H μεγάλη, αυτοβιογραφική εξομολόγηση του Γιάννη Φέρτη
Ο σημαντικός Έλληνας ηθοποιός, με τη μακρά πορεία και το χαμηλό προφίλ, μιλά για πρώτη φορά μύχια και θαρρετά για ολόκληρη τη ζωή του στον Αντώνη Μποσκοΐτη.

Γεννήθηκα το 1938, άρα στις 21 Απριλίου του 2018 θα μπω στα 80 και θα κλείσω 58 χρόνια στο θέατρο. Δυστυχώς, λόγω της 21ης Απριλίου, όλοι με θυμούνται και με πλακώνουν στα τηλεφωνήματα για ευχές. Δεν πιστεύω πολύ στα γενέθλια, αν και εγώ θα τηλεφωνήσω σε πολλούς να τους ευχηθώ. Όταν ήμουν παιδί, μέχρι τα 17-18 μου γιορτάζαμε μόνο την ονομαστική γιορτή. Δεν τα ξέραμε τα γενέθλια – μπορεί να τα ήξεραν οι αστοί του Κολωνακίου, έχοντας επαφή με το εξωτερικό.

Οι γονείς μου ήταν απλοί άνθρωποι. Ο πατέρας μου στα 13 του ήρθε απ’ το χωριό στην Αθήνα κατευθείαν για δουλειά σε χασάπικο. Μαζί με τα αδέρφια του κοιμόντουσαν πάνω στα ψυγεία, ώσπου έπιασαν λεφτά και στο τέλος έκαναν το δικό τους χασάπικο. Η μητέρα μου, από χωριό επίσης της ορεινής Φθιώτιδας, είχε κατέβει με τους γονείς της στον κάμπο ως μικρό κορίτσι. Πρωτοπήγα στο χωριό το ’52, αφού κάποια χωριά είχαν αδειάσει τελείως λόγω του Εμφυλίου. Έτσι, μας έπαιρνε ο πατέρας μου και μας πήγαινε στο πατρικό του, του παππού. Μου άρεσε πάρα πολύ όλη αυτή η απομόνωση μέσα στα έλατα, στα 1.100 μέτρα υψόμετρο.

Στο παρακείμενο χωριό της μητέρας μου, από τις μικρότερες αδερφές της έμαθα να χορεύω τσάμικο και καμιά φορά χόρευα στα πανηγύρια. Ήμασταν μια παρέα από νέα παιδιά, το πολύ μέχρι 20 ετών, που τα βράδια μαζευόμασταν, κάναμε παρέα και τραγουδάγαμε. Ωραίες μνήμες έχω!

• Θυμάμαι μια εικόνα: να είμαι μεγάλος, να τελειώνω την παράσταση, να παίρνω το αμάξι και να πηγαίνω στο χωριό μόνος μου. Μου αρέσει πολύ η οδήγηση τη νύχτα. Έβαζα κι άκουγα κασέτες με κλαρίνα και στη διαδρομή δάκρυζα. Τώρα έφτιαξα ένα σπίτι κι εγώ εκεί, γιατί μου άρεσε πάρα πολύ και στην Αθήνα έμενα στο ενοίκιο για πολλά χρόνια. Το έφτιαξα και για τους γονείς μου, όταν είχαν μεγαλώσει πολύ, γιατί στο παλιό, το δικό τους σπίτι, η κουζίνα ή το μπάνιο ήταν έξω, σε απόσταση, κι έπρεπε να μετακινούνται. Για δέκα χρόνια, μέχρι που πέθαναν, το χάρηκαν και το χαιρόμουν κι εγώ.

Δεν ξέρω πόσο έντονα έχω μέσα μου τους γονείς μου, αλλά δεν θα ξεχάσω τη μητέρα μου που μου έκανε παράπονα γιατί δεν πήγαινα να τη βλέπω συχνά. Δεν ήταν μόνη, έμενε σε μια πολυκατοικία στην Αθήνα όπου έμενε κι η αδερφή μου στον από πάνω όροφο. Τους έχασα μεγάλους, το 2000 και τους δύο. Ο πατέρας μου, στα 97 του, «πήγε» από γεράματα. Δεν μπορούσε πια να περπατήσει, αλλά στο χωριό τον κυνηγούσαμε μέχρι τα 94 του, αφού ανέβαινε σε δέντρα να κόψει ελιές ή φρούτα κρυφά απ’ τη μάνα μου. «Έφυγε» ήρεμα στον ύπνο του. Η μητέρα μου, από εγκεφαλικό.

