«Μην ξενυχτήσετε στον κάμπο παιδάκι μου, γιατί ο αέρας είναι βαρύς και θα θερμαθείτε», έλεγε η γιαγιά μου η Γιωργούλα και εννοούσε βέβαια τον κίνδυνο της ελονοσίας που, αν και είχε εκλείψει και η Ελλάδα είχε κηρυχθεί, από το 1972, χώρα απαλλαγμένη απο την ελονοσία, … η γιαγιά μου δεν έλεγε να το καταλάβει, γιατι την είχε ζήσει στο πετσί της…

Κατά τη 10ετία 1913-1922  γίνεται η πρώτη συντονισμένη προσπάθεια έρευνας για την κατάσταση της ελονοσίας στη χώρα και το ποσοστό νοσηρότητας σε Παλαιά και Νέα Ελλάδα ανέρχεται στο 23,71% σε πληθυσμό 5.536.375 κατοίκων. Σε αυτό τον πληθυσμό δηλαδή δεν έχουν συμπεριληφθεί οι πρόσφυγες που αύξησαν τον πληθυσμό κατά ένα εκατομμύριο περίπου και κατά πολλές μονάδες το ποσοστό νοσούντων.

Η Αρκαδία ήταν ένας από τους Νομούς της Ελλάδας με τη μεγαλύτερη νοσηρότητα ελονοσίας. Με πληθυσμό 151.658 κατοίκων το ποσοστό νοσηρότητας ήταν 41,82%.  Η επαρχία Μαντινείας, παρουσιάζει πληθυσμό 58.239 κατοίκων που πλήττεται έντονα από την ελονοσία σε ποσοστό 43,75%.

Οι Δήμοι που αποτελούσαν τότε την Επαρχία Μαντινείας, κατά σειρά αναλογικού βαθμού νοσηρότητας και σε συνδυασμό με τις εκτάσεις λιμνών ή ελών σε πληρότητα, ήταν:
-Δήμος Βαλτετσίου με πληθυσμό 4.481 κατοίκους και ποσοστό νοσηρότητας 80%. Στην περιοχή του Δήμου υπήρχε ο βάλτος Πάπαρη – Μαρμαριάς που τη χειμερινή περίοδο έφτανε τα 10.000 στρ.
-Δήμος Νάσων με πληθυσμό 2.312 κατοίκους και ποσοστό νοσηρότητας 60%, με μικροσυλλογές ελών και τελμάτων των οποίων η έκταση δε μπορούσε να υπολογιστεί.
-Δήμος Ορχομενού με πληθυσμό 5.470 κατοίκους και ποσοστό νοσηρότητας 55%. Στα όρια του δήμου υπήρχε η λίμνη Κανδήλας και πολλές μικροσυλλογές συνολικής έκτασης 30.000 στρ.
-Δήμος Μαντινείας με πληθυσμό 6.895 κατοίκους και ποσοστό νοσηρότητας 50%, με τα δύο Έλη του Αργού πεδίου 15.000 και 3.000 στρ.
-Δήμος Φαλάνθου με πληθυσμό 4.934 κατοίκους και ποσοστό νοσηρότητας 50% με πολλές μικροσυλλογές.
-Δήμος Καλτεζών με πληθυσμό 2.611 κατοίκους και ποσοστό νοσηρότητας 40% με πολλές μικροσυλλογές
-Δήμος Κορυθίου με πληθυσμό 4.724 κατοίκους και ποσοστό νοσηρότητας 25% με το έλος της Βερζοβάς εκτάσεως 2.000 στρ.
-Δήμος Τριπόλεως με πληθυσμό 16.182 κατοίκους και ποσοστό νοσηρότητας 20% με πολλές μικροσυλλογές
-Δήμος Τεγέας με πληθυσμό 7.499 κατοίκους και ποσοστό νοσηρότητας 20% με μικροσυλλογές υδρομύλων και τη λίμνη της Τάκας 20.000 στρ.
-Δήμος Μανθυρέας με πληθυσμό 3.131 κατοίκους και ποσοστό νοσηρότητας 5% που σύμφωνα με τους στατιστικούς πίνακες στερείτε ελών.

