Του + Σπ. Μήλια
Γιαννάκος Δαγρές, ένα όνομα που με περίσσια περηφάνεια οι Αργολιδείς αναφέρουν και που τους κάνει να νοιώθουν περήφανοι. Γιαννάκος Δαγρές συνέχεια της αρχαίας ιστορίας του Άργους, Δαναός, Φορωνέας, Διομήδης, Τελέσιλα, Γιαννάκος Δαγρές. Και άλλους ανώνυμους έδωσε το Άργος καθώς και την παλικαρίσια ενέργεια που έκαναν οι ανώνυμες Αργείτισες κατά την επιδρομή του Δράμαλη στο Μοριά. Φτάνοντας στο Άργος έριξαν τα χαλκωματένια τεντζερέδια τους στα πηγάδια και δηλητηρίασαν το νερό δημιουργώντας στον Δράμαλη τεράστιο πρόβλημα στο ξεδίψασμα των ασκεριών του, δημιουργώντας του παθολογικές καταστάσεις (εντερικά, εντεροκολίτιδα) και άλλων μορφών δηλητηριάσεις, συντομεύοντας τον χρόνο της καταστροφής του.

Αλλά ο Γιαννάκος Δαγρές ανεδείχθη άξιος πολέμαρχος με την παλληκαριά του και την ευστροφία του πνεύματός του. Απέκτησε έτσι την απόλυτο εμπιστοσύνη του Κολοκοτρώνη. Πολλά τα κατορθώματά του τα ηρωικά. Δική του ήταν η ιδέα να ξηλώσει τον τρούλο του Αγίου Κωνσταντίνου (στο νότιο Τμήμα του Άργους) που οι Τούρκοι είχαν μετατρέψει σε τζαμί και που ήταν σκεπασμένος με χιλιάδες οκάδες μολύβι για να εξασφαλίσουν βόλια. Το μολύβι από τον τρούλο της εκκλησιάς έπαιξε τον μεγαλύτερο ρόλο στα Δερβενάκια, εξασφαλίζοντας τη νίκη των Ελλήνων και επιφέροντας τη νίλα στο Δράμαλη. Και ο γέρος του Μοριά αγκαλιάζοντάς τον του είπε “Ωρέ Νταγρέ καλό ήτανε να σ’ έχω κοντά μου, αλλά πιο καλό είναι να είμαι σ’ άλλο μέρος εγώ και σ’ άλλο μέρος να κάνεις κουμάντο εσύ. Δύο κουμάντα σ’ ένα μέρος είναι άσχημο”.

Ο Σπύρος Μελάς αναφέρει τον Δαγρέ στην μάχη της Γράνας στην Ντροπολιτσά και που στη μάχη αυτή σκοτώθηκε ο αδελφός του Θανάσης. Στη μάχη της Ντροπολιτσάς πολλές είναι οι παλληκαριές του Γιαννάκου Δαγρέ και αξιομνημόνευτες, αλλά έχουμε και ορισμένα περιστατικά της ζωής του που έμειναν από την παράδοση. Ας αναφέρουμε μερικά.

Η οικογένεια Δάγρέ μετοίκισε μαζί με άλλες οικογένειες από το Μαλεβό που έμεναν μέχρις τότες σαν Στανίτες. Περί το 1650 ήρθαν στο ορεινό και ωραίο χωριό,την Καρυά, του τότε Δήμου Λυρκείας που βρίσκεται στις ανατολικές πλευρές του Αρτεμησίου. Άγονο χωριό αλλά με καλούς και οξύνοους κατοίκους. Ο προπάππος του έφτιαξε το κονάκι του, εδημιούργησε οικογένεια και απόκτησε παιδιά και εγγόνια, ένα από τα οποία αργότερα ήταν ο πατέρας του Γιαννάκου και του Θανάση, ο Γεωργάκης Δαγρές. Ο Γιαννάκος εγεννήθηκε το 1780 και πέθανε το 1854. Άρα κατά την επανάσταση του ‘21 ήταν 40 χρονών περίπου.

