Eπί ένα εικοσιτετράωρο εφιλοξένησε η πόλις μας την παρελθούσαν Τρίτην την θετήν κόρην του Μουσταφά Κεμάλ, Αφέτ Χανούμ*.  Αύτη ταξιδεύσασα υπό αυστηρόν ιγκόγκνιτο, συνοδεύετο υπό του Τούρκου βουλευτού και συγγραφέως Ρουσέν Εσρέφ Βέη μετά της κυρίας του, του κ. Δ. Γεωργιάδου ανωτάτου υπαλλήλου του υπουργείου των εξωτερικών και ενός αστυνομικού της ειδικής ασφαλείας Αθηνών .
Από πρωίας η Διοίκησης Χωροφυλακής κατόπιν τηλεγραφήματος έλαβε τα κατάλληλα  μέτρα και ανέθεσε εις ανώτερον όργανον αυτής την παρακολούθησιν και τα καθήκοντα ξεναγού. Η εδώ άφιξις της υψηλής  ξένης μάς ετηρήθη απολύτως μυστική. Το μόνον το οποίον εγνωρίζαμε, ήτο ότι προήρχετο εξ  Ολυμπίας όπου είχε μεταβεί μέσω Πατρών.

Τας απογευματινάς ώρας της παρελθούσης Τρίτης συνοδευομένη η υψηλή επισκέπτις μας υπό των ως άνω συνοδών της εθεάθη εις την οδόν Καλαβρύτων, το δε χαρακτηριστικόν εις την περίπτωσην αυτήν είναι ότι ουδόλως εκέντησε την περιέργειαν των συμπολιτών μας, οι οποίοι ουδέ καν εφαντάσθηκαν ότι πρόκειται περί της κόρης του Κεμάλ.

Την επομένην, ως μας επληροφόρησαν εις το ξενοδοχείον, οι υψηλοί ξένοι μας ανεχώρησαν δια Μιστράν και Σπάρτην και ότι θα επέστρεφαν αργά το εσπέρας. Συν τοις άλλοις ελάβομεν και την οδυνηράν πληροφορίαν ότι η Χανούμ δημοσιογραφικώς καθίσταται αποσπέλαστος, παρεκάλεσε δε το προσωπικόν του ξενοδοχείου να παραπλανήσει τους δημοσιογράφους –οι οποίοι εδώ που τα λέμε την έπαθαν μια χαρά.

Οπλισμένοι με μολύβι και χαρτί και με ελάχιστες ελπίδες συνεντεύξεως, υπομονετικοί εκάναμε συνεχώς βόλτες στο πάρκο της πλατείας Κολοκοτρώνη. Μια ώρα ακόμη και πουθενά να φανεί το αναμενόμενον αυτοκίνητο, πράγμα το οποίον μας έπεισε ότι την πάθαμε και μεις σαν του άλλους συναδέλφους.

Είναι η ώρα 7 και 15΄ και προχωρούμεν προς την έξοδον του πάρκου όπου ένα διαπεραστικό κορνάρισμα και σε λίγον ένα απότομο φρενάρισμα αυτοκινήτου μας έκανε να τρέξωμε  προς το «Αρκαδίαν». Ητο εκείνο. Κατάφορτο από λογής λογής λουλούδια και… σκόνη προβάλλει από την πόρτα του ανάμεσα το κεφαλάκι της υψηλής ξένης μας.  Πρώτος κατέρχεται ο κ. Γεωργιάδης και μετ΄ολίγον ο Ρουσέν Εσρέφ ο οποίος βοηθεί την Χανούμ να κατέβει. Προσπαθούμε να κρύψουμε την ιδιότητά μας και να φαινόμεθα σαν συνηθισμένοι περίεργοι, καραδοκούντες την «ψυχολογικήν στιγμήν».

