*** Tο καλύτερο εμπορικό κατάστημα της Τρίπολης, προπολεμικά αλλά και μέχρι το ’50 περίπου, στ’ αντρικά υφάσματα (τότε δεν υπήρχε το “pret a porte”) ήταν του Τσόπελα-Ανδριανόπουλου, οι οποίοι πουλούσαν εγγλέζικα κοστούμια δεξιά της οδού Εθνομαρτύρων (οδός Γορτυνίας…. αμέσως μετά το ξενοδοχ. “Γαλλαξίας”…) και στα γυναικεία των Αφών Πασιά, Σταύρου και Ιωάννη, οι οποίοι πουλούσαν και υφάσματα για αντρικά πουκάμισα… κατάστημα στη γωνία, Κέννεντυ και Ερμού… σήμερα παντοπωλείο Οικονόμου· έπαιρνες το ύφασμα και στο ‘ραβε η πουκαμισού… όπως, και ύφασμα για παντελόνια… που στο ‘ραβε η παντελονού (υπήρχανε, στην Τρίπολη, περί τις 10-12 παντελονούδες που δούλευαν στα σπίτια τους παίρνοντας το ύφασμα κομμένο στα μέτρα από τον ράφτη ή από τον έμπορο που γνώριζε να παίρνει μέτρα…· το παντελόνι δεν ήθελε πρόβα…· εσύ, το ‘παιρνες από τον έμπορο ή τον ράφτη όπου, σ’ αυτούς το παρέδινε η παντελονού… Υπήρχαν και τα εμποροραφεία που είχαν και αντρικά υφάσματα… εγγλέζικα ή άριστα ελληνικά… όπως “Μηναϊδη-Φωτιάδη, “3 Άλφα”, “3 Δέλτα”, “Λαναρά”… αλλά και ραφεία…· π.χ. του Χαριτόπουλου, του Καραμεσίνη, του Παναγόπουλου, του Βελονιάδη… ήταν εμποροραφεία… ή, αργότερα, το “Ατενέ”… όχι, όμως, του Ντακουνάκου που ήταν σκέτο ραφείο… Οι πουκαμισούδες έραβαν και πυζάμες… Είχαν μάθει στην Επαγγελματική Σχολή που έφτιαξε ο Δεσπότης Γερμανός Μεταξάς στην πλ. Ανεξαρτησίας (Ιερατική Σχολή)…
*** Το δυνατό (πλήρες) προπολεμικό γυαλοπωλείο της πόλης, ήταν του Κ. Γεωργάλα, απέναντι από την Εθνική Τράπεζα (πρώην Τράπεζα Αθηνών)… Είχε σπίτι απέναντι από του Παπαγιάννη την κλινική (γωνία Αγ. Βαρβάρας και Θεοφιλοπούλου)… Κάθε Πάσχα, εκεί, γινόταν «χαμός»! Ψήνονταν αρνιά και προσφέρονταν τα κουλούρια και τ’ αυγά μέσα σε κοφίνια αλλά και γιαούρτη από το καζάνι, πηγμένη…! Είχε απέραντο κήπο με μεγάλο πλυσταριό…· εκεί ψήνονταν τ’ αρνιά που γυρίζονταν με το χέρι… Όποιος πέρναγε απέξω, έμπαινε μέσα…
*** Ο, επί 40 χρόνια, Δεσπότης μας, Γερμανός Μεταξάς, είχε καθίσει στη Σχολή της Κων/πολης 5 χρόνια, ως Αρχιμανδρίτης.. Τον υποστήριζε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και τον έστειλε, στο Κίεβο, γι’ άλλα 6 χρόνια, στην, εκεί, Θεολογική Σχολή της Ακαδημίας του Κιέβου… Εκεί υπηρετούσε και την Ελληνική Κοινότητα… Ο Μεταξάς είχε θαυμάσια άρθρωση και, ο πιστός, διέκρινε, σαφώς, τι έλεγε… Τα Άμφια που φορούσε ήταν αριστουργήματα! Ήταν φερμένα από τη Ρωσία!
*** Στην Κεντρική πλ. ήταν 10 περίπου λούστροι με τα κασελάκια τους… Αυτοί χτυπούσαν και τις καμπάνες του Αγιο-Βασίλη, επί πληρωμή! Ήταν λούστροι (στιλβωτές) προπολεμικά και μεταπολεμικά… μέχρι το ’60… περίπου αλλά κι αργότερα… που είχαν μείνει δυο τρεις… Τα στιλβωτήρια ήταν δύο: το ένα εκεί δίπλα και πριν του Ορφανόπουλου το γραφείο κι άλλο ένα δίπλα στο ετοιματζίδικο «Βιενέζικον» σήμερα “Μπάρακ”…
*** Τ’ αμαξάκια (8-10 τον αριθμό) ρεμιζάριζαν στην ανατολική πλευρά της Κεντρικής πλ…. Εκεί ουρούσαν τ’ άλογα κι έζευε και κόρωνε ο τόπος!