Με κάνετε τώρα να πω κάτι για πρώτη φορά: είχα πάει μια φορά στο σπίτι τους, τότε που «έφευγαν» κι οι δύο. Τους είχαμε σε ξεχωριστά δωμάτια για να μη βλέπει ο πατέρας μου πώς είχε γίνει η μάνα μου από το εγκεφαλικό. Τη σηκώναμε και στεκόταν καθιστή, με το κεφάλι κατεβασμένο. Καταλάβαινε, γιατί μου έκανε νοήματα. Λέω στην αδερφή μου: «Πώς θα ξαναβρεθούν οι δυο τους, βρε παιδί μου; Δεν φέρνουμε τον μπαμπά να τη δει λίγο;». Τον πήραμε με το καρότσι και τον βάλαμε απέναντί της, όπως καθόμαστε εμείς οι δύο τώρα. Της απλώνει το χέρι. Του απλώνει το δικό της. Την κοιτάει κατάματα. Τον κοιτάει κι αυτή… Αποχαιρέτισαν την επί 60 τόσα χρόνια κοινή τους ζωή. Το θυμάμαι τώρα και με πιάνουν τα κλάματα. Λίγο μετά πέθανε η μάνα μου.

Έχω άποψη κι έχω δουλέψει με πάρα πολλούς σημαντικούς σκηνοθέτες, ξένους και Έλληνες! Ακόμα και στην «Άλκηστη» που κάναμε με την Ευαγγελάτου, παρόλο που δεν είχα μεγάλο ρόλο, ήμουν πάρα πολύ ευχαριστημένος. Αφήνομαι στις εκάστοτε συνεργασίες μου, λέω «να το κάνω αυτό;» ή «να το κρατήσω;» και κάνω ό,τι μου πουν. Πάντως, τη λέω την άποψή μου.

• Στο χασάπικο η δουλειά που έκανα ήταν να τυλίγω κάνα κομμάτι κρέας που έκοβαν οι θείοι μου. Στα δεκάξι μου είχα αποφασίσει ότι θα γινόμουν ηθοποιός. Ο αδερφός μου, τέσσερα χρόνια πιο μεγάλος από μένα, πήγαινε στο θέατρο. Με πήρε και μένα μια μέρα στο Rex –τότε «Κοτοπούλη»– και είδα τη Συνοδινού με τον Ντίνο Ηλιόπουλο. Εντυπωσιάστηκα και μετά δεν άφηνα παράσταση για παράσταση του Εθνικού και του Κουν.

Στο Εθνικό θαύμαζα πολύ τη Βάσω Μανωλίδου και άλλους, όχι μόνο πρωταγωνιστές σαν την Παξινού. Στου Κουν μου άρεσε που έβλεπα έργα σε ένα κυκλικό θέατρο και με μιαν άλλη ατμόσφαιρα. Ο αδερφός μου είχε μπει ήδη στην Ιατρική κι εγώ είπα στη μάνα μου τι ήθελα να κάνω, αλλά δεν συμφωνούσε, μην έχοντας καμία σχέση με τα καλλιτεχνικά.

Είμαστε τέσσερα παιδιά, τρία αγόρια και μια αδερφή μικρότερη. Εν ζωή είμαστε οι τρεις, ο ένας αδερφός μου «έφυγε» από καρκίνο στα 51 του χρόνια. Μεγάλος ήμουν και θυμάμαι τη μάνα μου, που είχε χάσει το παιδί της, να μου λέει: «Πρόσεχε, Γιαννάκη μου, μην έχουμε τα ίδια, μην πίνεις, μην ξενυχτάς». Η μάνα μου ήταν αρνητική με το θέατρο και παρέσερνε και τον πιο συγκαταβατικό πατέρα μου. Της έλεγα «θα γίνω ή ηθοποιός ή χασάπης», πράγμα που δεν πίστευα βέβαια.

Πήγαινα στο Γυμνάσιο, νυχτερινό, αλλά στο χασάπικο τα πρωινά έκανα και λίγο θέατρο, βούταγα δηλαδή τα χέρια μου στο αίμα από τα σφαχτά και πασάλειβα τη λευκή ποδιά μου. Ο τότε ιδιοκτήτης του εστιατορίου «Ιντεάλ» ψώνιζε κρέας από μας. Μου έδιναν ένα μπούτι από μοσχάρι να τους το πάω. Το κρατούσα από το κότσι και ξεκινούσα με τα πόδια. Έλα όμως που πέρναγα αναγκαστικά από το Θέατρο Τέχνης. Άφηνα το μπούτι, χάζευα τις φωτογραφίες των ηθοποιών, το ξανάπαιρνα και συνέχιζα, όλο αυτό γινόταν. Τελικά έδωσα εξετάσεις στου Κουν, αφού εκεί ήθελα να πάω απ’ την αρχή.