Με βάδισμα καθ΄ όλα πριγκιπικό και σβέλτο ανέρχεται τας βαθμίδας της σκάλας και κατευθύνεται στα διαμερίσματά της. Μια άστοχη ενέργειά μας μπορούσε να σημάνει την αποτυχία μας , γι΄ αυτό  τας ελπίδας μας στηρίξαμε στον κ. Γεωργιάδη, ο οποίος άλλωστε θα μας συνεπάθη, σαν παλαίμαχος δημοσιογράφος.

  • Κύριε Γεωργιάδη, μια μικρά συνέντευξι με την Χανούμ για τον «Αρκαδικό Τύπο».
  • Είναι τελείως αδύνατον, μόλον τούτο θα διαβιβάσω την επιθυμία σας στην Χανούμ και ελπίζω κάτι να γίνει. Περιμένετε όμως λίγο να συνέλθει από τον κάματο του ταξιδίου ή μάλλον περιμένετε να σας φέρω την απάντησιν. Στο σαλονάκι του ξενοδοχείου καθισμένοι περιμέναμε πέντε λεπτά, πέντε αιώνας. Σε λίγο στο κεφαλόσκαλο διεγράφηκε η σιλουέτα της Χανούμ ήτις κατήλθε εις συνάντησίν μας.

Άξαφνα μας κατέλαβε μια κάποια δειλία η οποία στο τέλος υπεχώρησε προ του συναισθήματος της επιτυχίας.

  • Ποίος είναι ο δημοσιογράφος που με εζήτησε; Ρώτησε εις άπταιστον ελληνικήν αναμεμειγμένη με ξενικήν προφοράν.
  • Χανούμ οφείλομε πρώτα να σας εκφράσουμε τον ανυπόκριτον ενθουσιασμόν μας και την χαράν μας την οποίαν μας ενεποίησε η εντεύθεν διέλευσις σας και παρακαλούμεν να δεχθήτε την δοκιμασίαν μιας μικράς δημοσιογραφικής συνεντεύξεως,  η οποία προορίζεται δια τον λαόν της Αρκαδίας.
  • Ευχαρίστως, πλην όμως θα σας παρακαλέσω εν συντομία, δεδομένου ότι είμαι πάρα πολύ κουρασμένη… Εκθέσατέ μου τα ερωτήματά σας.
  • Θα ηθέλατε να σας ερωτήσω μεν πρώτα πώς είδατε την Ελλάδα κατά την περιοδίαν σας και ειδικώς την Τρίπολιν;
  • Την Ελλάδα και πρό των πολέμων και μετά τούτους την αγαπούσα και την αγαπώ, ως μητέρα εκάστης τέχνης και επιστήμης. Νομίζω ότι ζω εις τελείως φιλικόν έδαφος και περιστοιχίζομαι από ανθρώπους που καταλαβαίνω ότι με αγαπούν. Η Τρίπολης είναι μια πόλις με ευρύ μέλλον και μέλει να γίνει η καλλιτέρα πόλις της Πελοποννήσου. Εις ένα μικρόν περίπατον που έκανα χθες αντελήφθην την πλεονεκτικήν της θέσην εν συγκρίσει με τας άλλας· είναι η πόλις του τουρισμού και θα μείνει τοιαύτη.

 

  • Χανούμ θα είχατε την καλοσύνην να μας εξεθέσετε τις εντυπώσεις σας από την Πελοπόννησον;
  • Α! Ναι! Με συνεκίνησε βαθύτατα το φιλόξενον της Πατρίδος σας και δεν βρίσκω λόγια να εκφράσω τα συναισθήματά μου. Θα είδατε βεβαίως ότι το αυτοκίνητον ήτο γεμάτο λουλούδια από ευγενικές προσφορές. Πάντως έχω υπόψιν μου μετά την ανά την Ελλάδα περιοδίαν μου να εκδώσω και να δημοσιεύσω  τα απομνημονεύματά μου και τις εντυπώσεις μου από την Ελλάδα. Σ’ αυτό  θα με βοηθήσει πολύ ο συνοδός μου συγγραφεύς και βουλευτής Ρουνέν Εσρέφ Βέης.

