Από την ημέρα που ο Ελληνικός Στρατός άρχισε την αντεπίθεση του στις κορφές της Πίνδου, και ξεχύθηκε σαν ορμητικός χείμαρρος στην κοιλάδα του Αώου, συντρίβοντας καθ’ εμπόδιο που συναντούσε μπροστά του, φυσικό ή ανθρώπινο, η Νίκη παράστεκε αδιάκοπα στο πλευρό του, ποτισμένη άφθονα με το ανεκτίμητο αίμα του.

Καταντροπιασμένος ο Μουσολίνι για την τόση ταπείνωση του στρατού της κραταιάς αυτοκρατορίας του, εξευτελισμένος στην υπόληψη του Αδόλφου Χίτλερ και γεμάτος απέραντη λύσσα, είπε από το Φλεβάρη του 1941, πως θα κάμει στην εποχή των Ρόδων μια τόσο γιγάντια επίθεση, που ο Ελληνικός Στρατός θα σαρωνότανε μια για πάντα από την Αλβανία. Και αφού έκανε τεράστιες προετοιμασίες, πήγε στις αρχές του Μάρτη στο Μέτωπο, με τη θεαματική συνοδεία κορυφαίων φασιστών, για να οδηγήσει ο ίδιος, καθώς έλεγε, τα ιταλικά στρατεύματα στην επίθεση.

Ο Ελληνικός Στρατός, κατακουρασμένος από τους τετράμηνους σκληρούς αγώνες του, ταλαιπωρημένος από τη βαρυχειμωνιά και τις στερήσεις, κρατούσε ωστόσο τις θέσεις του ακλόνητα επάνω στις χιονοσκέπαστες κορυφές των βουνών, με την απόφαση να τις υπερασπίσει ως την τελευταία του πνοή.

Αυτή με λίγα ήτανε η κατάσταση στο Μέτωπο τις αρχές του Μάρτη 1941.
Και τώρα ας ρίξουμε μια γοργή ματιά στο πεδίο της μάχης, ή μάλλον στο μέρος που έγινε η Εαρινή επίθεση των Ιταλών:

Από τα Γιάννενα ξεκινά ένας μεγάλος στρατηγικός δρόμος, που περνώντας τα σύνορα πηγαίνει στην Πρεμετή, συνεχίζει, και φθάνει στα Στενά της Κλεισούρας, και από κει, στρέφοντας βορειοδυτικά, από τη βόρεια άκρη του όρους Τρεμπεσίνα, πάει στο Βεράτι.
Ο δρόμος αυτός στ’ αριστερά του έχει τις οροσειρές της Νεμέρσκας και της Τρεμπεσίνας, και στα δεξιά τις οροσειρές Σεβρανίν-Γαρονίν-Σπάνταρ.
Βρίσκεται δηλαδή χωμένος βαθιά στις ακρώρειες τους και αν τον φαντασθεί κανένας από ψηλά, μοιάζει με τεράστιο φίδι, που σέρνεται ανάμεσα σε μαυρωπά βράχια και δασωμένες πλαγιές.

Η στρατηγική σημασία του δρόμου είναι πολύ μεγάλη, επειδή από ‘κει έπρεπε να κάνει τις μετακινήσεις και τους ανεφοδιασμούς του ο Ελληνικός Στρατός του κεντρικού Τομέα, και αντίστοιχα θα μπορούσε να κινηθεί ο ιταλικός στρατός από το μεγάλο στρατιωτικό κέντρο του Βερατιού, για να σαρώσει την ελληνική αντίσταση.