Όταν έβγαλα όλα τα χρέη μου απ' τη διαφήμιση, με θυμάμαι να φεύγω απ' το στούντιο και να λέω: «Ρε παιδί μου, τι τυχερός που είσαι!». Δεν το έλεγα ψωνισμένος, χαιρόμουν που μου έτυχε να έχω μια ωραία φωνή, η οποία έκανε γι' αυτό. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Όταν έβγαλα όλα τα χρέη μου απ’ τη διαφήμιση, με θυμάμαι να φεύγω απ’ το στούντιο και να λέω: «Ρε παιδί μου, τι τυχερός που είσαι!». Δεν το έλεγα ψωνισμένος, χαιρόμουν που μου έτυχε να έχω μια ωραία φωνή, η οποία έκανε γι’ αυτό. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

• Πέρασα με επιτροπή τον Κουν, τον Βασίλη Διαμαντόπουλο, τον Κώστα Μπάκα κ.ά. Ο Λαζάνης τότε μόλις είχε ξεκινήσει να διδάσκει αυτοσχεδιασμό. Υπήρχαν κι άλλοι δάσκαλοι, πιο μέτριοι σαφώς, αλλά εγώ ένιωθα μαγικά. Όταν αργότερα έγινα επαγγελματίας ηθοποιός, σπανίως ένιωθα αυτήν τη μαγεία, αφού την είχα ζήσει εκ των έσω.

Ο Κουν ήταν αυτό που λέμε «εντάξει άνθρωπος». Ως σκηνοθέτης σε έπαιρνε από κάτω και το καταλάβαινα, αφού τότε μπορεί να παίζονταν τέσσερα έργα στη σειρά. Δεν προλάβαινε εκείνος κι εγώ δεν προλάβαινα να λειτουργήσω, όχι όπως θα ήθελα, γιατί ως πιτσιρικάς δεν ήξερα και τι ήθελα! Κάπου με βόλευε και μένα, ακολουθούσα. Και τώρα ακολουθώ τους σκηνοθέτες μου, ακόμα κι αν είναι μέτριοι.

Έχω άποψη κι έχω δουλέψει με πάρα πολλούς σημαντικούς σκηνοθέτες, ξένους και Έλληνες! Ακόμα και στην Άλκηστη που κάναμε με την Ευαγγελάτου, παρόλο που δεν είχα μεγάλο ρόλο, ήμουν πάρα πολύ ευχαριστημένος. Αφήνομαι στις εκάστοτε συνεργασίες μου, λέω «να το κάνω αυτό;» ή «να το κρατήσω;» και κάνω ό,τι μου πουν. Πάντως, τη λέω την άποψή μου.

• Δεν είχα ποτέ «υπερεγώ» ούτε βαυκαλιζόμουν, επιβραβεύοντας τον εαυτό μου. Είμαι λίγο ιδιόρρυθμος – έρχονταν και μου έλεγαν «κύριε Φέρτη, είστε πάρα πολύ καλός», αλλά δεν ένιωθα άνετα και τους απαντούσα «όχι, δεν έχετε δίκιο, δεν είμαι και τόσο καλός». Δεν το έκανα για να τους τη σπάσω, αλλά αφού έτσι ένιωθα; Καταρχάς, πάρα-πάρα πολύ καλός ίσως δεν έχω αισθανθεί ποτέ. Καλός ναι, αλλά ξέροντας πως θα μπορούσα να έχω κάνει κι άλλα που δεν τα έκανα για διάφορους λόγους.

• Έχω συνεργαστεί με πολύ κόσμο, μύθοι σήμερα οι περισσότεροι: Μελίνα, Ντασέν, Κατράκης, Βουγιουκλάκη. Δεν μου λείπουν, δεν νιώθω νοσταλγία και θα σας το εξηγήσω με ένα παράδειγμα του περασμένου καλοκαιριού, όπου βασικό ρόλο έπαιζε ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος. Θαύμαζα το πώς έπαιζε, το πώς λειτουργούσε το μυαλό του κι αισθανόμουν πως εγώ δεν έχω το ίδιο μυαλό. Θέλω να πω ότι και τώρα που παίζω με τον Πιατά και τον Μιχαηλίδη αισθάνομαι πάρα πολύ καλά.

