«Λεφτά υπάρχουν, λέει, ο φίλος μου ο Βάγγος, και το λέει αυτό, βλέποντας τη νεολαία να γεμίζει τις καφετέριες, στην Τρίπολη… Αμ δεν υπάρχουν λεφτά, Ευάγγελε… όπως δεν υπήρχαν λεφτά και τα μετακατοχικά χρόνια, που, οι άνθρωποι, όμως, και τότε γέμιζαν τα καφενεία… Κατ’ αρχή, εάν υπήρχαν λεφτά, δεν θα ήταν οι νεολαίοι μας στην καφετέρια αλλά στη δουλειά… είτε ως καταστηματάρχες, είτε ως υπάλληλοι, είτε ως στελέχη επιχειρήσεων, υπηρεσιών, εργοστασίων και λοιπό πρόσωπο… Όταν βλέπεις ν’ ανοίγουν πάμπολλες καφετέριες τούτο σημαίνει, λοιπόν, αναδουλειά… όπως αναδουλειά υπήρχε τις 10ετίες του ’40, του ’50 κι ’60 γι’ αυτό, ο άλλος για να μην κάθεται, με πέντε τραπέζια κι ένα «πετρογκάζ» άνοιγε ένα καφενεδάκι για «ν’ αλλάζει τα λεφτά του» και να μην μένει άνεργος και τεμπέλης… χαλώντας κι από πάνω με το καθίσι…

Όσο για τη νεολαία μας, έτσι και την ψάξεις, εκτός από τον καφέ της, δεν θα βρεις τίποτα άλλο στο παντελόνι τους…· θα μου πεις, αφού δεν δουλεύουν… πού βρίσκουνε τα λεφτά… Ευτυχώς, γι’ αυτούς, υπάρχουν παππούδες και γιαγιάδες, μαμάδες και μπαμπάδες, που παίρνοντας μια σύνταξη, κλείνονται στο σπίτι και τα δίνουνε στα παιδιά και στα εγγόνια… για να μη στενοχωρηθούνε… Το χαρτζιλίκι φτάνει για ένα δύο καφέδες μετά σιγαρέτου και ποτέ για ποτά…!

Όσο για την καφετέρια, δεν την ανοίγει μόνος του κάποιος αλλά μαζεύονται τρεις, τέσσερις και πέντε οπότε «τ’ είναι ο κάβουρας, τ’ είναι το ζουμί του»… όταν η όλη δραστηριότητα της μέρας σχολάει στις 10 κι 11 το βράδυ…· περιμένουνε να ‘ρθουν τα Χριστούγεννα κι η Πρωτοχρονιά, οι Απόκριες κι η Λαμπρή, το καλοκαίρι…· κατ’ αυτόν τον τρόπο κρατιούνται μαγαζιά;

Και για να επανέλθουμε, δεν υπάρχουνε λεφτά στους νέους μας… και η όλη εικόνα «της ευημερίας» μόνο πλασματική είναι… Άφησε, που, κάθε δύο τρία χρόνια η καθεμιά καφετέρια θέλει ανακαίνιση…!

Έτσι, λοιπόν, τα περί “ευημερίας” της Ελλάδας μας και της Τριπολιτσάς, στο κεφάλαιο «νέοι», γράψτε «ψεύτρα η μάνα» ή τραγουδήστε τό «με γέλασε μια χαραυγή της άνοιξης τ’ αηδόνια…»…

(148)