Στη βορεινή άκρη της Τρεμπεσίνας σχηματίζεται διάσελο, που το λένε Κιάφε-Λούζιτ και έχει στα δεξιά του, δηλαδή στα βορειοδυτικά, μιαν άλλη οροσειρά, που την λένε Σιάλεσι. Από το διάσελο αυτό περνά ο μεγάλος δρόμος που πάει στο Βεράτι, και, όπως στο νότιο άκρο της Τρεμπεσίνας σχηματίζονται τα Στενά της Κλεισούρας, έτσι και σε τούτο που περιγράψαμε, στο βόρειο δηλαδή, σχηματίζονται άλλα Στενά, που η στρατηγική τους σημασία δεν είναι μικρότερη.
Αν μάλιστα λάβουμε υπ’ όψη μας και τις τεράστιες δυνάμεις που διαθέσανε στην επίθεσή τους οι Ιταλοί, η σημασία των Στενών του 731 είναι ακόμη πιο μεγάλη.
Στη νοτιοδυτική άκρη της οροσειράς του Σιάλεσι βρίσκεται το ύψωμα 731, που δεσπόζει -καθώς λέμε εμείς οι στρατιωτικοί- δηλαδή έχει στη διάθεσή του, από κάτω του, τον μεγάλο δρόμο του Βερατιού.

Το ιταλικό σχέδιο ήτανε να χτυπηθεί η αμυντική μας τοποθεσία και να καταληφθεί ο δρόμος, που από τα Στενά του Κιάφε Λούζιτ -731 πηγαίνει στα Στενά της Κλεισούρας- Πρεμετή- Γιάννενα.
Σε περίπτωση επιτυχίας του, ολόκληρο το Β’ Σώμα Στρατού, που κρατούσε με πέντε Μεραρχίες του τις οροσειρές Νεμέρσκα, Τρεμπεσίνα, Μάλι, Σεντέλι, Σπανταρίτ έπρεπε να αιχμαλωτισθεί, αφού το πιο μεγάλο μέρος του θα τσακιζότανε από τα ιταλικά μηχανοκίνητα. Ο παραλιακός Τομέας με τις άλλες τέσσερις Μεραρχίες του Α’ Σώματος Στρατού, θα χτυπιότανε από τα νώτα και τα πλευρά, και τέλος ο νικηφόρος ιταλικός στρατός θα έφθανε σε μια μέρα στα Γιάννενα.

Οι Ιταλοί για την Εαρινή επίθεσή τους διαθέσανε δώδεκα επίλεκτες, συμπληρωμένες Μεραρχίες, τετρακόσια κανόνια, μεγάλο αριθμό τανκς και εκατοντάδες αεροπλάνα σ’ ένα μέτωπο 5 χιλιομέτρων.
Απέναντί τους ο Ελληνικός Στρατός είχε μόνο πέντε Μεραρχίες I, V, XV, VI και μέρος των XI και XVII κατατσακισμένες από τετράμηνους σκληρούς αγώνες, με 64 κανόνια και χωρίς αεροπορία. Στα Στενά του 731, ειδικότερα, εκεί δηλαδή που έγινε η πιο μεγάλη προσπάθειά τους, οι Ιταλοί διαθέσανε 20 τάγματα με 96 κανόνια και ο Ελληνικός Στρατός τους αντιμετώπισε με 5 τάγματα και 28 κανόνια.

Ξημέρωνε η 9 του Μάρτη του 1941. Πυκνή καταχνιά σκέπαζε τα πάντα και τίποτα δεν είχε φανερώσει πως θ’ άρχιζε σε λίγο ένας από τους φοβερότερους αγώνες στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.
Στις 7 το πρωί αρχίζει ξαφνικά ένας τρομαχτικός βομβαρδισμός της γραμμής μας από το ιταλικό πυροβολικό κάθε διαμετρήματος και τους όλμους. Θα έλεγες πως έφθασε το τέλος του κόσμου. Η γη σπάραζε αδιάκοπα, η ατμόσφαιρα γέμιζε παντού με τους βροντερούς αντίλαλους, και δεν έβλεπες παρά φλόγες και καπνούς περίγυρα. Τηλεφωνικά σύρματα, οπτικοί, παρατηρητήρια γίνανε συντρίμμια, και κάθε επικοινωνία της πρώτης γραμμής με τη διοίκηση διακόπηκε. Τελευταίο μήνυμα δόθηκε μ’ έναν οπτικό, πριν θολώσει η ατμόσφαιρα: «Τηρήσατε θέσεις σας μέχρις εσχάτων!» Κι ενώ συνεχιζότανε ο πρωτάκουστος εκείνος βομβαρδισμός, διακόσια ιταλικά αεροπλάνα κατεβήκανε ως τα πενήντα μέτρα χαμηλά, και πυροβολούσανε τις θέσεις που έμεναν οι εφεδρείες.