Με τη Μελίνα, λόγου χάριν, ήταν άλλη κατάσταση: εγώ ήμουν παιδί κι εκείνη ήταν 39άρα περίπου, γκομενάρα. Είχα παίξει σε δυο εργάκια ίσαμε τότε και ξαφνικά βρέθηκα με τη Μελίνα! Θα πω κάτι αστείο, επίσης για πρώτη φορά: Έχουμε στο Θέατρο Τέχνης μια σκηνή ερωτική σε ένα κρεβάτι. Στο ένα μέτρο ήταν οι θεατές κι είχα πάθει πανικό, ξέρετε γιατί; Μου φορούσαν κάτι πιτζάμες μεταξωτές, λεπτές, που περίσσευαν, κι είχα πάνω μου τη Μελίνα, με τις ποδάρες της. Έλεγα μέσα μου «κι άμα μου σηκωθεί;». Να φανταστείτε, φορούσα σωβρακάκια και πήγα και πήρα σλιπάκι! (γέλια) Βέβαια, ποτέ δεν συνέβη αυτό, γιατί είχα τον νου μου πώς θα έπαιζα. Παιδί ήμουν, στα 21-22 μου.

Το λέω τώρα, αλλά δεν το είπα ποτέ στη Μελίνα, με την οποία κάναμε και πολλή παρέα. Ντρεπόμουν, αλλά και να της το ‘λεγα, θα γελούσε πολύ και θα μου ‘κανε «Άντε, βρε!» (μιμείται τη φωνή της Μελίνας).

Μάνος Χατζιδάκις, Μάριος Πλωρίτης, Γιάννης Φέρτης, Μελίνα Μερκούρη, Κάρολος Κουν και Ζιλ Ντασέν.

Μάνος Χατζιδάκις, Μάριος Πλωρίτης, Γιάννης Φέρτης, Μελίνα Μερκούρη, Κάρολος Κουν και Ζιλ Ντασέν.

• Γνώρισα τον Μάνο Χατζιδάκι στους Όρνιθες, στο πρώτο ιστορικό τους ανέβασμα. Ερχόταν και μας μάθαινε τα τραγούδια. Εγώ ήμουν στον Χορό κι έκανα κι έναν Αγγελιοφόρο. Ήμασταν με τον Διαγόρα Χρονόπουλο και τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο και μια μέρα έρχεται ο Μάνος και μας λέει: «Είστε πολύ εντάξει! Νέα παιδιά και φέρεστε τόσο άψογα, με έχετε εντυπωσιάσει!». Ένα βράδυ μάς πήγε στην Πλάκα και μας έκανε το τραπέζι, Μάιος ήταν θυμάμαι και τρώγαμε έξω. «Πω, πω, έστησα τον Κουν» μας έλεγε, αφού συνήθως δούλευε τα βράδια τις μουσικές του, αλλά εμείς γελούσαμε που είχε στήσει τον δάσκαλό μας.

Κάποια στιγμή γίναμε φίλοι με τον Χατζιδάκι, κάναμε παρέα και μάλιστα παντρέψαμε οι δυο μας τον Διαγόρα με την κοπέλα του. Υπήρχε κι ένα στέκι στο κέντρο που δεν έκλεινε ποτέ. «Θα ‘ρθεις;» με ειδοποιούσε ο Μάνος στις 2 τη νύχτα. «Αμέ» έλεγα. Εκεί γνώρισα τον Ελύτη, αλλά και τον Γκάτσο που ήταν κολλητοί με τον Μάνο. Μπορούσες να ήσουν παρέα με τον Μάνο, να έβγαζε πακέτο και να έγραφε εκεί απάνω μια μελωδία, ώσπου πήγαινε η ώρα 8 το πρωί και γύρναγε στην κυρία Αλίκη, τη μάνα του. Πήγαινα κι εγώ ευτυχισμένος, παίρναμε μαζί πρωινό και έφευγα. Με λύπησε απίστευτα ο θάνατός του και για κάποια χρόνια δεν βλεπόμασταν. Όταν είχε αρρωστήσει, θυμάμαι, πήρα το αμάξι κι έκανα βόλτες γύρω απ’ το σπίτι του στη Ρηγίλλης. Έβλεπα το φως αναμμένο, αλλά δεν χτύπησα την πόρτα…

Και με τον Θεοδωράκη γνωρίστηκα – ήταν δύο τελείως διαφορετικοί άνθρωποι. Σπουδαίος και ο Μίκης, δεν τίθεται θέμα, ευφυής άνθρωπος και καλλιτέχνης, αλλά παρέα έκανα με τον Μάνο, απ’ αυτόν μπορούσες να βγεις κερδισμένος. Τώρα πια δεν ακούω μουσική παρά μόνο στο ραδιόφωνο, τυχαία, δεν ξέρω γιατί. Επίσης, δεν βλέπω πολύ κινηματογράφο πια.