Στην επαρχία Μαντινείας συνολικά, η επιφάνεια που καλύπτεται από ύδατα, λίμνες, έλη και τέλματα, ξεπερνά τις 80 χιλιάδες στρέμματα.

Ελληνική οικογένεια πάσχουσα από ελονοσία
Ελληνική οικογένεια πάσχουσα από ελονοσία

Από την αρχαιότητα είχε εντοπιστεί η άμεση σχέση των νερών με τους ελώδεις πυρετούς. Η γενική άποψη που επικρατεί μέχρι τις αρχές του 20 αι. περιγράφεται στο βιβλίο οδηγιών προς προφύλαξη από των ελωδών νόσων του καθηγητού Κων/νου Σάββα.

«Τα νοσήματα ταύτα αναπτύσσονται εις εκείνα μόνον τα μέρη, καθ’ α υπάρχουσι τέλματα ή έλη, τουτέστι μικρά ή μεγάλα αθροίσματα υδάτων κατά το μάλλον ή ήττον στασίμων, τούτω δ’ ένεκα και εκάλεσαν τα νοσήματα ταύτα ελώδεις πυρετούς. Και κατ’ αρχας μεν υπέθεσαν ότι το προκαλούν τούτους αίτιον εισέρχεται στον ανθρώπινον οργανισμό μετά του πινόμενου ύδατος. Τούτο μεν απεδείχθει ανακριβές διότι παρετηρήθη ότι η κατασκευή τελειωτάτων υδραγωγείων και η χορηγία καθαρώτατου ύδατος ουδόλως ηλάττωσε τη συχνότητα των νόσων τούτων. Της θεωρίας ταύτης αναληθούς αποδειχθείσης, εζήτησαν να αποδώσωσει την μόλυνση εις τον αέρα, διότι παρετήρησαν, ότι κυρίως προσβάλεται τις υπο πυρετών, αν εκτεθεί εις τον αέρα της νυκτός και της πρωίας, ή κοιμηθεί υπαιθρίως εν χθαμαλώ τόπω, ενώ ουδόλως προσλαμβάνει την νόσο αν κοιμηθεί επί υψηλού τινός μερους. Εκ της θεωρίας ταύτης εκλήθη η νόσος δυσαερία»  Δυσαερία ή μαλάρια, λέξη προερχόμενη από τα ιταλικές mala aria δηλαδή κακός αέρας.

Θέρμες είναι η κοινή ονομασία στην περιοχή μας με την οποία προσδιοριζόταν οι επαναλαμβανόμενοι πυρετοί της ελονοσίας.

Ο λόγιος Γεώργιος Ζαβίρας, (1744-1804), περιγράφει τις θέρμες ως εξής: «ο ασθενής άρχεται να αδυνατή και συχνάκις χασμείται, πολύ ξεροτανιέται, ύστερον ανατριχιάζει εις την ράχιν, οι όνυχες γίνονται υακίνθου χρώματος, αι χείρες και πόδες ψυχραίνονται, αι υπό το δέρμα φλέβες ατονούσι και ωσάν να μην ήσαν πλέον ο σφυγμός σμικρύνεται και άρχεται να κρούη λίαν ταχέως». Και συνεχίζει παρατηρώντας ότι «ο ασθενής ψυχραίνεται εις όλα τα εξωτερικά μέρη αυτού. Μετ’ ολίγον άρχονται και τα εσωτερικά μέρη να ψυχραίνονται. Ο ασθενής τρέμει και λίαν τινάσσεται. Συχνάκις κρούει και τρίζει τους οδόντας, ταλαιπωρείται, διψά, βδελύττεται το φαγητόν, ενίοτε εκβάλλει χολήν ή φλέγμα και έχει καφαλαλγίαν μεγάλην».