Τελευταίες πληροφορίες έχουμε από έναν Γάλλο αξιωματικό που κατέγραψε τις μεγάλες οικογένειες του Δήμου Λυρκείας εις τον οποίο ανήκε και η Καρυά. Ο αγάς του Μπουγιατίου που διαφέντευε όλη την Ανατολική Αργολίδα τον είχε διορίσει συλλέκτη των φόρων του, αξίωμα που κράτησε μέχρις τους τελευταίους προεπαναστατικούς μήνες. Γιατί μετά ασχολήθηκε με την ανεύρεση εθελοντών και σχημάτισε δικό του πολεμικό σώμα, το οποίο ετάχθη στα σώματα του Κολοκοτρώνη ο οποίος του ανέθεσε και την αρχηγία. Οι Τούρκοι τότε τον επικήρυξαν.

Πριν λοιπόν από την κήρυξη της επαναστάσεως και τη πολιορκία της Ντροπολιτσάς, ο Δαγρές μόνος του ακολουθούμενος από τον τεράστιο, άγριο και πιστό του σκύλο επήγαινε από την Καρυά στα Τσιπιανά για να συναντηθεί με τον Κολοκοτρώνη. Στον δρόμο όμως μπαϊλντισμένος από την κούραση έκατσε να ξεκουραστεί, να πάρει ανάσα και αποκοιμήθηκε. Αλλά κοιμήθηκε και ο σκύλος. Περνούσαν τυχαία 5-6 Τούρκοι, είδαν τον Δαγρέ, τον αναγνώρισαν, έπεσαν πάνω του, τον έπιασαν και τον έδεσαν. Τότε ξύπνησε και ο σκύλος. Ο Δαγρές τον χούγιαξε και ο σκύλος βάζοντας την ουρά στα σκέλη εξαφανίστηκε, λες και κατάλαβε το μεγάλο λάθος του. Στο δρόμο ο Δαγρές κατόρθωσε να λυθεί, σκότωσε τους Τούρκους και έψαχνε για τον σκύλο του, αλλά αυτός είχε χαθεί για πάντα. Από τότε λέμε για κάποιον ότι χάθηκε σαν το σκυλί του Νταγρέ.

Στη μάχη της Γράνας ο Δαγρές έπιασε τον Σωτηράκη Κουγιά, ρουφιάνο προσκυνημένο στους Τούρκους, τον πήγε στον Κολοκοτρώνη, του έκοψε τα αυτιά και τον υποχρέωσε να τα φάει. Κατά την άλωση της Ντροπολιτσάς ο Δαγρές μπαίνοντας σ’ ένα τούρκικο σπίτι, εσκότωσε όλους τους Τούρκους που ήταν μέσα. Σε μια γωνιά δυο τουρκάκια, ένα αγόρι και ένα κορίτσι, γονατιστό παρακαλούσαν τον Δαγρέ να μην τα σφάξει, ήταν και τα δύο πολύ όμορφα. Το θηρίο ξαφνικά ημέρεψε. Πήρε τα δύο παιδιά υπό την προστασία του και μετά τη μεγάλη μάχη παίρνοντας τα δύο τουρκάκια, πήγε στην Καρυά να ξεκουραστεί. Τα τουρκάκια πεσκέσι στην Δαγρέαινα. Η κυρά του όμως θαμπωμένη από την ομορφιά της Τουρκοπούλας της μπήκε το σκουλήκι της γκρίνιας. Από κοντά του πρόβαλε και το επιχείρημα της πανούκλας και της χολέρας που είχε παρουσιαστεί στην κυριευμένη Ντροπολιτσά. Και μάλλον είχε δίκιο. Γκρίνια πρωί, μεσημέρι, βράδυ, και ο Γιαννάκος Δαγρές φουσκωμένος φώναξε: “Μάρτυς μου ο Θεός οτι δεν θελω να το κάνω”. Και έσφαξε τα δυο τουρκάκια!

Αυτά και πολλά άλλα για τον οπλαρχηγό Γιαννάκο Δαγρέ (Νταγρέ) ) για τον οποίο οι Αργολιδείς νοιώθουμε υπερήφανοι. Στο σελάχι του Γιαννάκου Δαγρέ βρέθηκε το χαρτί με την τζίφρα του Κολοκοτρώνη σαν εύσημος μνεία και τα δακτυλικά αποτυπώματα του Δαγρέ καθώς το πήρε. Η προτομή του βρίσκεται στην πλατεία της Καρυάς.