• Δεν θεωρώ ότι είμαι πλήρης εμπειριών στο θέατρο, πιστεύω ότι υπάρχουν πράγματα που δεν τα ξέρω. Σίγουρα έχω κάποια εμπειρία, αλλά όχι πληρότητα. Άλλοι μπορεί να την έχουν κατακτήσει, εγώ είμαι ένας ηθοποιός που έζησα ωραία πράγματα και τα ζω, όσο ακόμα δουλεύω, γιατί δεν ξέρουμε τι μας συμβαίνει κιόλας αύριο. Βλέπω άλλους συναδέλφους που είναι –πώς να το πω;– πιο μέσα στον τρόπο παιξίματος, ψάχνονται πιο πολύ. Όλα αυτά, εννοείται, χωρίς να υποτιμώ τον εαυτό μου.

• Έχω κάνει σχετικά λίγο κινηματογράφο, την Ηλέκτρα με τον Κακογιάννη, το Μπλόκο με τον Άδωνι Κύρου. Καλές ταινίες αλλά κι άλλες που δεν ήταν καλές και δεν τις ξέρετε γιατί δεν παίζονται. Όταν, ας πούμε, κάναμε δικό μας θίασο με την Ξένια (σ.σ. Καλογεροπούλου) κι εκείνη έπαιζε στο σινεμά, μου έγιναν τρεις προτάσεις από εταιρείες μικρές που ήξερα ότι έκαναν μελό και κάτι ταινίες ασήμαντες. Είπα «ναι» και στις τρεις προτάσεις, χωρίς να έχω διαβάσει σενάρια. Το έκανα μόνο και μόνο για να έχουμε χρήματα, μήπως δεν πηγαίναμε καλά στο θέατρο, για να είμαστε εντάξει στις υποχρεώσεις μας.

• Έκανα τρεις γάμους, με την Ξένια Καλογεροπούλου, τη Μιμή Ντενίση και την τωρινή μου γυναίκα, τη Μαρίνα Ψάλτη. Ηθοποιοί και οι τρεις. Σχέση ζωής θα έλεγα κι αυτήν με την Τάνια Τσανακλίδου, που μπορεί να μην παντρευτήκαμε ποτέ, αλλά ήμασταν μαζί για εφτά χρόνια. Την αγάπησα. Όταν τα φτιάξαμε, ήταν κοριτσάκι 22 ετών. Όλες αυτές τις θεωρώ γυναίκες της ζωής μου.

Με την Ξένια γνωριστήκαμε στην πρώτη ταινία που έπαιξα: η Ξένια, ο Ληναίος, η Βούρτση κι εγώ. Μάλιστα, τη μουσική είχε γράψει ο Χατζιδάκις κι εκεί πρωτακούστηκε το «Είμ’ αϊτός χωρίς φτερά» (σ.σ. αναφέρεται στην ταινία του Σωκράτη Καψάσκη Αγάπη και θύελλα του 1961). Θυμάμαι ότι είχαμε βραδινό γύρισμα με την Ξένια κάπου στη θάλασσα. Σταματήσαμε για φαγητό όλο το συνεργείο. Εμείς πήγαμε παραπέρα μόνοι μας κι όλοι οι άλλοι κατάλαβαν τι έτρεχε. Άρχισαν να μας πετάνε τα κουτάλια και τα πιρούνια τους και να μας πειράζουν.

Με την Ξένια ζήσαμε μαζί συνολικά δεκαπέντε χρόνια. Κάναμε και δικό μας θίασο για μια δεκαετία, από το ’66 έως το ’76. Είχε έρθει ο Λεωνίδας Τριβιζάς μετά τη Μεταπολίτευση κι έκανε το Λαϊκό Πειραματικό Θέατρο. Θελήσαμε να συμπράξουμε μαζί του ως παραγωγοί, ως ηθοποιοί, ως ζευγάρι, ως συνδημιουργοί. Μπορεί να ήταν ρίσκο, αλλά θέλαμε να κάνουμε και κάτι διαφορετικό.

