Η γυναίκα είναι πλασμένη να παίξει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του νεοελληνικού πολιτισμού. Υπήρξε εποχή –εμείς οι γεροντότεροι στρέφομε προς αυτή νοσταλγικά τη μνήμη μας- πού η γυναίκα δεν έβγαινε από το σπίτι της αν δεν συνοδεύετο από ένοπλη και φιλοπόλεμη σωματοφυλακή συγγενών, οι οποίοι ήσαν ικανοί να κάμουν ένα δεύτερο Τρωϊκό πόλεμο! Δεν παρουσιαζόταν μόνη της πουθενά. Η ζωή των ανδρών έμοιαζε με κήπο χωρίς λουλούδια. Ήταν η γυναίκα τότε περιχαρακωμένη μέσα σε δύο απόρθητα φρούρια. Του σπιτιού και των φουστανιών. Σειρά ολόκληρη χαρακωμάτων που δεν ήταν ικανή καμία ψαλίδα να τα κόψη, πλην του χορού του Ησαΐα.

Από τότε όμως έως σήμερα τα πράγματα μεταβλήθησαν. Από την ημέρα που η γυναίκα έπαψε ν’ αποτελεί έπιπλο του σπιτιού και εβγήκε στη σκηνή της ζωής, από τότε δηλαδή που «εξεπόρτισε», όπως λεν οι φίλοι μας οι Ζακυνθινοί, σκόρπισε γύρω της τον πολιτισμό και την εξημέρωση. Πολιτιζόμεθα, λοιπόν. Και μάλιστα αλματωδώς. Ως αποκορύφωση αυτού του πολιτισμού μας μπορεί να θεωρηθεί το γυναικείο ποδόσφαιρο!

Όπως θα πληροφορηθήκατε, όμιλος φιλάθλων Κυριών και Δεσποινίδων της πόλεώς μας, απεφάσισαν να ιδρύσουν ομάδα ποδοσφαιρική και θα δίνουν, βέβαια, ποδοσφαιρικά Ματς. Γιατί όχι παρακαλώ; Ο αθλητισμός και τα σπορ είναι σήμερα περισσότερον υποθέσεις γυναικείες παρά ανδρικές. Δεν βλέπομε λοιπόν τον λόγο γιατί να μην έχομε και Κυρίες και Δεσποινίδες ποδοσφαιρίστριες. Θα τις έχομεν. Η καθυστέρηση μάλιστα της εμφανίσεως ήταν εντελώς αδικαιολόγητη.

Φαντασθείτε προς στιγμήν μια ομάδα από θελκτικές και χαριτωμένες –οπωσδήποτε θα είναι χαριτωμένες και θελκτικές- ποδοσφαιρίστριες να μπαίνουν τροχάδην στο τερραίν, όπου θα συναντηθούν με ανδρική ομάδα. Μπροστά η τερματοφύλαξ με την μπάλα της στο χέρι. Μπάλα πουδραρισμένη και αρωματισμένη. Πίσω οι άλλες παίχτριες. Τα χαφ. Οι κυνηγοί. Τα μπακάκια. Το γήπεδο θα είναι σωστό περιβόλι με τα πιο δροσερά λουλούδια. Θα τις βλέπετε και τις ένδεκα στη γραμμή έτοιμες να φωτογραφηθούν. Ένδεκα κομψοτεχνήματα. Ένδεκα λουλούδια. Μια ανθοδέσμη. Θα βγάνουν όλες τα καθρεφτάκια τους, θα σιάζουν τα μαλλιά τους, θα πουδραρίζονται, θα κραγιονάρουν ελαφρά τα χείλη τους και θα ποζάρουν.