Υ.Γ. Τα περιστατικά αυτά έχουν μείνει από την παράδοση που τόσα μας έχει προσφέρει και πολλά μας έχει μάθει. Η παράδοση, πηγή μαθήσεως μάννα της ιστορίας, που πολλοί δεν την αποδέχονται ενώ της χρωστάνε σχεδόν τα πάντα. Οι μη αποδέκτες της Παράδοσης είναι για εμένα τουλάχιστον προδότες της ιστορίας τους.

Υ.Γ. της Ο.Α.:
Κατά τον Τάσο Τσακόπουλο, η περίπτωση Γιαννάκη Δαγρέ και Σωτηράκη Κουγιά έχει ως εξής:
Ο καπετάν Γιαννάκης Δαγρές την ίδια ημέραν ή την άλλην ημέραν της αλώσεως της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821) έτρεξεν εις το σπίτι του καταπτύστου και προδότου Κουγιά, τον οποίον ευρήκε κρυμμένον εις το υπόγειον. Αποθηριωθείς ο Δαγρές ήρπασεν αυτόν από τα μαλλιά λέγων:
– Βρε, εσύ δεν είσαι που φόρεσες το μπινίσι και έτρεξες στο κονάκι του Νακίπ Εφέντη (τελευταίου Τούρκου στρατιωτικού Διοικητού της Τριπολιτσάς) να προδώσης την Φ. Εταιρίαν, μόλις σου χάραξαν κουβέντα;
Προσεπάθησε περιδεής και τρέμων ο απαίσιος κάτι να πη, αλλ’ ο άκαμπτος Δαγρές έσυρε το γιαταγάνι και του έκοψε το αυτί λέγων:
– Φάτο! Φάτο! σου λέω αν θέλης να μη σου πάρω το κεφάλι σου!
Και με το γιαναγάνι άνωθεν της κεφαλής τον υπεχρέωσε να μασήση το ματωμένο αυτί! Μετά του έκοψε τα μάγουλα και εν συνεχεία τας χείρας και τας πόδας. Θέαμα φρικιαστικώτατον, απάνθρωπον και αποτρόπαιον! Αλλ’ αναγκαίον. Διηγούνται εις την Καρυάν, ότι την στιγμήν εκείνην διήρχετο της οικίας ο αρχηγός της Επαναστάσεως Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, όστις ακούσας τους θρήνους και τους οδυρμούς των οικείων, οίτινες συνεκίνουν και αυτούς τους λίθους, εισήλθεν εντός αυτής, ον ιδών ο καπετάν Δαγρές του λέγει:
– Αυτόν γυρεύεις, αρχηγέ, να φυλάης; αυτός ήτο Τούρκος, ένα σουνούτεμα (δηλ. η περιτομή) τον εχώριζεν από τους Τούρκους. Αλλ’ ο Γέρος ιδών ακόμη ασπαίροντα τον δυστυχή Κουγιά, διέταξεν ένα των σωματοφυλάκων του και με μια πιστολιά τον αποτελείωσεν.
Ο δε ιστορικός Φωτάκος, ως εξής δικαιολογεί τα του θανάτου του Κουγιά:
“Τον Σωτήρον Κουγιάν, προεστώτα της Τριπολιτσάς, εθανάτωσεν ο επίσημος οπλαρχηγός Γιαννάκης Δαγρές. Είναι αληθές, ότι ο τρόπος του θανάτου του ήτο απάνθρωπος, αλλά δικαίως έπαθεν. Οι Έλληνες εγνώριζον τα προηγούμενα του Κουγιά και αυτή ακόμη η κατωτέρα τάξις αυτών. Οι προδόται δεν πρέπει να μείνουν ατιμώρητοι, διότι τιμωρία και ο θάνατος είναι η αμοιβή των. Οι επαναστάται φονεύσαντες τον Κουγιάν, έπραξαν το καθήκον των”.

(123)