Το κακό εκείνο κράτησε δυόμισι ώρες, και τ’ αποτελέσματά του ήτανε τρομαχτικά… Δεν έμεινε τίποτα όρθιο. Ένα δάσος που έζωνε το ύψωμα 731 κατακόπηκε σε τέτοιο σημείο από τις κανονιές ώστε βλέποντάς το κανείς ύστερα θα σχημάτιζε την αντίληψη πως το ξεριζώσανε συστηματικοί ξυλοκόποι… Τα βράχια είχανε γίνει σκόνη. Όπου η γη ήτανε μαλακιά γέμισε από πελώριους λάκκους…· υψωματάκια ισοπεδωθήκανε…, χαρακώματα, συρματοπλέγματα, σκέπαστρα, φωλιές πολυβόλων χαθήκανε κάτω από την καταιγίδα του σίδερου και της φωτιάς και δεν έβλεπες ύστερα παρά όγκους αγνώριστους από πέτρες, σίδερα, ξύλα, κουρέλια και λάσπη…

Μόλις έπαψε ο βομβαρδισμός έκανε την εξόρμησή του το ιταλικό πεζικό… κατά του δεξιού μας, όπου τα υψώματα 709 και 710, ταυτόχρονα όμως βγήκανε από τις τρύπες της γης που είχανε χωθεί σαν τυφλοπόντικες οι φαντάροι μας, και τρέξανε στις θέσεις μάχης, να τους υποδεχτούνε… Για τους Ιταλούς θα φάνηκε απίστευτο να είχε μείνει ένας ζωντανός από τους δικούς μας, ύστερα από τόσο άγριο βομβαρδισμό… απίστευτο, και να μην είχανε τρελαθεί από τον τρόμο τους, όσοι τυχόν σωθήκανε… Και όμως λειτουργήσανε περίφημα όλα μας τα αυτόματα όπλα, και οι φαντάροι μας, μαύροι, καταλασπωμένοι, σαν αγριάνθρωποι από το σούρσιμο στο λασπόχιονο, ετοιμάστηκαν με το τουφέκι και τις χειροβομβίδες να υπερασπίσουνε τις θέσεις τους.

Η επίθεση κράτησε μια ώρα. Οι Ιταλοί, ξεκούραστοι, γεμάτοι από το πολεμικό μένος που τους έδωσε το πανίσχυρο πυροβολικό τους, φτάσανε σταθεροί έως τα 50 μέτρα, και με άγριες πολεμικές κραυγές αρχίσανε την έφοδο τους στα χαρακώματα μας. Τους υποδέχθηκε όμως βροχή από χειροβομβίδες, και ο αγώνας κράτησε άλλη μίαν ώρα, ως που άστραψε η ξιφολόγχη επάνω στα ντουφέκια των φαντάρων μας… Τότε άρχισε η υποχώρηση των Ιταλών, και το κυνηγητό τους έως τη χαράδρα Βέλες, όπου πιάσαμε και 24 αιχμαλώτους.

Άλλα ιταλικά τμήματα επιτεθήκανε κατά του αριστερού μας, εκεί που είναι το ύψωμα 731. Και εκεί όμως τους αποδεκατίσανε οι Λόχοι μας, και τους αναγκάσανε να υποχωρήσουνε με… τιμητική συνοδεία τα εύστοχα πυρά του πυροβολικού μας.