• Μαζευτήκαμε κάποιοι άνθρωποι γύρω απ’ τον Τριβιζά, διαβάζαμε έργα, ψηφίζαμε το έργο που θέλαμε. Έναν χρόνο έμεινα εγώ, καθώς δεν μου πολυάρεσε η ανασφάλειά του. Εκεί ακριβώς χωρίσαμε με την Ξένια. Της είχα πει, εν τω μεταξύ, ότι τα είχα φτιάξει με την Τάνια. Δουλεύαμε μαζί ενόσω είχαμε χωρίσει κι εγώ αυτό δεν μπορούσα να το καταλάβω. Μια φορά με πιάσανε τα γέλια, γιατί μου φαινόταν τρελό όλο αυτό! Πλέον με την Τάνια βλέπομαι πιο συχνά, ενώ με την Ξένια πιο σπάνια, αλλά η σχέση μας είναι καλή.

Με τη Μιμή Ντενίση, πάλι, γνωριστήκαμε το ’79 στον τηλεοπτικό Συμβολαιογράφο. Ήμασταν πολύ διαφορετικοί χαρακτήρες. Για καμία δεν έχω να πω τίποτα, ούτε να κατηγορήσω. Με τη Μαρίνα τώρα έχουμε σπάσει ρεκόρ, είμαστε μαζί συνολικά 25 χρόνια, παντρεμένοι τα τελευταία 20. Είμαστε καλά, μια χαρά.

• Ο Μιχάλης Κακογιάννης ήξερα απ’ την αρχή ότι ήθελε να είναι ηθοποιός. Είχε παίξει ως νέος στο Λονδίνο σε σκηνοθεσία, αν τα λέω καλά, του Αλέξη Σολομού. Το διαπίστωσα όταν κάναμε την ταινία και έδειχνε στους ηθοποιούς πώς θα παίζουν, έλεγε δηλαδή τις ατάκες κανονικά και ο ίδιος. Δεν το ‘χε ο άνθρωπος, δεν το ‘κανε καλά, αλλά από κει συνειδητοποίησα ότι είχε το απωθημένο του ηθοποιού. Ήταν ένας μεγάλος σκηνοθέτης όμως, ειδικά για εκείνα τα χρόνια.

Τώρα που παίζω με τον Πιατά και τον Μιχαηλίδη στους "Ήρωες" αισθάνομαι πάρα πολύ καλά.

Τώρα που παίζω με τον Πιατά και τον Μιχαηλίδη στους “Ήρωες” αισθάνομαι πάρα πολύ καλά.

• Μια φορά μου τηλεφώνησε ένας συνεργάτης του Θόδωρου Αγγελόπουλου. «Σας ευχαριστώ» είπα, «αλλά έχω κλείσει». Ξέρετε, με τον Αγγελόπουλο ή έκανες ή δεν έκανες δουλειά, δεν ήταν όπως παλιά, που μπορεί να έκανα θέατρο και ταινίες παράλληλα. Μετά από λίγες μέρες ξανά τηλέφωνο: «Θέλει ο κ. Αγγελόπουλος να σας δει». Πήγα στο γραφείο του, περίμενα λίγο απ’ έξω κι όταν μπήκα ξανάπα και στον ίδιο ότι έχω κλεισμένη δουλειά. Ένιωσα σαν να πειράχτηκε: «Καλά, καλά, εντάξει» μου είπε, «καλή σας συνέχεια».

Κι εγώ, έχετε υπ’ όψιν, άμα πω το «ναι» κάπου, πάει και τελείωσε. Και στην Αμερική να μου πουν να πάω με τα πιο πολλά λεφτά, δεν θα πουλήσω τους άλλους. Δεν υπήρχε περίπτωση να κάνω πίσω, ακόμα και για τον Αγγελόπουλο! Και γι’ αυτό, όταν μου προτείνουν κάτι, λέω: «Να σας απαντήσω σε δεκαπέντε μέρες;». Θέλω χρόνο για να το επεξεργαστώ κάθε φορά. Ούτε και το μετάνιωσα, αφού δεν έκανα κάνα κακό, παρά μόνο την αλήθεια μου εξέφρασα. Δεν έχω παράπονο, πριν από εννιά χρόνια έκανα το Σκλάβοι στα δεσμά τους του Τώνη Λυκουρέση. Ωραία ταινία ήταν αυτή!

