AΠΟΚΟΠΤΟΝΤΑΙ ΕΚ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΟΙ «ΧΙΛΙΑΣΤΑΙ» ΚΑΙ «ΛΑΝΑΡΙΣΤΑΙ» ΤΡΙΠΟΛΕΩΣ

Ένα εκκλησιαστικό ντοκουμέντο, που, έλαβε χώρα, προ 66 ετών, μας δίνει η εφημ. “Αλήθεια” του Φάνη Τζαβέλα στο φύλλο της 27-8-1950· και είναι πολύ ενδιαφέρον αφού, αφενός ονοματίζει και, αφετέρου προβληματίζει…

Η σημερινή εκδήλωσις πένθους και θλίψεως

Αι σημαίαι της Εκκλησίας σήμερον θα είναι μεσίστιοι και οι κώδωνες αυτής περί το τέρμα της λειτουργίας θα κρούωνται πενθίμως εις ένδειξιν οδύνης και θλίψεως, διότι εκ του σώματος Αυτής αποκόπτονται αποσκιρτήσαντα μέλη ως σαπρά και σεσηπότα, τα οποία επ’ εσχάτων και νυν ως μητραλοίαι έβαλον κατά τη Πίστεως και της Θρησκείας, παρά τας ανεξαντλήτους παραινέσεις και προτροπάς όπως επανέλθωσιν εις τους κόλπους Αυτής. Δι’ αποφάσεως όθεν της Ιεράς Συνόδου αποξενούνται τελείως και κηρύσσονται ως εχθροί της Εκκλησίας οι προσχωρήσαντες εις τον Χιλιασμόν και Λαναρισμόν ως κατωτέρω κάτοικοι Τριπόλεως, η δε αποκοπή τούτων διαμνημονεύεται δι’ εγκυκλίου του Σεβ. Μητροπολίτου, η οποία, αναγνωσθήσεται σήμερον επ’ εκκλησίαις, έχει ως εξής:

Ο ΤΟΠΟΤΗΡΗΤΗΣ
Ιεράς Μητροπόλεως Μαντινείας και Κυνουρίας προς τον Κλήρον και τους λοιπούς ευλογημένους Χριστιανούς της Θεοφρουρήτου ταύτης Επαρχίας.

Τέκνα μου εν Κυρίω αγαπητά και περιπόθητα, χάρις υμίν είη και ευλογία από Θεού Πατρός και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.

Τας πατρικάς μου ευχάς και ευλογίας από καρδίας διαβιβάζων υμίν, θλίψιν αισθάνομαι βαθυτάτην διά το ότι λόγω σωματικής ασθενείας, ως και υμίν γνωστόν, δεν ηδυνήθην επί μακρόν ήδη χρονικόν διάστημα να ευρεθώ εν μέσω υμών, παρά την διακαή προς τούτο επιθυμίαν μου.

Τούτο όμως ουδόλως ημπόδισε την σκέψιν και το ενδιαφέρον μου από του να ευρίσκωνται πλησίον υμών και την αγάπην μου από του να παρακολουθή στοργικώς υμάς τε και τας οικογενείας υμών. Αυτό δε τούτο το στοργικόν ενδιαφέρον και η υπέρ υμών πατρική μέριμνα, εν αδυναμία προσωπικής προς υμάς επικοινωνίας ευρισκόμενον, με ήγαγεν εις το να απευθυνθώ υμίν την παρούσαν εγκύκλιόν μου.

Ω, να μη έφθανον, χριστιανοί μου ευλογημένοι, αι σκληραί και ποικίλαι συμφοραί αι εσχάτως εν τω Έθνει ημών ενσκύψασαι, όργανα πράγματι του Σατανά εξαπέλυσαν νέαν πολύ περισσότερον ολεθρίαν επίθεσιν, από τας δυνάμεις του σκότους κατευθυνόμενα. Των συμφορών του πολέμου και των καταστροφών, των ακροτηριασμών και των θανατώσεων δεινά ασυγκρίτως ανώτερα τυγχάνουν αι κατά της ψυχής επιθέσεις, αι προκαλούσαι την δηλητηρίασιν πολλάκις δε και την νέκρωσιν αυτής. Τούτο είναι διακήρυξις αυτού του Κυρίου «Μη φοβηθήτε, είπεν, από των αποκτειόντων το σώμα την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι» (Ματθ. Ι’ 28).