MATHITIS
Ιατρική γνωμάτευση μαθητή από το Δάρα.

Την ίδια περιγραφή για τις θέρμες δίνει και ο Νικόλαος Σχίζας: «Θυμάμαι ότι το καλοκαίρι του 1942 αρρώστησα, όπως και πάρα πολλά παιδιά στο χωριό, από θέρμες. Πολλές οικογένειες είχαν ένα ή δύο παιδιά άρρωστα. Οι θέρμες ήταν συχνές στο χωριό και τα άλλα χρόνια βέβαια και όχι μόνο το 1942. Την εποχή εκείνη το να πάσχεις από θέρμες εθεωρείτο πολύ φυσικό ή μοιραίο. Την υγειά σου να χεις κι ας θερμαίνεσαι, λέγαμε. Αρρώστιες ήσαν όλες οι άλλες πλην της ελονοσίας! Οι θέρμες ήσαν μέρος της ύπαρξης μας. Τις ξέραμε και τις περιμέναμε και ενίοτε στην αρχική τους φάση δεν μας εμπόδιζαν στον προγραμματισμό της δουλειάς μας. Θυμάμαι ότι τότε, κάθε δύο ημέρες νωρίς το μεσημέρι άρχιζα να νοιώθω σαν να κρύωνα, σαν να με βρέχανε με κρύο νερό. Αν δεν ήμουν στο σπίτι, ένοιωθα την ανάγκη να σταθώ κάπου απέναντι στον ήλιο, που προσωρινά μου έφερνε ζεστασιά. Αλλά γρήγορα άρχιζαν τα πρώτα φρίκια. Έτρεχα στο σπίτι και ξάπλωνα χάμου. Τα φρίκια ήδη είχαν εξελιχθεί σε ρίγη. Όλο το σώμα μου έτρεμε και τα δόντια μου κτυπούσαν.
Η μητέρα μου έριχνε πάνω μου κουβέρτες και πολλές φορές μ’ αγκάλιαζε πάνω απ’ αυτές για να με ζεστάνει. Τα ρίγη διαρκούσαν περίπου 15 λεπτά και μετά ανέβαινε ο πυρετός που συνήθως ξεπερνούσε τους 41οC. Στη φάση αυτή είχα ισχυρό πονοκέφαλο και πολλές φορές παραληρούσα και η παλιοπαρέα που ήταν κάποτε παρούσα, γελούσαν με όσα έλεγα.
Ο πυρετός υποχωρούσε γρήγορα μετά 3-4 ώρες με άφθονους ιδρώτες και με μεγάλη δίψα. Τότε, δηλαδή μετά την πτώση του πυρετού, ένοιωθα Untitled-2κάποτε μία ανεξήγητη, αλλά πραγματική μπορώ να ειπώ ευεξία. Το απόγευμα ήμουν έτοιμος να περπατήσω ξανά και να παίξω.»

Το 1942, χρονιά για την οποία εξιστορούνται τα παραπάνω, σχεδόν όλη η χώρα, μαστίζεται από τη νόσο, εν μέσω κατοχής, προφανώς λόγω της ελλείψεως φαρμάκων, της νοθείας της κινίνης αλλά και των μετακινήσεων πληθυσμών λόγω της πείνας.

Για την περιοχή της Μαντινείας είναι ενδεικτική η αναφορά για το χωριό Σιμιάδες, όπου ο σπληνικός δείκτης, δηλαδή το ποσοστό των παιδιών του σχολείου που είχαν διογκωμένο σπλήνα (χαρακτηριστικό της ελονοσίας ), είχε φθάσει, τη χρονιά εκείνη, το τεράστιο ποσοστό 95%, από 55% που ήταν δύο χρόνια νωρίτερα.