• Ακούω εδώ και χρόνια «ο παλιός, καλός ελληνικός κινηματογράφος» και διαφωνώ. Βεβαίως έγιναν κάποιες καλές ταινίες, αλλά, τώρα, τι, είναι σκατά ο κινηματογράφος; Ήταν ταινίες όπου βασικά έπαιζαν κωμικοί με ταλέντο, πέρναγε καλά ο κόσμος και γέλαγε. Θυμώνω ακόμα και με ανθρώπους του χώρου που λένε «εμείς παλιά…» ή «εμείς ήμασταν»… Τι ήμασταν δηλαδή εμείς; Ηθοποιοί ήμασταν, κάποιοι καλοί, κάποιοι μέτριοι και κάποιοι κακοί. Και τώρα το ίδιο: υπάρχουν πάρα πολλοί καλοί ηθοποιοί, όπως και μέτριοι και κακοί. Οι κακοί δεν συνεχίζουν, συνήθως τα παρατάνε, έτσι γίνεται. Εκνευρίζομαι όταν μου λένε στον δρόμο: «Αχ, κ. Φέρτη, εσείς οι παλιοί, ενώ τώρα…».

• Μου γίνονταν προτάσεις για διαφήμιση, για σπικάζ, αλλά δεν δεχόμουν. Κάποια στιγμή μείναμε χωρίς λεφτά με την Ξένια, λίγα χρόνια πριν χωρίσουμε. Τότε είπα «ναι» κι άρχισα να βγάζω τρελά λεφτά για είκοσι λεπτά που έμπαινα στο στούντιο. Όταν έβγαλα όλα τα χρέη μου απ’ τη διαφήμιση, με θυμάμαι να φεύγω απ’ το στούντιο και να λέω: «Ρε παιδί μου, τι τυχερός που είσαι!». Δεν το έλεγα ψωνισμένος, χαιρόμουν που μου έτυχε να έχω μια ωραία φωνή, η οποία έκανε γι’ αυτό. Μπορεί να έκανα μια αποφώνηση, αλλά η φωνή μου να υπήρχε και σε μια επόμενη διαφήμιση του ίδιου προϊόντος. Πληρωνόμουν πάλι κανονικά.

Πώς νομίζεις ότι έκανα το σπίτι στο χωριό, απ’ το θέατρο; Και το διαμέρισμα όπου μένουμε τώρα με τη γυναίκα μου, δικό μου πια, απ’ τη διαφήμιση έγινε! Δεν έχω επιχειρηματικό μυαλό, ακόμα και ως επιχειρηματίας ήμουν χάλια, για να το πω έτσι. Ποτέ δεν ρώταγα σκηνογράφους ή ενδυματολόγους, «όσα θέλετε, τόσα ξοδέψτε» τους έλεγα. Κάποιες φορές μπαίναμε μέσα, κάποιες άλλες βγάζαμε πολλά λεφτά.

Με την Ειρήνη Παπά στην "Ηλέκτρα" του Μιχάλη Κακογιάννη.

Με την Ειρήνη Παπά στην “Ηλέκτρα” του Μιχάλη Κακογιάννη.

• Έπαιξα νωρίς στην τηλεόραση, τότε που υπήρχε μόνο το κρατικό κανάλι, αλλά και μετά, με τα ιδιωτικά κανάλια. Καλά ήταν, απλώς θα μπορούσαν να είναι και καλύτερα τα πράγματα. Γίνονταν δουλειές άρπα-κόλλα, αφού έκαναν προσλήψεις «γρήγορων» σκηνοθετών, μα δεν θα έλεγα ότι μπήκα ποτέ σε τέτοια περίπτωση. Δεν θα πήγαινα κιόλας. Είχα προσεκτικούς σκηνοθέτες, ανάλογα με τα προσόντα που είχαν. Το έκανα όσο πιο σοβαρά μπορούσα και κέρδιζα χρήματα, που τα χρειαζόμουν για το θέατρο.

• Απόλυτα πολιτικοποιημένος δεν θα έλεγα ότι υπήρξα ποτέ, ούτε αριστερός. Μία φορά μόνο ψήφισα αριστερά, όχι ΚΚΕ, αλλά αυτούς τότε που διαφωνούσαν με το ΚΚΕ. Ο φίλος μου ο Διαγόρας Χρονόπουλος, που ακολουθούσε την αριστερά, με είχε καλέσει κάποτε στο Σύνταγμα σε συγκέντρωση να εκφωνήσω συνθήματα. Ποτέ δεν ξαναψήφισα αριστερά και ούτε νομίζω πως θα ξαναψηφίσω.

