημένος τα πλατέα χαρακτηριστικά του γέροντος, τα οποία πάντοτε αδρά και αρχοντικά ανεβάλλοντο την στιγμήν αυτήν έκφρασιν άπειρον ευγενείας και γαληνιότητος.
Απ’ έξω έφθασε ως βοή θαλάσσης κυματιζούσης ο θόρυβος του πλήθους.
Έξαφνα τα βλέφαρα έδυσαν εντελώς, το στόμα εκλείσθη και ο πλησίον ιστάμενος ανεψιός του κ. Φαρμακόπουλος έπαυψε δακρύων και τον ησπάσθη εις την κεφαλήν. Κραυγαί, λυγμοί, θρήνοι, αντήχησαν πρός στιγμήν εις το δωμάτιον γεμίζοντας με απερίγραπτον αγωνίαν την ψυχήν.
Ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης δεν υπήρχε πλέον”.

Δεδομένου ότι η κηδεία του Δηλιγιάννη ορίσθη για το Σάββατο 4 Ιουνίου 1905, ήτοι τέσσερις ημέρες αργότερα, και τις ημέρες εκείνες επικρατούσαν ιδιαιτέρως υψηλές θερμοκρασίες, αποφασίσθηκε η ταρίχευση του νεκρού πρωθυπουργού. Την διενήργησαν την πρωΐαν της 1η Ιουνίου οι ιατροί Δ. Ασιμής (ιδιαίτερος ιατρός του δολοφονηθέντος πρωθυπουργού), Βάφας, Φωκάς και Γερουλάνος στην επί της οδού 3ης Σεπτεμβρίου οικία του νεκρού. Η καρδιά του Δηλιγιάννη ετοποθετήθη σε αργυρό δοχείο, το οποίο παρεδόθη στους οικείους του. Παρά το προβεβηκός της ηλικίας του δολοφονηθέντος πρωθυπουργού τα όργανα του δολοφονηθέντος πρωθυπουργού παρουσίαζαν αρίστην εικόνα επιβεβαιούντα την άκραν υγείαν και την ισχυρή κράση του.

Δυστυχώς όμως η ταρίχευση απεδείχθη ατελής, δεδομένου ότι γρήγορα η σορός -που είχε ήδη εκτεθεί εντός της Μεγάλης Αιθούσης της Βουλής σε λαϊκό προσκύνημα- άρχισε να αναδίδει λίαν δυσάρεστη οσμή. Ως εκ τούτου απεφασίσθη νέα ταρίχευση, της οποίας η εκτέλεση αυτή την φορά ανετέθη στον καθηγητή της Ανατομικής Γεώργιο Λ. Σκλαβούνο. “Η ταρίχευσις διήρκεσεν επί πολλήν ώραν, επανελήφθη δε και τρίτη το απόγευμα, οπότε πλέον κατεδείχθη ότι είναι αδύνατον να μη αποδίδη δυσοσμίαν ο νεκρός αν δεν καλυφθή δι’ υαλίνου επικαλύμματος”.

Κατά την διενέργεια της ταριχεύσεως, ο Σκλαβούνος παρετήρησε και δεύτερο τραύμα κάτω του πρώτου, για το οποίο αναφέρονται τα εξής στην εφημερίδα ΑΘΗΝΑ της 4ης Ιουνίου 1905:
“Κατά την χθεσινήν ταύτην ταρίχευσιν ο επιχειρήσας ταύτην καθηγητής κ. Σκλαβούνος ανεκάλυψε και δεύτερον τραύμα κάτω του πρώτου.
Πολλοί των ιατρών υποθέτουν ότι πρόκειται περί ουλής παλαιάς ίσως εγχειρήσεως, ήτις ένεκα της σήψεως ηνοίχθη πάλιν και παρουσίαζε και άλλο τραύμα. Αφ’ ετέρου ο καθηγητής κ. Κατερινόπουλος, όστις ήτο μεταξύ των πρώτων βοηθησάντων τον θνήσκοντα πρωθυπουργόν, έλεγε χθες ερωτηθείς:
– Ενδέχεται να υπάρχη τοιούτον τραύμα το οποίον όμως δεν είδομεν κατά την ώραν της εγχειρήσεως, διότι δεν τον εξεδύσαμεν εντελώς. Αλλά πάλιν πώς δεν το είδον οι επιχειρήσαντες την πρώτην ταρίχευσιν;”.
Και καταλήγει η εφημερίδα με το σχόλιο: “Οπωσδήποτε το ζήτημα μένει άλυτον. Άλλωστε τι εν και τι δύο κτυπήματα, αφού ο Θ. Π. Δηλιγιάννης ευρίσκεται εις το φέρετρόν του”.