Μια ακόμη ερώτησιν τριβελίζει τον νού μας να την  ριψοκινδυνεύσουμε. Βρίσκουμε τον κατάλληλο χρόνο την στιγμή που ετοιμάζει να καπνίσει  ένα σιγαρέττο.

  • Τι φρονείτε Χανούμ δια το Ελληνοτουρκικό σύμφωνο φιλίας; (Κάπως στεναχωρημένη δια την ερώτησιν εις την οποίαν δεν έχει αρμοδιότητα απαντήσεως μας, απαντά)
  • Είναι ο ενδόμυχος πόθος και το όνειρον των δύο κρατών δια του οποίου θα διαλάμψουν ημέραι ευτυχίας και καθολικής ευμαρίας. Είμαι βεβαία ότι Ελλάς και Τουρκία, δύο κράτη έξυπνα και εργατικά, θα θριαμβεύσουν εμφορούμενα από κοινά συμφέροντα υπό την σκέπιν μιας ειλικρινούς φιλίας.

Με την τελευταία ερώτησιν και με ένα μειδίαμα της ακαθόριστο μας κάνει να εννοήσουμε ότι εσήμανε το τέλος της συνεντεύξεως. Έδωσε πρώτη την λήξιν της εγερθείσα, πλην όμως το περίφημον «αυτόγραφον» δια το οποίον είχαμε ετοιμάσει ακαταμάχητα επιχειρήματα εματαιούτο.

  • Χανούμ, για την ανάμνησιν της εντεύθεν διελεύσεως σας θα μας γράψετε κάτι.  Και προτείναμε  το σημειωματάριο και το μολύβι.
  • Κατ’ αρχάς υποσχέθην εις τον εαυτόν μου να ταξιδεύσω κυριολεκτικώς ιγκόγκνιτο  και χωρίς αυτόγραφα. Δεν μπόρεσα όμως να διατηρήσω απαραβίαστον το πρώτον, στο δεύτερο όμως εννοώ να κρατήσω τον λόγο μου.

Και μας άφησε να την ευχαριστήσουμε δια την εξαίρεσιν του πρώτου το οποίο μας ικανοποιεί απολύτως.  Αν όμως αρνήθηκε εις τους δημοσιογράφους συνεντεύξεις και αυτόγραφα, το τελευταίο όμως  δεν αρνήθηκε στην Δ/νσιν της «Αρκαδίας» όπου εις ειδικόν βιβλίον ανέγραψε:

Arcadie oteli muntajane ve rahat din otet.
Tripoliza 27 IX 933.
Afet.

Η Χανούμ την 6η πρωινήν της παρελθούσης Πέμπτης μετά της συνοδείας της ανεχώρησε δια Άργος-Τύρινθα-Ναύπλιον και εκείθεν δι’ Αθήνας. Εις τους ενδιαμέσους σταθμούς γνωσθείσα η παρουσία της επροκάλεσε θερμάς υποδοχάς και εκδηλώσεις συμπαθείας και μόνη η Τρίπολις δεν απέδωσε τιμήν εις την υψηλήν  ξένην μας.  Να είναι άραγε ευχαριστημένη η Χανούμ γι’ αυτό;

Αρκαδικός Τύπος
1 Οκτωβρίου 1933

Επιμέλεια Θ.Τ.

* Η Χανούμ ήταν μία κόρη από τα οκτώ παιδιά, που, είχε υιοθετήσει ο Κεμάλ, καθότι, ο ίδιος, δεν μπορούσε να κάνει παιδιά… Το όνομά της ήταν αυτό της γιαγιάς της, μητέρας του Κεμάλ… Έκανε βόλτα στην Καλαβρύτων, αφού, εκεί, υπήρχε η περίφημη Δεντροστοιχία, από πελώριες λεύκες και ακακίες…

(104)