Την ίδια ώρα μια διλοχία, με διοικητή τον πρίγκηπα των Βουρβώνων της Πράγας, που ήτανε λοχαγός, κάνει μια ορμητική επίθεση στο ύψωμα 717, όπου βρίσκονταν οι προφυλακές μας -δυο διμοιρίες πεζικού και μια διμοιρία πολυβόλων- και τις αναγκάζει να υποχωρήσουνε. Συνεχίζοντας μ’ επιτυχία την προχώρηση τους η διλοχία των Ιταλών χτυπά ένα τμήμα μας της τοποθεσίας αντιστάσεως στα ριζά του υψώματος 731, και προχωρεί σε βαθμό επικίνδυνο μέσα στις γραμμές μας. Τότε οι ταγματάρχες μας Κώστας Περάκης και Μήτσος Κασλάς μπαίνουν επικεφαλής της μοναδικής τοπικής εφεδρείας μας που είχε δύναμη ενός ουλαμού, και χτυπούν την ιταλική διλοχία κρατερά. Ύστερα από σκληρό αγώνα κατορθώνουν να την κλονίσουν και να τη διώξουν από την τοποθεσία μας της αντιστάσεως, έως τα χαρακώματα των προφυλακών, όπου την άφησαν, ακίνδυνη πια και τσακισμένη, να εγκατασταθεί. Στη μάχη αυτή σκοτώθηκε ο πρίγκηπας των Βουρβώνων της Πάρμας.

Στις 4 τ’ απομεσήμερο και στις 6.30′ οι Ιταλοί, αφού βομβαρδίσανε και πάλι με πυροβολικό και αεροπλάνα την αμυντική μας γραμμή, έκαμαν επιθέσεις επίμονες, που κρατήσανε ως το βράδυ, με αποτέλεσμα ν’ αποδεκατιστούνε και πάλι…

Στις 10 του Μάρτη έγιναν τρεις επιθέσεις. Στις 11, δύο επιθέσεις. Στις 12, δύο επιθέσεις. Στις 13, δύο επιθέσεις, η δεύτερη ήτανε νυχτερινή, χωρίς να γίνει προπαρασκευή από το πυροβολικό. Τα τμήματά μας αντιμετωπίσανε και πάλι τον εχθρό με αδάμαντο φρόνημα αφού σπάσανε την επιθετική του ορμή, τον αναποδογυρίσανε και τον κυνήγησαν μ’ εφ’ όπλου λόγχη ζητωκραυγάζοντας. Έτσι μπήκανε στη γιγάντια μάχη για πρώτη φορά και οι Μακεδόνες του 19ου Συντάγματος, και έτσι γιορτάστηκε το βάφτισμα τους στη φωτιά εκείνη την αξέχαστη νύχτα. Οι Κρητικοί, οι Θεσσαλοί και οι Μωραΐτες δώσανε πολλά μαθήματα της ελληνικής πολεμικής τέχνης στους Ιταλούς… Από τη νύχτα της 13 του Μάρτη αναλάβανε τη διδασκαλία και οι αθάνατοι Μακεδόνες!

Στις 14 του Μάρτη δύο επιθέσεις των Ιταλών. Στις 15 μια επίθεση. Όλες τις αντιμέτωπισε ο Ελληνικός Στρατός με την ίδια αδάμαστη θέληση, με την ίδια καρτερία χωρίς να τον κλονίσει ούτε για μια στιγμή το άφθονο αίμα που έχυνε.

