Yπάρχουνε πολλών ειδών δίσκοι…· από τον δίσκο του Νεύτωνα μέχρι αυτόν του σερβιτόρου αλλά και ο δίσκος του ήλιου και της σελήνης, του αυτοκινήτου και της φιλοπτώχου… μέχρι ο δίσκος της Ελληνικής δισκοβολίας κι αυτά τα φαρμακευτικά δισκάκια…

Προσωπικά, δεν θα ήτανε υπερβολή, να ‘πω, ότι «γεννήθηκα μ’ ένα δίσκο στο χέρι»… μιας και ο πατέρας καφετζής ήτανε…· έτσι, από τα 7 χρόνια μου, όχι μόνο γκαρσόνι ήμουνα, αλλά και καφετζής· καφετζής, κυρίως, τα μεσημέρια, που, ο πατέρας πήγαινε για ξεκούραση…

Ήμουνα γκαρσόνι (γκαρσόν = παιδί… από το γαλλικό)· ήμουνα γκαρσόνι με τη λευκή ποδιά και τον δίσκο στο χέρι (αυτόν τον ορθογώνιο μεταλλικό… αφού, εκείνα τα χρόνια, δεν υπήρχανε ούτε πλαστικοί δίσκοι, ούτε από έβενο… που, σήμερα, διαθέτουνε τ’ απομεινάρια των παλιών καφενείων και, φυσικά, οι λεγόμενες καφετέριες…).

Το καφενείο μας -στη σημερινή οδό Ελ. Βενιζέλου… τότε Ναυπλίου- είχε, υπό την εμβέλειά του να προσφέρει καφέ, από την πλ. Κολοκοτρώνη μέχρι τη Μεταμόρφωση, στις αρχές της Λαγοπάτη… Έτσι, παράλληλα, με τον δίσκο, ας τον ‘πουμε «της παλάμης» μιας και κρατιότανε με την παλάμη από το κεντρικό κάτω μέρος του, παράλληλα, μ’ αυτόν, για τις μεγάλες αποστάσεις είχαμε και τον άλλο δίσκο, αυτόν, που, έμοιαζε με στργγυλό ταψί και κατάληγε σε μια στρογγυλή λαβή συνδεόμενα -δίσκος και λαβή- με τρεις ακτίνες· αυτός, ο δίσκος-κώνος, ήτανε έργο του ντόπιου φαναρτζή… Επάνω, εκεί, τοποθετούσες καφέδες και νερά αλλά και λεμονοπορτοκαλάδες… και μπορούσες να φτάσεις μακριά… με το μειονέκτημα, η σκόνη του δρόμου, η βροχή και τα χιόνια, να ‘ναι «ευπρόσδεκτα»…

Αυτός, ο δίσκος, κάποτε, αντικαταστάθηκε από αλουμινένιο, στρογγυλό, κλειστό στο πάνω μέρος, δίσκο, που, πλέον δεν επέτρεπε… Αυτός, ο δίσκος, ήτανε ακριβός στην τιμή του… και όχι κατασκευής των ντόπιων φαναρτζήδων αλλά “εισαγόμενος” εξ’ Αθηνών…

Με τις καφετέριες, όλ’ αυτά, με μιας, χάθηκαν… Χάθηκε, και ο δίσκος «της παλάμης», και οι δύο άλλοι εξωτερικοί δίσκοι μεγάλων αποστάσεων…· πολύ περισσότερο, χάθηκε η ποδιά του γκαρσονιού…· έτσι, τώρα, σε σερβίρει ο νέος ή η νέα, χωρίς το παραμικρό διακριτικό…!

Ειλικρινά, όμως, προχθές τα ‘χασα, και πρέπει να τ’ ομολογήσω, διότι, ευρισκόμενος σε γραφείο της πλ. Αγ. Δημητρίου, τα ‘χασα, όταν μου σερβιρίστηκε καφές, από παιδί, που τον έβγαλε μέσα από «σακ βουαγιάζ»(!) και το οποίο, παιδί, ήλθε πάνω σε μηχανάκι από την πλ. Άρεως… ο αθεόφοβος!

Να ‘πω, ότι ενθουσιάστηκα με το παραπάνω θα είναι ψέμα αφού, ο καφές, δεν είναι εσώρουχο να βγει από την τσάντα ταξιδίου… Ο καφές είναι φιλοσοφία! Χρειάζεται τα δικά του σύνεργα και το ανάλογο περιβάλλον… για να βγάλει τ’ άρωμά του… κι όχι ν’ ανακατευτεί με την πλαστικόσακα…

Εμένα, προσωπικά, θα μ’ άρεσε να με σερβίρουνε τα γκαρσόνια και οι γκαρσόνες, με τη λευκή ποδίτσα τους· την ποδιά με τη μεγάλη τσέπη, τη χωρισμένη στα δύο, το ένα χώρισμα για τις μάρκες και τ’ άλλο για τα λεφτά…· την ποδιά, που ‘δενε στη μέση… Αλλά, και τον σημερινό μπάρμαν θα ‘θελα να μοιάζει με τον κλασικό ταμπή του παλιού καφενείου, με τη λίγο διαφορετική ποδιά -λευκή κι αυτή- που ξεκινούσε από το στήθος κι έδενε στον λαιμό!

Όλα τούτα χάθηκαν…· χάθηκε και η λογική, μαζί μ’ όλα… όπως και η επαγγελματική συνέπεια… αφού, αν είναι δυνατόν να φτάσει καφές από την πλ. Άρεως στην πλ. Αγίου Δημητρίου και να μην έχει γίνει τυρόγαλο…· έτσι, την σήμερον ημέραν, εν Τριπόλει, με χιόνι και -5ο, σου σερβίρουνε νερό με παγάκια, με τα δάχτυλα του γκαρσονιού στα χείλη του ποτηριού… και τι νερό…· εμφιαλωμένο, παρακαλώ· εμφιαλωμένο στην καρδιά του Μαίναλου!

Άντε να μου χαθείτε, με συγχύσατε, πάλι…

Μίλτος

(92)