Έπειτα θ’ αρχίζει ο αγών. Τι συγκίνηση! Αλλά και τι πεζότης! Ο γυναικείος ποδαστράγαλος που είχε άλλοτε την τεραστία δύναμη να κάνει γιαλούς και ακρογιάλια να λάμπουν, θα κλωτσά τώρα σφαίρα «φουτ-μπωλ». Το κεφάλι, το γοητευτικό γυναικείο κεφαλάκι που συνεκίνησε γενεάς ποιητών, το κεφαλάκι, αυτό που είναι πλασμένο για τραγούδημα, για οντυλάρισμα και για καλλιτεχνικό χτένισμα, θα βαρεί τώρα κεφαλιές την μπάλα. Και οι μηροί θα δέχονται τη λασπωμένη σφραγίδα της σφαίρας. Και το μουτράκι το σκληρό χάδι της. Και τα πόδια –αυτά τα γυναικεία πόδια η κιβωτός των συγκινήσεών μας- θα λασπώνονται. Και τα γόνατα θα τα πορφυρώνει το αίμα μιας πληγής!

Η Ριρή θα τρέχει αμέσως στ’ αποδυτήρια, θα φρεσκάρεται, θα γυρίζει εύθυμη και θα σουτάρει με πείσμα. Οι «πάσσες» της Λιλής. Τα «ντριμπλαρίσματα» της Λούλας και τα Σουτ της Νίνας θα είναι θαύμα. Και με τι πείσμα θα υπερασπίζουν το τέρμα τους για να μη βρεθεί η μπάλα μέσα στα δίχτυα. Η τερματοφύλαξ θα «πλονζάρει» με την ίδια χάρη που θα τοποθετούσε ένα άνθος στο στήθος της. Θα της καταλογίζουν το πρώτο «γκολ» κι αυτή θα βάνει τα κλάματα. Στο δεύτερο θα λυποθυμεί και το γήπεδο θα πλημμυρίζει από αρώματα.

Θα είναι η μόνη φορά που οι γυναίκες θα υπερασπίζουν τα δίχτυα τους, και δεν θ’ αφήνουν τους άνδρες να πλησιάσουν σ’ αυτά. Σ’ αυτά τα γυναικεία δίχτυα που μπλέκονται τόσο άσχημα.

Έπειτα τα «φάουλ», τα λαθάκια εκείνα του ποδοσφαίρου θα είναι τόσο ευχάριστα στα μεταξύ των αρρένων παικτών. «Φάουλ» θα σφυρίζει ο διαιτητής. Ένας θεατής θα ρωτά τι τρέχει. Και ο άλλος θα του εξηγή: Δεν είδες που ο κεντρικός κυνηγός «έβαλε χέρι» στη Νίνα. «Φάουλ» παιδί μου σωστό.

  • Κύριε διαιτητά· γιατί δεν σφυρίζετε «πέναλτυ» θα ρωτά η παίκτρια.
  • Δεν είδα Δεσποινίς· τι έγινε;
  • Τι έγινε; Να… χέρι «εντός περιοχής».
  • «Πέναλτυ!» θα λέγη ο διαιτητής.
  • Χαλάλι του θ’ απαντούν οι υπεύθυνοι.

Το ποδόσφαιρο όμως έχει και ένα φοβερό δυσάρεστο. Παραμορφώνει σχεδόν το σώμα. Δημιουργεί κνήμες υπερτροφικές, ατροφικά μπράτσα και κοίλα στήθη. Το ξέρουν αυτό οι υποψήφιες ποδοσφαιρίστριες; Κι αν το ξέρουν θα θυσιάσουν τη σιλουέτα στον αθλητισμό; Ομολογούμε ότι αδυνατούμε να το πιστέψομε. Και έτσι δεν θα βρεθούμε στην ευχάριστη θέση να χειροκροτήσουμε τις «πλονζόν» της Λιλής και τα σουτ της Νίνας…

Οπωσδήποτε δεν θα έχη κανείς αντίρρηση, ότι πολιτιζόμεθα αλματωδώς.

Αροάνιος

ΜΟΡΕΑΣ Φεβρ. 1931

(47)