Στις 16, 17 και 18 του Μάρτη ο εχθρός, απευδησμένος πια από τόσες μάταιες προσπάθειες και με τρομακτικές απώλειες, δεν έκαμε καμιά επιθετική προσπάθεια. Στις 19 έγινε καινούργια απόπειρα επιθέσεως με άρματα μάχης που κατορθώσανε να μπουν μέσα στην τοποθεσία μας αντιστάσεως. Μα ο ηρωισμός του εφέδρου ανθ/γού Τζάθα Γεωργίου, που, επικεφαλής λίγων γενναίων, αντιμετώπισε με χειροβομβίδες το πρώτο απ’ αυτά έγινε αιτία να γυρίσουνε όλα πίσω και να χτυπηθούνε από το πυροβολικό μας καθώς φεύγανε… Στις 20 και 21 του Μάρτη δεν τολμήσανε να κινηθούν οι Ιταλοί. Κάθε επιθετική ορμή τους χαλαρώθηκε. Το ηθικό τους έπεσε τόσο χαμηλά από τις τεράστιες απώλειες που πάθανε, και την ασύγκριτη αντίσταση του Στρατού μας, ώστε γίνηκε φανερό πια, πως η περίφημη Επίθεση των Ρόδων είχε σκληρή και αναπάντεχη αποτυχία.

Στις 22 του Μάρτη ζητήσανε τοπική ανακωχή, για να θάψουμε τις χιλιάδες τους σκοτωμένους τους, που κοίτονταν σε πελώριους φριχτούς σωρούς κάτω από το ύψωμα 731. Ένας καθολικός παπάς με βαθμό λοχαγού, που είχε φθάσει στις γραμμές μας με κήρυκες για την ανακωχή, άμα είδε τη φρουρά εκείνη, σκέπασε τα μάτια με τα δυο του χέρια, άρχισε να τρέμει σύγκορμος και μουρμούριζε σαν χαμένος: «Τρομερό!….. τρομερό!…».
Του δώσανε, αλήθεια, πολύ κονιάκ οι Μακεδόνες μας για να συνέλθει…

Τελευταία επιθετική προσπάθεια των Ιταλών έγινε στις 24 του Μάρτη. Φθάσανε τη νύχτα, χωρίς προπαρασκευή πυροβολικού, κοντά στις γραμμές μας, με τον σκοπό να μας κάνουν αιφνιδιασμό. Στα 50 μέτρα τους υποδέχθηκε πυκνός φραγμός από χειροβομβίδες. Και στο άκουσμα του κρακ κρακ της ξιφολόγχης, που έμπαινε στα τουφέκια των φαντάρων μας, το ‘βαλαν στα πόδια, πριν ακόμα κινηθούμε για αντέφοδο…
Και σ’ ολόκληρη την αμυντική μας τοποθεσία, την αιμαποτισμένη μα απαραβίαστη, αντήχησε τότε η αντρίκεια πολεμική ιαχή των φαντάρων μας: Αέρααα!!… συνοδευόμενη από γέλια ομηρικά…

Έτσι τελείωσε η περίφημη επίθεση των Ρόδων και ενώ ο Μουσολίνι γύρισε καταντροπιασμένος στο Παλάτσιο Βενέτσια, ο Χίτλερ αποφάσισε να χτυπήσει αυτός πια τη μικρή Ελλάδα με τη γιγάντια ηθική της δύναμη, που προμαχούσε για την παγκόσμια λευτεριά!

Προσπάθησα να συγκεντρώσω σε μια πολύ σύντομη περιγραφή το μεγαλύτερο τρόπαιο που κέρδισε με την απαράμιλλη ανδρεία του ο Ελληνικός Στρατός στην Αλβανία. Τη σειρά από τις γιγαντομαχίες του στα Στενά του 731, αυτά που άλλοι τα έχουν χαρακτηρίσει για καινούργιες Θερμοπύλες. Δεν συμφωνώ όμως με τη γνώμη τους αυτή, αφού δεν πέρασε από τούτα τα Στενά ο σύγχρονος Ξέρξης. Ούτε και χωρεί σύγκριση.
Τα Στενά του 731 είναι ανώτερα σε τοπική και παγκόσμια σημασία, και τούτο θα το εκτιμήσει ανάλογα ο ιστορικός του μέλλοντος.

Αντ/ρχης Πεζ. Ι. Βερνάρδος
Από την εφημ. “Στρατιωτική Ηχώ” 30-4-47!

(275)