Σύμφωνα με το βούλευμα του Συμβουλίου των εν Αθήναις Πλημμελειοδικών:
“Περί ώραν 5ην μ.μ. της 31ης Μαΐου 1905, ενώ ο τότε πρωθυπουργός κατήρχετο της αμάξης του ίνα εισέλθη εις την Βουλήν, άνθρωπός τις με πενιχράν και ρερακωμένην περιβολήν απαίσιος δε την μορφήν και το ήθος εφάνη σπεύδων εις συνάντησιν αυτού, όστις μη υποπτευθείς κακόν τι και υπολαβών φαίνεται ότι ο πλησιάζων αυτόν άνθρωπος του λαού είχε ν’ απευθύνη αυτώ παράκλησίν τινα ή παράπονον δεν απέφυγε την συνάντησιν αυτού. Ούτος όμως δια ταχύτητος αστραπιαίας και χωρίς να δώση καιρόν ούτε εις τον πρωθυπουργόν ούτε εις τους παρισταμένους φρουρούς να αντιληφθώσι τας κινήσεις του και κατανοήσουν τον σκοπόν του εβύθισε δις την αμφίστομον μάχαιράν του εις την κοιλιακήν χώραν τούτου.
Ο σεβάσμιος γέρων δεν ησθάνθη αμέσως τα θανατηφόρα πλήγματα, πλην εκλονίσθη, ωπισθοχώρησεν ολίγα βήματα και προσεπάθει να συγκρατήση εαυτόν όρθιον, προσέτρεξαν δε οι παρατυχόντες και παραλαβόντες τον σεβαστόν τραυματίαν ωδήγησαν αυτόν εις τον παρακείμενον σταθμόν των πρώτων βοηθεών, όπου μετά μίαν ώραν εξέπνευσεν καταστάσης ατελεσφόρου ως εκ των πολλών τραυμάτων της εγκαίρως και αμέσως παρασχεθείσης ιατρικής συνδρομής”.

Στην περιεχομένη στο ανωτέρω βούλευμα έκθεση των ιατρών “ο δολοφονηθείς έφερε δύο τραύματα, εν μεν κατά την ρίζαν του υπογαστρίου δεξιά, διήκον μέχρι του περιτοναίου υπό το δέρμα, το δε έτερον, μεγαλύτερον, κάτωθι της ξιφοειδούς αποφύσεως και ολίγον δεξιά όπερ και διήλαυνε το ήπαρ από της άνω αυτού επιφανείας μέχρι του οπισθίου χείλους εκ των δύο τούτων τραυμάτων το πρώτον, κείμενον υπό το δέρμα και μηδέν επίσημον όργανον κακώσαν μηδέ μείζον τι αιμοφόρον αγγείον, ήτο μικράς σημασίας όσον αφεώρα την ζωήν, το δεύτερον όμως τραύμα, το μετά τα κοιλιακά τοιχώματα διασχίσαν το ήπαρ από της άνω αυτού επιφανείας μέχρι του οπισθίου χείλους εις μήκος 13-14 εκατοστών και χιλιοστών τινων διέταμε και ηνέωξε μεγίστους κλώνας εκ των εν τω αδένι τούτω αγγείων. Εκ της διανοίξεως δε των τμηθέντων αγγείων τούτων προήλθε μεγάλη αιμορραγία, εξ ης μεγάλη αναιμία των οργάνων, αναγκαία δε ακολουθία της μεγάλης ταύτης αιμορραγίας ήτο ο θάνατος, διότι ένεκα του μεγέθους του τραύματος και της ραγδαίας εξ αυτού αιμορραγίας δεν ήτο δυνατόν η χειρουργική επιστήμη να εκτελέση πλειόνας των εκτελεσθεισών χειρουργικάς εργασίας”.