Για να γλυτώσει κάποιος από τις θέρμες έπρεπε να αποφύγει το τσίμπημα του κουνουπιού. Έτσι όταν κοιμόντουσαν προσπαθούσαν να κρατήσουν τα κουνούπια μακριά με αυτοσχέδιες κουνουπιέρες. Γυναίκες και παιδιά κυκλοφορούσαν τα βράδια σαν φαντάσματα με μακριές ριγωτές πιτζάμες και νυχτικιές, ενώ μικροί και μεγάλοι πριν η οικογένεια πέσει για ύπνο, άνοιγαν την πόρτα του σπιτιού και με όποιον τρόπο μπορούσαν προσπαθούσαν να βγάλουν έξω κάθε κουνούπι που ήταν στο σπίτι, συνήθως κουνώντας πετσέτες ή άλλα ρούχα στον αέρα και τα οδηγούσαν προς την πόρτα. Τις ζεστές νύχτες όταν κάποιο παράθυρο έπρεπε να μείνει ανοιχτό, η καλύτερη προφύλαξη ήταν τα κλαδιά από ευκάλυπτο όπου αυτός υπήρχε, αλλιώς με μια γλάστρα βασιλικό προσπαθούσαν να εμποδίσουν την είσοδο των κουνουπιών, αφού επικρατούσε η πεποίθηση ότι η μυρωδιά τους δεν άρεσε στα κουνούπια.

flitΕκείνο όμως που δεν έπρεπε να λείπει από κανένα σπίτι ήταν το «φλιτ». Το φλιτ, ένα υγρό με ιδιάζουσα οσμή, πουλιόταν μέσα σε κίτρινα δοχεία, φλιτάριζαν με την τρόμπα τα κλειστά δωμάτια, και τα κουνούπια έπεφταν ξερά και πολλές φορές και οι άνθρωποι. Το φλιτ ήταν πολύ διαδεδομένο και πέρασε στο λεξιλόγιο μας μέχρι σήμερα, ως συνώνυμο της εντομοκτονίας. Έτσι ακόμα και σήμερα φλιτάρουμε τις μύγες και τα κουνούπια.

Χαρακτηριστική για την εδραίωση του φλίτ στο λεξιλόγιό μας, είναι η φράση του Αθηνόδωρου Προύσαλη ως μάγκα, στο έργο «Μια κυρία από την κυψέλη» — Κάνε παραπέρα ρε εφταμηνίτικο, για θα σε ψεκάσω με φλίτ και θα κλαιν τα έντομα που σε χάσανε…

Ο πόλεμος αντικατέστησε το φλιτ με το πιο αποτελεσματικό DDT, το οποίο χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον για εκτατικούς ψεκασμούς, για οικιακή απεντόμωση αλλά και για προσωπική σωματική υγιεινή, φέρνοντας εντυπωσιακά αποτελέσματα, αλλά και οδυνηρές παρενέργειες όπως αποδείχθηκε αργότερα. Πάντως στον πόλεμο κατά της ελονοσίας το DDT ήταν ο μεγαλύτερος σύμμαχος.

Μια από τις δράσεις που έφεραν αποτελέσματα αλλά και άλλαξαν την εικόνα της υπαίθρου ήταν οι αποξηράνσεις. Αναγκαίες τόσο για την εξάλειψη του ενδιαιτήματος των κουνουπιών αλλά και για την εξοικονόμηση καλλιεργήσιμων εκτάσεων.

