Mία από τις πρώτες ενέργειες του Ι. Καποδίστρια ως Κυβερνήτη, ήταν να αποκαταστήσει και να περιθάλψει τους πρόσφυγες και τους τραυματίες από την επανάσταση και κυρίως να μαζέψει τα ορφανά του αγώνα. Οι αδιάκοπες πολεμικές συγκρούσεις και οι αλλεπάλληλες εισβολές τουρκικών, αλβανικών και αιγυπτιακών στρατευμάτων, είχαν φέρει την καταστροφή και εγκατάλειψη των περιουσιών, την ερήμωση και τον ξεσπιτωμό των γυναικόπαιδων. Οι άστεγοι αυτοί πρόσφυγες περιπλανιούνταν σκελετωμένοι και εξαθλιωμένοι μέσα σε γενικό κλίμα φρίκης και απόγνωσης.
Όπως ο ίδιος ο Καποδίστριας γράφει σε μια επιστολή του «ο μεν ουρανός πάγκαλος αληθώς, η δε γη όμως στενάζει άγονος, αχθοφόρος σμήνους προσφύγων και επαιτών». Σε πολύ τραγικότερη μοίρα βρέθηκαν τα παιδιά των αγωνιστών. Τριγύριζαν εξαντλημένα και ρακένδυτα από χωρίο σε χωρίο, ζητιανεύοντας και ζητώντας κάποια δουλειά. Μερικά, ίσως τα πιο τυχερά, γίνονταν δούλοι ή ψυχογιοί.

Το ενδιαφέρον του Καποδίστρια για τα πλάσματα αυτά ήταν άμεσο. Τους πρόσφερε θαλπωρή και τροφή, στεγάζοντάς τα προσωρινά σε μοναστήρι του Πόρου και μετέπειτα στο Ορφανοτροφείο της Αίγινας που άρχισε να χτίζεται με εντολή του, και «χάρις εις την ευεργετικήν διάθεσιν των γενναίων φιλελλήνων», όπως γράφει σε άλλη επιστολή του.

Εκτός από τα Ελληνόπουλα, θύματα του πόλεμου θα πρέπει να υπήρξαν αναμφίβολα και από τη μεριά του τουρκικού άμαχου πληθυσμού. Η επιστολή που ακολουθεί και απευθύνεται από δύο ορφανά τουρκάκια προς τον Καποδίστρια, δίνει μια εικόνα των συνθηκών που έζησαν τα γυναικόπαιδα της άλλης πλευράς. Τα αδέλφια αυτά βρέθηκαν από την Κόρινθο στην Αίγινα και ζητούν προστασία από τον Καποδίστρια.

Το πρωτότυπο έγγραφο βρίσκεται στη βιβλιοθήκη Μηλεών Πηλίου (Φάκ. ΚΒ αριθ. 4) από όπου έλαβα φωτοτυπία.

Το κείμενο της επιστολής έχει δημοσιευθεί στο περιοδικό «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΑ » μεταξύ των ετών 1967-68.

Δημοσιεύεται όπως έχει γραφεί εκτός από τον τονισμό του:

“Αφέντη σε προσκυνούμε οι δούλι σου και σκλάβη σου

Αφέντη ο πατέρασμας και η μάνα μας ήταν τούρκη από την Κόρινθον και ήχαν τέσσαρα παιδιά. Και αφού έπεσαι το κάστρο εσκότοσαν τον πατέραν μας οι Έλληνες και εμάς τους δύο και τη μαναμας μας επήρε ένας χριστιανός και εβαπτηστίκαμε τόρα οκτό χρόνους. Και το ένα αδέλφι μας το πήρε ένας τζοπάνης από τον μορέα και το άλλο το επήρε ένας από το άργος και το έδοσε μιας γυναίκας ηδριότησας και έχομε οχτό χρόνους να ιδοθούμε.

Εμάς το μικρό παιδί ο αφέντης μας το έβαλε εις το σχολίον το ελινικόν. Έως εις τα τώρα εγώ και ημάνα μου του έκανα χουσμέτη (δουλειά) και ετρόγαμαι ψομή. Τώρα ο αφεντισμας ευτόχηναι. Του έκαψαι το σπήτη και τον έγδησεν ο κυρ Παναγιώτης νοταράς και δεν έχει να μας δώση ψομή και μας είπε να φίγωμεν. Αμά πού να πάμε;

Εμής δεν δυνόμεθα να δουλέψομεν να βγάλομαι ψωμή και ήρθαμεν να σου ηπούμεν να μας βάλης και εμάς εις το δασκαλοιό (εννοεί το Ορφανοτροφείο) οπού εφθίασε ο βασιλέασμας και να μας δώσης και ψωμή να φάμε όπος δίνης και των αλουνόν παιδιόν οπού είναι αρφανά και θα ήμασθε σκλάβη σου όλον τον κερόν και να κόβη ο Θεός από τας ημέρας μας να σου δίνη χρόνους.

Και να ζήση ο βασιλιάσμας ο κυβερνήτης να μας δίνη ψωμή να τρομαι.

Αφέντη να γράψης του ζαπήτη στην Ίδρα να πάρη και το άλο αδέλφι μας να σου το στήλη οπού είναι σκλάβος καί έχομεν να τον ιδούμαι οκτό χρόνους και το έχει μια γυναίκα μαμοί και την λένε κουτζό κατερίνη. Και να το βάλης και εκείνο εις το δάσκαλο και είναι μικρότερο από εμένα. Αφέντη εμής δεν ηξεύρομεν να σου γράψομεν καλά καθός πρέπει. Εμείς δεν έχομεν πού να πάμεν παρά πρότα προσκυνούμε τον Θεό και δεύτερα την ευγενία σου οπού θα μας δόσης ψωμή να φάμε. Ακόμη αφέντη σου λέμε και τούτο.

Ο πατέρας μας έδοσε πολά γρόσια εις το γένος και πράμα πολύ. Άφησε και ένα ζεβαλατειό και σταφήδα και τα τρόνε ο κόσμος πότε ένας τα δουλέβη πότε ο άλος και κοντεύουνε να ξεραθούναι.

Και αν είναι ορισμό σου άπαρτα από εκείνους έναν τα ένωσης εμάς οπού έναν τα δουλεύει ο αδελφός μας οπού να ζήση και εκείνος και η μάνα μας οπού είναι γριά και δεν μπορεί να δουλεύσει. Και θα παρακαλούμενα τον Θεό να σου χαρίζει ζωών πόλων οπού θα μας κάμεις και εμάς έλληνες.

Και σε προσκηνούμεν
οι δούλι σου και σκλάβη σου
γιανάκις σου του μπεηλη χαλόι
κορθηνού

Κωνσταντίνος του χαλίλη

1829 μαρτίου 11 Αίγενα

 

 

Ι.Κ.Μ. (από την “Ενημέρωση”)

 

 

(118)