Αλλ’ ακριβώς εναντίον της ψυχής στρέφεται ο νέος αυτόν πόλεμος, τον οποίον με όπλο την πλάνην και την κακοδοξίαν και υλικόν την διστρέβλωσιν των Γραφών και της Χριστιανικής εν γένει διδασκαλίας διεξάγουν, δυστυχώς και πάλιν, ως επί το πλείστον, αποστάται και μητραλοίαι, τέκνα μέχρι χθες ακόμη της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού αποστατήσαντα ήδη και λαβόντα θέσιν εις την παράταξιν των εχθρών Αυτής και των της πίστεως πολεμίων.

Τοιούτοι είναι οι οπαδοί αφ’ ενός μεν της αιρέσεως των «Χιλιαστών ή Μαρτύρων του Ιεχωβά» ως θέλουν να ονομάζωνται, και περί της πλάνης και κακοδόξου διδασκαλίας των οποίων η Ιερά Μητρόπολις δι’ ομιλιών, φυλλαδίων και λοιπών εντύπων επεδίωξε τον διαφωτισμόν υμών, αφ’ ετέρου δε της νεωτέρας αιρέσεως των λεγομένων «Λαναριστών». Τον Θ. Λαναράν, αρχηγόν της αιρέσεως ταύτης, διά τας κακοδόξους διδασκαλίας του, ως και πάντας τους οπαδούς αυτού, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος απέκοψεν από του σώματος της Εκκλησίας δι’ αποφάσεως της ληφθείσης εν συνεδρία της 29/5/1946 και κοινοποιηθείσης δια της υπ’ αριθμ. 467 14/6/1946 εγκυκλίου Αυτής

Δεν διαφεύγει βεβαίως και την αντίληψιν υμών το ότι οπαδοί, τόσον του Χιλιασμού όσον και του Λαναρισμού, υπάρχουν και εν τη περιφερεία ημών, και προ παντός εν Τριπόλει, οίτινες αποτελούνται εξ ολοκλήρου από της Εκκλησίας τέκνα αποσκιρτήσαντα. Γνωστόν δε τυγχάνει μετά πόσης στοργής η Εκκλησία απετάθη προς αυτούς συστήσασα την επιτροφήν των, διότι μέρος της διεξαχθείσης αλληλογραφίας είδε και το φως της δημοσιότητος. Δυστυχώς όμως απετάθη εις ώτα κεκλεισμένα (ίσως από τας υλικάς προσόδους) και συνεπώς μη ακουόντων. Δια τούτο παρά το διαρρεύσαν μακρόν χρονικόν διάστημα, όχι μόνον διάθεσιν μετανοίας και επιστροφής δεν εξεδήλωσαν, αλλ’ όλως τουναντίον συνεχίζουν δολίως το έργον του προσηλυτισμού μετά θρασύτητος, ώστε δια τον λόγον αυτόν να ευρίσκωνται ήδη εις τας χείρας της κρατικής Δικαιοσύνης.

Δια ταύτα, υπέρ υμών μεριμνών και υπεραμυνόμενοι της ψυχικής υμών σωτηρίας. Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά, γνωρίζομεν υμίν ότι, έχοντες υπ’ όψιν τας σχετικάς αποφάσεις και εγκυκλίους της Αγίας και Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και δη την υπ’ αριθ. 2583/525/16/11/1948, ευρισκόμεθα εις την θλιβεράν ανάγκην, μετά μεγίστου πόνου και οδύνης ψυχικής, να αποκόψωμεν από του σώματος της Εκκλησίας, ως μέλη σαπρά και σεσηπότα τους αποστατήσαντας της Ορθοδόξου Πίστεως και προσχωρήσαντας:

Α’ Εις τον Χιλιασμόν τους:
1) Κωνσταντίνον Χρυσανθόπουλον έμπορον
2) Βασιλικήν Κων. Χρυσανθοπούλου
3) Δημήτριον Αναστασόπουλον έμπορον
4) Ιωάννην Μαζομένον πεταλωτήν
5) Αθανάσιον Ζούζουλαν επιπλοποιόν
6) Βαρβάραν Αθ. Ζούζουλα
7) Ιωάννην Καλογερόπουλον Κουρέα
8) Ευάγγελον Μπουρούνην συνταξιούχον ΤΤΤ
9) Γεώργιον Παγκράτην έμπορον
10)  Ερρίκον Δάινερ Ωρολογοποιόν
11) Γεώργιον Γιαννουσόπουλον μαραγκόν