Ο ιατρός και υγειονομικός σύμβουλος του Υπουργείου της Συγκοινωνίας, Ιωάννης Καρδαμάτης στον πρόλογό του στο βιβλίο «Στατιστικοί Πίνακες των ελών εν Ελλάδι» του 1924, γράφει: «Η παρατηρούμενη ήδη οικτρά εικών του πένθους, του απλουμένου ανα τας επαρχίας και υποδιοικήσεις του Κράτους, αροτριουμένας επί γενεάς όλας δια της σκαπάνης του νεκροθάπτου αντί του θείου, του πλουτοφόρου αρότρου της Δήμητρος, η εκφύλισις και ηθική κατάπτωσις του Έθνους και η οικονομική αποβαράθρωσις της χώρας, δεν θα παυσωσιν, εφ’ όσον παρελκύεται η λύσις του ζωτικότατου δια την χώραν ζητήματος της αποξηράνσεως των ελών, εφ’ όσον μοιραίως θα υφίστανται ελώδεις εκτάσεις καλύπτουσαι τα μεγαλύτερα τμήματα των πεδιάδων, εκτρέφουσαι εις τα ευρωτιώντα αυτών ύδατα βατράχους και κώνωπας ανωφελής και παρασκευάζουσαι από αλκίμους υπάρξεις ανθρώπινα σκέλεθρα και αντί του ανυπολογίστου πλούτου, ον ζηλοτύπως εγκρύπτουσι εις τους πρασίνους κόλπους των, αποδίδουσι σκηνώματα νεκρών … και ταύτα προς ανυπολόγιστην ζημίαν του Κράτους και της Φυλής»

Η αποξήρανση με αυτό τον τρόπο επενδύθηκε ιδεολογικά, χαρακτηρίζοντας το νερό ζημιογόνο επικαλούμενο τόσο την ηράκλεια μυθολογία (χαρακτηριστικό είναι ότι ο Σύλλόγος προς Περιστολή των Ελωδών Νόσων είχε έμβλημα τον Ηρακλή να φονεύει τη Λερναία ύδρα) όσο και τον ριζωμένο φόβο για τις θέρμες, αλλά και την προσδοκία ότι οι νέες γεωργικές εκτάσεις θα έσωζαν τον κόσμο και θα έδιναν γη σε όλους.

Αποτελεί παράδοξο πως καταφέραμε να αποξηράνουμε το 70% των επιφανειών των λιμναίων υδάτων της χώρας μας, χωρίς να υπάρξει καμία αντίδραση από κανέναν. Αντίθετα η παραίνεση από τους πολίτες προς το κράτος ήταν πιεστική. Όπου γινόταν αποξήρανση ήταν λόγος χαράς και πανηγυριού.

Οι ανεξέλεγκτες ανθρώπινες παρεμβάσεις, η αλλαγή του κλίματος και η διαρκώς αυξανόμενη απαίτηση υδάτων από τη γεωργία, έφεραν το θέμα της υδροοικονομίας πάλι στο προσκήνιο.

Έτσι η λίμνη Κάρλα στη Μαγνησία, που αποξηράνθηκε το 1962, επειδή την εποχή εκείνη προκαλούσε πλημμύρες στις πέριξ γεωργικές καλλιέργειες, ενώ ορισμένες βαλτώδεις εκτάσεις γύρω της προκαλούσαν την έντονη παρουσία εντόμων, διαπιστώθηκε 40 χρόνια μετά ότι οι θετικές επιπτώσεις στο οικοσύστημα της περιοχής ήταν μεγαλύτερες από το όφελος που προσέφερε η αποξήρανσή της. Έτσι, σήμερα γίνεται προσπάθεια για αναδημιουργίας της λίμνης, που θα έχει μέγεθος 38.000 στρέμματα.

Το ίδιο και στην δική μας Τάκα, που οι προπολεμικές παρεμβάσεις διευκόλυναν την παροχέτευση των νερών της προς των Όφι ποταμό και τις καταβόθρες της περιοχής, σήμερα γίνεται προσπάθεια να κρατούνται στον νέο ταμιευτήρα 12.000.000 κμ νερού.

Είναι σίγουρο πως παρόμοιες δράσεις για την συγκράτηση και αποθήκευση νερού θα αυξηθούν τα επόμενα χρόνια. Αλλά και τα κρούσματα ελονοσίας που καταγράφηκαν το περασμένα καλοκαίρια στην Ελλάδα, μας υπενθυμίζουν ότι οι θέρμες είναι εδώ…!!!

Θ. Τσάμης

(237)