*** Μετά το πρώτο και καλύτερο ζαχαροπλαστείο των αρχών του 20ου αι. που ήταν του Αναργύρου, στη ΒΔ γωνία του κτιρίου Μαλούχου (αργότερα ζαχαροπλαστείο Κολλάρα) ο οποίος, Αναργύρου, ήταν «προμηθευτής Βασιλέως»…, το αμέσως μετά καλύτερο προπολεμικό ζαχαροπλαστείο ήταν του Κατσίγιαννη δίπλα στην Αγία Παρασκευή… (αργότερα ραφείο Ντακουνάκου) οι οποίοι, Αφοί Κατσίγιαννη, έφτιαχναν καταπληκτικά γλυκά με πρώτο και καλύτερο το μιλφέιγ! Τα μόστραραν έξω στο πεζοδρόμιο, σε μόστρες, επάνω σε πάγκους…! Έφυγαν, αργότερα, γι’ Αθήνα, κι εκεί προόδευσαν, ακόμη περισσότερο κι έκαναν την αλυσίδα «Θέμις» στην οποία, δούλεψε, αργότερα, ο Χρ. Κατσίγιαννης, φεύγοντας από κάτω από το «Ανακτορικόν»… Πριν γίνει το «Βιενέζικον» εκεί υπήρχε το ζαχαροπλαστείο-ποτοποιείο, του Τσίτσα, που έφτιαχνε καταπληκτικά λουκούμια!
*** Τα πολύ καλά υποδηματοποιεία της πόλης ήταν, του Χαραλά (απέναντι από του Καρκούλη το φαρμακείο) που απασχολούσε μισή 100άδα προσωπικό –και παραπάνω- και του Κανελλόπουλου (πίσω από τον Άγιο Βασίλειο) ο οποίος έφτιαχνε λίγα παπούτσια αλλά κομψοτεχνήματα! Είχε εκλεκτούς πελάτες… Ο Χάρακας ήταν άριστος ράφτης (εκεί, που, μέχρι πρότινος, ήταν ο “Τίμος’ (Καβουρίνου) και ο οποίος έφυγε γι’ Αμερική…
*** Προπολεμικά, στην Ευαγγελίστρια νεωκόρος ήταν ένας Τούρκος! Είχε παραμείνει στην Τρίπολη και είχε ασπαστεί τον Χριστιανισμό… Δεν ήξερε καλά τα Ελληνικά και απειλούσε τα παιδιά που έπαιζαν και λέρωναν την εκκλησία με το «επατήσα εδώ, κόψα πόδα»! Τουρκάλα ήταν και η νεωκόρισσα του Νεομ. Δημητρίου, η Μαρία, κόρη πασά από την Προύσα, την οποία είχε φέρει, ο Τζάθας, για να την παντρευτεί… κάτι που δεν έγινε αφού παντρεύτηκε, τη Λούλα, την αδελφή του Δήμαρχου Μουτζουρόπουλου… Ο Τζάθας την είχε φέρει από εκεί που είχε πάει ως έφεδρος αξιωματικός…· έκλεισαν τα σύνορα μετά την ανταλλαγή… και η καϋμένη η Μαρία έμεινε και βαφτίστηκε χριστιανή με τ’ όνομα Δεληγιάννη δηλ. του νονού της που ήταν ο πατέρας τού, πρόσφατα, μακαρίτη, Τζίμη…! Αυτή, λοιπόν, προστάτευε το ναό· ποτέ, δεν μπόρεσε να μάθει τ’ άρθρα… οπότε έλεγε “με πονάει η κεφάλι μου” ή, έλεγε στη μάνα μου, “Βαγγελία, ή μάζεψε η παιδί σου, λερώνει το εκκλησία ή θα ή μαζέψω ιγώ”…
*** Μητροπολίτης Μαντινείας και Κυνουρίας, πριν του Μεταξά, ήταν ο Αθηναίος, Βίμπος, Καθηγ. Πανεπιστημίου. Ερχόμενος στην Τρίπολη, νοίκιασε σπίτι, κι έμενε, στην οδό Παπαναστασίου, δίπλα από το σπίτι του Μπίσια, του δάσκαλου. Πεθαίνοντας ο Βίμπος, ο Μεταξάς, αγόρασε με εισφορές των Μοναστηριών το οικόπεδο που είναι σήμερα το Επισκοπείο και το έκτισε… Δίπλα –επί της Παλαιολόγου- ήταν και είναι το Μετόχι των Βαρσών… με τζάκι… για το ρασοφόρο προσωπικό των Βαρσών… όπως, το οικόπεδο της Ιερατικής Σχολής της πλ. Ανεξαρτησίας ανήκε στην Επάνω Χρέπα… Ο Βίμπος ήταν πλουσιόπαιδο…· ο πατέρας του, του κληροδότησε το σπίτι τους, στην Αθήνα, και αυτός το δώρισε στον Ι.Ν. του Αποστόλου Λουκά της οδού Πατησίων (Αθήνα)! Εκεί αναγράφεται το όνομά του ως «Μέγας ευεργέτης»!
*** Ο Κωτσάκης, την Κατοχή, ήταν ο Ιεροκήρυκας Αρχιμανδρίτης την Ι.Μ. Μαντινείας και Κυνουρίας… Κάθε βράδυ πήγαινε στα σπίτια των φτωχών με ζεμπίλια, με τρόφιμα, κάτω από το ράσο… κι όχι, όπως, σήμερα, ανοίγοντας «μαγαζιά-παντοπωλεία»! Το φιλανθρωπικό έργο του ήταν άκρως φιλανθρωπικό! Έμενε στο σαράβαλο της Ιερατικής Σχολής, στο κρύο, μόνος του! Ο αδελφός του ήταν Καθηγητής Αστρονομίας στην Αθήνα! Κάποτε, ο φωτογράφος Μηνάς Σαλαπάτας, κάλεσε τον Κωτσάκη στο σπίτι του για φαγητό… Με το ζόρι πήγε ο Κωτσάκης… και με τη συμφωνία «εσείς, φάτε, ό,τι θέλετε· εγώ, θέλω πέντε ελιές, ένα μεγάλο φλιτζάνι τσάι και τρία παξιμάδια»! Η γυναίκα του τριπολίτη Σαλαπάτα ήταν Μυκονιάτισσα…

Ν.Γ.

 

(200)