Δύο επαγγέλματα, θεωρούνται ως τα αρχαιότερα: η επαιτεία και η πορνεία. Δεν προϋποθέτουν σπουδή ή επαγγελματική κατάρτιση. Θεωρούνται υποτιμητικά, περιθωριακά και απορριπτέα. Και όμως, είναι ανθηρά, κερδοφόρα και αφορολόγητα.

Επαιτεία
Την επαιτεία, την ασκούσαν και την ασκούν, οι επαίτες, κάθε ηλικίας και φύλου. Μερικοί, υποφέρουν από ανέχεια και καταφεύγουν σ’ αυτή, για να καλύψουν βασικές ανάγκες. Όμως, υπάρχουν και άλλοι, που προτιμούν τον παρασιτισμό, από την άσκηση οποιασδήποτε εργασίας. Η ζητιάνα, είναι πιο αποδοτική.

Χαρακτηριστική περίπτωση επαιτείας, λόγω πίεσης εκτάκτων περιστάσεων, είναι αυτή που αναφέρει με θλίψη και σπαραγμό ψυχής, ο εθνικός μας ποιητής, Διονύσιος Σολωμός. Στο συγκινητικό, πατριωτικό του αφήγημα, «Η γυναίκα της Ζάκυνθος» ιστορεί την έσχατη ένδεια στην οποία είχαν περιπέσει οι γυναίκες του Μεσολογγίου. Οι δεινές συνθήκες της πολιορκίας, τις ανάγκασαν να καταφύγουν στη Ζάκυνθο. Μη έχοντας αξιοπρεπείς τρόπους επιβίωσης, έφθασαν στο σημείο, να ασκούν την ταπεινωτική επαιτεία. Κακός σύμβουλος, η πείνα.

Να, το σχετικό απόσπασμα: «Και κάποιες γυναίκες Μεσολογγίτισσες, επερπατούσαν τριγύρω, γυρεύοντας για τους άντρες τους, για τα αδέλφια τους, που επολεμούσανε. Στην αρχή, εντρεπόντανε να βγούνε και επροσμένανε το σκοτάδι, για να απλώσουν το χέρι, επειδή δεν ήτανε μαθημένες. Αλλά όταν επερισσέψανε οι χρείες (ανάγκες) εχάσανε τη ντροπή και τρέχανε στα τρίστρατα, στα σταυροδρόμια, στα σπίτια, τα ανώγια και τα χαμώγια, στες εκκλησιές, τα ξωκλήσια, γυρεύοντας. Και ελαβαίνανε χρήματα, πανιά για τους λαβωμένους…».

Εκτός από την αναγκαστική επαιτεία, που είναι δικαιολογημένη, υπάρχει και κείνη που γίνεται σκόπιμα, με διάφορα τεχνάσματα που επινοούν οι επαίτες για να προκαλούν τον οίκτο των περιστατικών και να αποσπούν χρήματα, απλώνοντας το χέρι.

Τα όσα περιγράφει, προπολεμικά, ο εξαίρετος πεζογράφος και ηθογράφος Ανδρέας Καρκαβίτσας, στο μυθιστόρημά του «ο ζητιάνος» για κάποιον που εξαπατούσε τους αφελείς με μύριες κατεργαριές, για να τους γδύνει κυριολεκτικά, έχουν αναβιώσει στους πονηρούς καιρούς μας, μεταλλαγμένα, βελτιωμένα και προσαρμοσμένα, στη σημερινή πραγματικότητα.

Έχει γεμίσει ο τόπος από ζητιάνους κάθε προέλευσης, φύλου, ηλικίας, εμφάνισης, εθνικότητας, χρώματος, συμπεριφοράς. Ιδιαίτερη, εκμεταλλευτική χρήση, γίνεται στα παιδιά. Τα παίρνουν μαζί τους από βυζανιάρικα «και ένα και δύο και τρία και τέσσερα» ακόμη και τα προβάλλουν ως δόλωμα, ωφελιμιστικό.

Το προσβλητικό αυτό φαινόμενο, πρέπει κάποτε να λείψει. Όχι με μέτρα απαγορευτικά και πιεστικά. Αλλά με προνοητικά, κοινωνικά και ανθρωπιστικά. Και για τους πανούργους απατεώνες, με αμείλικτη, σύννομη, αυστηρότητα.

Η πορνεία
Η απαρχή της πορνείας, χρονολογικά, είναι ίδια με εκείνη της επαιτείας. Εκτός από την ουσιαστική διαφορά, έχουν και τούτη: ότι η επαιτεία, διεξάγεται χωρίς αντιπαροχή, ενώ η πορνεία, εισπράττει το αντίτιμο προσφοράς, ερωτικών υπηρεσιών.