Η αριστερά που έχουμε τώρα δεν μου αρέσει. Δεν ξέρω, νιώθω ότι μας κοροϊδεύουν, ότι κάτι δεν πάει καλά. Το ΠΑΣΟΚ έκανε καλά πράγματα, αλλά κάποια στιγμή κάνανε και μαλακίες. Με ενοχλεί ότι εξαιτίας του Τσοχατζόπουλου βγήκαν όλοι οι πασόκοι απατεώνες. Πιστεύω ότι σε κάθε κόμμα δημοκρατικό υπάρχουν οι καλοί, υπάρχουν και τα «μούτρα»! Σε όλα τα κόμματα! Δεν ξέρω τι θα ψηφίσω και αν θα πάω να ψηφίσω, αλλά πιστεύω πως όποιος και να ‘ρθει, τα πράγματα θα ‘ναι δύσκολα για πολλά χρόνια ακόμα.

• Παιδιά δικά μου δεν απέκτησα. Κάποτε ήθελα, όταν ήμουν με την Ξένια. Το προσπαθήσαμε. Όταν παντρεύτηκα με τη Μαρίνα, το συζητήσαμε. Της είπα: «Εγώ είμαι 66 ετών, είμαι μεγάλος, μεθαύριο μπορεί να πεθάνω». Σκεφτόμουν έναν ξάδερφο που είχα και που τον έκανε σε μεγάλη ηλικία ο πατέρας του. Πήγαινε στο σχολείο να τον πάρει κι αυτός ντρεπόταν που είχε τόσο μεγάλο πατέρα.

Δεν περιμένω τίποτα απ’ τη ζωή. Και τι να μου φέρει τώρα; Μου έφερε πολλά όμορφα πράγματα και τώρα είμαι με μια γυναίκα που μ’ αγαπάει, με φροντίζει, όπως κι εγώ τη φροντίζω.

Περιμένω όμως κάτι! Τι είναι αυτό; Ο θάνατος! Ξέρουμε πως για τα πάντα υπάρχει ένα τέλος, αλλά δεν ξέρω σε τι κατάσταση θα είμαι όταν φτάσει εκείνη η στιγμή. Σκέφτομαι καμιά φορά τον αδερφό μου, δύο χρόνια μικρότερος μου ήταν, που πέθανε στα 51 του. Λέω: «Δηλαδή αυτός μαλάκας ήταν που πέθανε νέος κι εγώ είμαι ο ξύπνιος που ζω τόσα χρόνια μετά;». Την αρρώστια δεν θέλω! Όχι να πεθάνω στον ύπνο μου, όπως ο πατέρας μου, αλλά να μη βασανιστώ. Ίσως τα λέω όλα ήρεμα τώρα, να τα αντιμετωπίζω στωικά, αλλά όταν φτάσει η ώρα μου να είμαι χάλια και να τρομάξω. Δεν μπορείς να αποφύγεις τη φυσική ροή της ζωής και των πραγμάτων.

Πιστεύω ότι σε κάθε κόμμα δημοκρατικό υπάρχουν οι καλοί, υπάρχουν και τα «μούτρα»! Σε όλα τα κόμματα! Δεν ξέρω τι θα ψηφίσω και αν θα πάω να ψηφίσω, αλλά πιστεύω πως όποιος και να 'ρθει, τα πράγματα θα 'ναι δύσκολα για πολλά χρόνια ακόμα. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Πιστεύω ότι σε κάθε κόμμα δημοκρατικό υπάρχουν οι καλοί, υπάρχουν και τα «μούτρα»! Σε όλα τα κόμματα! Δεν ξέρω τι θα ψηφίσω και αν θα πάω να ψηφίσω, αλλά πιστεύω πως όποιος και να ‘ρθει, τα πράγματα θα ‘ναι δύσκολα για πολλά χρόνια ακόμα. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

* Ο Γιάννης Φέρτης πρωταγωνιστεί μαζί με τον Δημήτρη Πιατά και τον Ιεροκλή Μιχαηλίδη στο έργο Ήρωες του Gerald Sibleyras σε μετάφραση Μαριάννας Τόλη και σκηνοθεσία Nikita Milivojevic στο Νέο Θέατρο Κατερίνας Βασιλάκου (Προφήτου Δανιήλ 3 & Πλαταιών, Γκάζι). Έναρξη παραστάσεων: 9 Δεκεμβρίου.

ΑΓΟΡΑ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO

Πηγή: www.lifo.gr

(90)