Β’ Εις τον Λαναρισμόν τους:
1) Γεώργιον Κογιώνην συνταξιούχον δημ)λον
2) Παναγιώτην Μαργιώλον Ναμαρχιακόν υπάλληλον
3) Γεώργιον Λαμπρόπουλον έμπορον καφέ
4) Δημήτριον Αθανασίου υπάλ. Νομομηχ/κής υπηρ.
5) Τασίαν Δημ. Αθανασίου δημοδιδασκάλισαν

Τους αρνητάς τούτους της αμωμήτου Πίστεως ημών και κατά τον τρόπον του Ιούδα τον Χριστόν παραδόντας, αποκόπτομεν τέλεον του σώματος της Αγίας ημών Εκκλησίας και παραγγέλλομεν εις τους αιδεσιμωτάτους της πόλεως Ιερείς, ίνα εις ουδεμίαν έρχονται προς αυτούς εκκλησιαστικήν επικοινωνίαν και μη εισέρχωνται εις τας οικίας αυτών ουδεμίαν να παρέχουν αυτοίς Εκκλησιαστικήν εξυπηρέτησιν και να μη χρησιμοποιούν υπέρ αυτών τα αγιαστικά μέσα της Εκκλησίας, εις την περίπτωσιν κατά την οποίαν δια λόγους σκοπιμότητος ήθελον παρ’ αυτών οχληθή προς τούτο. Να αρνούνται τέλος αυτοίς, εις περίπτωσιν θανάτου, την εκκλησιαστικήν κήδευσιν και την ταφήν εν τοις ημετέροις Κοιμητηρίοις.

Παραγγέλλομεν ωσαύτως εις τους Χριστιανούς της πόλεως και της περιφερείας ολοκλήρου να διακόψουν πάσαν μετ’ αυτών κοινωνικήν σχέσιν και επαφήν. Να μη εισέρχωνται εις τας οικίας και τα καταστήματα αυτών και ουδεμίαν μετ’ αυτών να έχουν εμπορικήν και οικονομικήν εν γένει συναλλαγήν.

Τυγχάνει βεβαίως ευνόητον ότι πάσα μετ’ αυτών κοινωνική σχέσις και οιαδήποτε συνδρομή εις τας εμπορικάς αυτών επιχειρήσεις ενισχύει και ενθαρρύνει αυτούς εις το προσηλυτιστικόν και ψυχοφθόρον έργον των, πράγμα δια το οποίον μεγάλη θα είναι η ευθύνη τών μετ’ αυτών σχετιζομένων ενώπιον του Αγίου Θεού.

Ουχ ήττον όμως, με όλην την δύναμιν της ψυχής ημών προσκαλούμεν τον ευλαβέστατον Κλήρον και τους ευλογημένους Χριστιανούς, όπως άφθονα χύσωμεν τα δάκρυα του πόνου και της οδύνης δια την τοιαύτην αποστασίαν και απώλειαν προσφιλεστάτων ημών αδελφών και εγκαρδίους επικαλούμεθα τας προσευχάς πάντων προς τον εν Τριάδι Θεόν ημών υπέρ των αποστατησάντων. Η Εκκλησία τούς αναμένει πάντοτε με στοργήν και ανοικτάς αγκάλας, ετοίμη άμα τη επιστροφή των, να περιβάλη αυτούς και πάλιν τον χιτώνα του τέκνου, να δώση αυτοίς τον αρραβώνα της σωτηρίας και εν τη τραπέζη της πίστεως να παραθέση χάριν αυτών τα ζωηφόρα του Μόσχου εδέσματα.

Πρέπει πάντες θερμάς να αναπέμπωμεν τας υπέρ αυτών δεήσεις ημών, όπως ούτοι και πάντες οι ομόφρονες αυτών εύρουν την οδόν της επιστροφής και επανέλθουν εις τους κόλπους της Εκκλησίας, ώστε όσον τάχιστα να φθάσωμεν εις την ημέραν, καθ’ ην «γενήσεται μία ποίμνη, εις ποιμήν» Ιωάννου Ι 16.

Ένθερμος προς Θεόν ευχέτης υμών
+ Ο Κορινθίας ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ

 

(55)