Η έκθεσις αυτή διαφέρει σημαντικά ως προς το περιεχόμενο από εκείνην που εδημοσιεύθη μετά την πρώτην νεκροτομήν και κατά η οποία έχει ως εξής:
“Η έκθεσις των ιατρών οι οποίοι εξήτησαν τον δολοφονηθέντα Πρωθυπουργόν άμα τω τραυματισμώ του εντός του Σταθμού των Βοηθειών δημοσιευθείσα έχει ούτω.
Ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως Θ. Π. Δηλιγιάννης έφερε τραύμα διαμπερές δια μαχαίρς κατά το δεξιόν υποχόνδριον υπό τας νόθους πλευράς. Το τραύμα τούτο ήτο κάθετον και είχε μήκος περί τα 8 ε.Μ. Εκ του τραύματος τούτου ανέβλυζεν άφθονον αίμα φλεβικόν. Η διάνοιξις της κοιλίας έδειξε τρώσιν του περιτοναίου άνευ καταφανούς βλάβης του ήπατος, μεγάλη δε ποσότης αίματος υπήρχεν υπό το ήπαρ. Ανελκύσαντες το όργανον τούτο ανεύρομεν την αρχικήν αιτίαν της αιμορραγίας, ήτις προήρχετο εκ τρώσεως των περί το ήπαρ μεγάλων αγγείων. Η αιμορραγία ήτο τοιαύτη, ώστε δεν ήτο δυνατόν να επισχεθή, και επέφερε εν βραχυτάτω χρόνω τον θάνατον.
Εν Αθήναις, τη 31 Μαΐου 1905
Οι καθηγηταί
Σ. Μαγγίνας , Γ. Φωκάς, Ε. Καλλιοντζής
Δ. Κατερινόπουλος, Μ. Γερουλάνος.

Πέραν όμως του δευτέρου τραύματος, η νέα ταρίχευση της σορού έμελλε να φέρει εις φως και κάποια άλλα άκρως ενδιαφέροντα ευρήματα, συγγενούς -αυτή τη φορά- αιτιολογίας.
Πράγματι, κατά την αποκάλυψη του προσθίου θωρακικού τοιχώματος του Δηλιγιάννη διεπιστώθη σ’ αυτό η παρουσία τριών συγγενών διαμαρτιών.
Κατά συγκυρίαν, οι συγγενείς διαμαρτυρίες και παραλλαγές, και ιδίως η παρουσία ανωμάλων μυών στο πρόσθιο θωρακικό τοίχωμα του ανθρώπου, αποτελούσαν εκείνη την εποχή αντικείμενο συστηματικής έρευνας εκ μέρους του επιστημονικού προσωπικού του Ανατομείου. Ως εκ τούτου, τα ασυνήθη ανατομικά ευρήματα που παρατηρήθηκαν επί της σορού του Δηλιγιάννη περιγράφηκαν πλήρως και εικονογραφήθηκαν λεπτομερώς εκ μέρους του εν λόγω προσωπικού.
Τα ενδιαφέροντα ευρήματα ανακοινώθηκαν αρχικώς στο Ε’ Πανελλήνιο Ιατρικό Συνέδριο, το οποίο πραγματοποιήθηκε το αμέσως επόμενο έτος στην Αθήνα. Την ανακοίνωση έκανε ο Πάνος Ηρ. Καλής, επιμελητής τότε του Ανατομείου. Στα Πρακτικά του Συνεδρίου ο Καλής περιγράφει τα νεκροτομικά ευρήματά του ως εξής:

“Μεταξύ δε των άλλων προστερνιτών, ους εν τω Ανατομείω παρεσκεύασα, αρκούντως ενδιαφέρουσα είνε περίπτωσις διφυούς προστερνίτου μυός, παρατηρηθέντος υπό του ημετέρου διδασκάλου κ. Σκλαβούνου ουχί επί κοινού θνητού, αλλά επί του Θεοδώρου Δηλιγιάννη κατά την ταρίχευσιν αυτού.
Και ο μεν δεξιός προστερνιτής, έχων μήκος 6 εκτμ. εκφύεται τενοντώδης 1) εκ της θήκης του ορθού κοιλιακού, 2) εκ του χόνδρου της 6ης και 5ης πλευράς· φερόμενος δε κατά μήκος του πλαγίου χείλους του στέρνου μετέβαινε ισοϋψώς τω χόνδρω της 2ας πλευράς εις τένοντα όστις συνείχετο πρώτον και κυρίως μετά του καταφυτικού τένοντος του στερνοκλειδομαστοειδούς, έπειτα δε μετά του τένοντος του αριστερού στερνοκλειδομαστοειδούς· ενευρούτο δε υπό των μεσοπλευρίων νεύρων.
Ο δε αριστερός μυς, σχεδόν άπας τενοντώσης ως, έχει μήκος 10 εκτμ. και πλάτος 0,5 εκτμ. εξεφύετο δε κε του προσθίου στερνικού υμένος ισοϋψώς τω χόνδρω της 5ης και 6ης και προς τα άνω φερόμενος συνήπτετο μετά της εκφύσεως των δεσμίδων του μείζονος θωρακικού ισοϋψώς τω 1ω μεσοπλευρίω διαστήματι.
Ενταύθα δ’ αναφέρομεν και τινας άλλας παραλλαγάς, ας παρετηρήσαμεν επί του θωρακικού τοιχώματος του Θεοδώρου Δηλιγιάννη, παρασκευαζόντες τον πρόσθιον στερνίτην μυν αυτού.
Και εν πρώτοις, όσον αφορά εις τον στέρνον, όπερ διακρίνεται δια το μήκος αυτού, παρατηρούμεν τας εξής διαφοράς, ας παραθέτομεν εν τω επομένω πίνακι εν συγκρίσει προς τα κατά Sappey κατά μέσον όρον καταμετρήσεις του στέρνου (Πίν.).
Κατά την κορυφήν δε της αποφύσεως υπήρχε και τμήμα διαμέτρου 0,5 εκτμ.
Και ταύτα μεν περί του στέρνου. Επί δε της οπισθίας επιφανείας του στέρνου υπήρχε και έτερος διφυής μυς ανώμαλος, τον οποίον προς διαστολήν από του προσθίου στερνίτου μυός και του επί της οπισθίας επιφανείας του στέρνου υπάρχοντος τριγώνου στερνίτου καλούμεν οπίσθιον στερνίτην μυν.
Ο οπίσθιος ούτος στερνίτης μυς, εξεφύτερο εκ του χόνδρου της 4ης πλευράς και της στερνοχονδρικής διαρθρώσεως, κατεφύετο αριστερά μεν εις την 1ην πλευράν και την οπισθίαν επιφάνεια της λαβής παρά το πλάγιον χείλος αυτής, έτι δε δια τενοντίου δεσμίδος και εις τον χόνδρον της 2ας πλευράς. Προς δε τα δεξιά κατεφύετο εις την δευτέραν πλευράν και εις την οπισθίαν επιφάνειν της λαβής του στέρνου, συναπτόμενος μετά του στερνοϋειδούς μυός”.

Συνοπτική περιγραφή των συγγενών διαμαρτιών του Δηλιγιάννη παρέθεσε ο καθηγητής Γεώργιος Σκλαβούνος στο περίφημο σύγγραμά του Ανατομική του Ανθρώπου (το καλύτερο μέχρι σήμερα ελληνικό ιατρικό βιβλίο), του οποίου η πρώτη έκδοση κυκλοφόρησε στην Αθήνα το αμέσως επόμενο έτος (1906). Μνεία της περιπτώσεως έκανε ο Σκλαβούνος και στις δύο νεώτερες εκδόσεις του συγγράμματός του.
Από εμβρυολογικής απόψεως οι στερνίτες μύες αποτελούν παράγωγα της μυϊκής ταινίας των ορθών μυών, η οποία με τη σειρά της αποτελεί παράγωγο των υπομερίων τμημάτων των μυοτομών. Συνήθως η μυϊκή ταινία περιορίζεται στην κοιλιακή χώρα, όπου σχηματίζει τους ορθούς κοιλιακούς μυς, σπανίως όμως αναπτύσσεται στη μία ή στην άλλη πλευρά του στέρνου ως στερνίτης μυς. Το στέρνο αναπτύσσεται από ένα ζεύγος επιμήκων μεσεγχυματικών πυκνώσεων, τις στερνικές ταινίες, οι οποίες σχηματίζονται στο προσθιοπλάγιο σωματικό τοίχωμα κατά την 6η εβδομάδα της αναπτύξεως του εμβρύου. Την 7ην εβδομάδα οι εν λόγω ταινίες συμπλησιάζουν και αρχίζουν να συνενώνονται, ενώ ταυτοχρόνως καθίστανται χόνδρινες. Η συνένωσι ολοκληρώνεται την 9η εβδομάδα με τον σχηματισμό της ξιφοειδούς αποφύσεως. Επομένως, οι ανατομικές ιδιαιτερότητες του προσθίου θωρακικού τοιχώματος του Δηλιγιάννη σχηματίσθηκαν κατά το χρονικό διάστημα από της 6ης έως την 9η εβδομάδα της εμβρυϊκής ζωής του.
Οι εν λόγω ανατομικές ιδιαιτερότητες του Δηλιγιάννη θα παρέμεναν για πάντα αδιάγνωστες εάν δεν εδολοφονείτο, εάν δεν απητείτο και δεύτερη ταρίχευση και εάν αυτή η δεύτερη ταρίχευση δεν ανετίθετο στον Γεώργιο Σκλαβούνο.

(239)