Από τα πανάρχαια χρόνια, η πορνεία ήταν υπαρκτή σε όλα τα μέρη που κατοικούσαν άνθρωποι. Στους πρωτόγονους λαούς, η έκδοση των γυναικών, γινόταν όχι «επί χρήμασι» αλλά με ανταπόδοση ειδών: καρπών, ζώων, δερμάτων.

Στους ιστορικούς χρόνους, υπήρχε πορνεία οργανωμένη και διάσπαρτη. Μεγάλη ανάπτυξη, είχε στις δυο ακραίες τάξεις: στις εύπορες και στις άπορες. Στις πρώτες, από διάθεση κρεπάλης. Στις δεύτερες, για βιοπορισμό. Την κοσμιότητα, διατηρούσε με συνέπεια, η μεσαία τάξη. Όπως και σήμερα.

Το επάγγελμα αυτό, οι προαγωγοί του το έθεταν κάτω από την προστασία κάποιας θεότητας. Της Αφροδίτης, του Διόνυσου ή Βάκχου, της Ίσιδας κλπ.

Φημισμένα πορνικά κέντρα, ήσαν: η Βαβυλώνα, η Αλεξάνδρεια, η Κόρινθος, η Ρώμη. Αλλά και οι άλλες πόλεις και οικισμοί, είχαν τις επιδόσεις τους.

Στην Αποκάλυψη του Ιωάννη, διαβάζουμε: «Βαβυλών η μεγάλη, η μήτηρ των πορνών και των βδελυγμάτων, της γης».
Ο Παύλος, γράφει στην επιστολή του προς Κορινθίους: «Όλως ακούεται εν υμίν, πορνεία και τοιαύτη πορνεία, ήτις ουδέ εν τοις έθνεσιν ονομάζεται. Δηλ. η πορνεία σας, είναι χειρότερη κι απ’ αυτή των εθνικών (των μή Χριστιανών).

Στην Ελλάδα, τις πόρνες τις έλεγαν ιερόδουλες, επειδή ασκούσαν το λειτούργημα, κάτω από τη σκέπη της Αφροδίτης. Στα παραπήγματα του ναού της Αφροδίτης, στην Κόρινθο, είχαν εγκατασταθεί και ασκούσαν το επάγγελμα, πάνω από χίλιες ιερόδουλες! Το Ιερατείο, είχε ορίσει ακριβό αντίτιμο. Για να πλησιάσει κανείς εκεί, έπρεπε να διαθέτει αρκετά χρήματα. Γι’ αυτό, έλεγαν ότι δεν μπορεί ο καθένας να πλεύσει προς την Κόρινθο «ου παντός, πλείν ες Κόρινθον». Εννοούσαν ότι έπρεπε να είναι οικονομικά εύπορος.

Τις πόρνες, τις έλεγαν και εταίρες, δηλ. κοινές. Διάσημες εταίρες για την ομορφιά, τη μόρφωση και τη λεπτή συμπεριφορά τους, ήσαν: η Φρύνη, η Λαΐδα, η Γλυκέρα, αλλά και η Ασπασία, του Περικλή.

Αξίζει να αναφέρουμε και την ωραία και πανέξυπνη Θεοδώρα, του Βυζαντίου. Πριν γίνει αυτοκράτειρα, σύζυγος του Ιουστινιανού, ασκούσε το προσοδοφόρο επάγγελμα στην Τριπολίτιδα, στην Αλεξάνδρεια και στην Κων/πολη, μαζί με τις δύο αδελφές της. Ήσαν μιμάδες.

Η στάση των Εβραίων απέναντι στην πορνεία, ήταν αυστηρότατα, απαγορευτική. Του Χριστιανισμού, ανεκτική.
Ι. Χριστός: «Ο αναμάρτητος υμών, πρώτος βαλέτω λίθον, επ’ αυτήν».
Ο Άγιος Αυγουστίνος, των Καθολικών: «Αν καταργήσουμε την πορνεία, ο εκρηκτικός ερωτισμός του άντρα, θα καταστρέψει την κοινωνία». Κάτι ήξερε, ο ευλογημένος.

Τους πρώτους «οίκους ανοχής» είχε οργανώσει στην Αθήνα, ο σοφός νομοθέτης, Σόλων. Στην Ευρώπη, μετά τη Γαλλική Επανάσταση, εμφανίστηκε ο θεσμός αυτός.
Χρυσόστομος Κριμπάς

(425)