Mόνη, δεσποινίς; ρώτησε με απορία η ταξιθέτρια.

– Μόνη! απάντησε με θάρρος η νέα.

Μόνη! Και ενώ αναζητούσε την κατάλληλη θέση, ο ψίθυρος φούντωσε και κατέκλυσε την αίθουσα του κινηματογράφου. Αρνάκι του γάλακτος μέσα στη ζούγκλα δεν θα έκαμνε τόση αίσθηση στους βρυχόμενους τροφίμους της. Γυναίκα μόνη στη νυκτερινή προβολή!

Οι νυσταγμένοι ξύπνησαν, οι αναγνώστες δίπλωσαν τις εφημερίδες, οι κύριοι που συνόδευαν κυρίες καταράστηκαν τη συντροφιά στην οποία θυσίαζαν την πιθανότητα της περιπέτειας, οι κυρίες που συνοδεύονταν από κυρίους περιέβαλαν με περιέργεια και κεραύνωσαν με περιφρόνηση εκείνη που έκαμνε μόνη τη νυκτερινή εμφάνιση. Όσοι είχαν γύρω τους κενά καθίσματα σήκωσαν βιαστικά γκαπαρτίνες, γάντια, καπέλα, για να της ετοιμάσουν το έδαφος, και μόνο που δεν άρχισαν να φωνάζουν:

«Περάστε κι απ’ εδώ…»

του ΠΑΥΛΟΥ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ (Αφιέρωμα στα 30 χρόνια από την αποδημία του...)
του ΠΑΥΛΟΥ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ
(Αφιέρωμα στα 30 χρόνια από την αποδημία του…)

Πώς κατόρθωσε να διατηρήσει την ψυχραιμία της η νέα που συγκέντρωσε τόσα βλέμματα και τόσες προκλήσεις; Ξένη προς τη θύελλα που ανασήκωσε με το πέρασμά της, πήρε αδιάφορη μια θέση, κοιτάχθηκε στο καθρεφτάκι της, και αφού έφερε προστατευτικά την παλάμη προς το κύμα των ατίθασων μαλλιών, που ξεχύνονταν γύρω στο μικρό καπελάκι, κάθισε αμέριμνη, με την άνεση της γυναίκας που αισθάνεται απόλυτη ικανοποίηση από τον εαυτό της.

Να την πούμε κομψή; να την πούμε ωραία; Συνέπεσαν και αυτά. Προ παντός όμως ήταν μόνη. Οι θεατές προσέφυγαν, για την εξήγηση του μυστηρίου, στην πείρα τους. Μόνη! Θα περίμενε τον άνθρωπο της, σκέφθηκαν οι απαισιόδοξοι. Ψώνιο! απεφάνθη αδίστακτα ο ρεαλιστής, αδυσώπητος δήμιος της γυναικείας αρετής. Ο διπλανός μου, κλίνοντας προς τη μέση λύση, διέκρινε την ανήσυχη γυναίκα που αναζητεί τη νυκτερινή περιπέτεια. Οι γλωσσομαθείς παρηγορήθηκαν στην ιδέα ότι πρόκειται περί ξένης. Οι πρεσβύτεροι κούνησαν τα κεφάλια: «Χρόνια που φθάσαμε!»

Εν τω μεταξύ τα πέριξ -τα πέριξ της κυρίας- είχαν καταληφθεί από τους θαυμαστές. Η μισή αίθουσα ήταν άδεια, εν τούτοις γύρω στην άγνωστη ούτε θεσούλα έμεινε ελεύθερη. Ο αισιόδοξος λαός πολιόρκησε το θήραμα. Μειδιάματα, βλοσυρότητες, αδιαφορίες, αγγλοσαξωνική αφέλεια, ύφος μοιραίου, μπλαζεδισμός χορτάτου, όλες οι ποικιλίες των εκφράσεων με τις οποίες οπλίζεται ο Έλλην, όταν είναι αποφασισμένος να γοητεύσει, χρησιμοποιήθηκαν εκείνο το βράδυ για την αιχμαλωσία της μόνης. Χρησιμοποιήθηκαν χωρίς αποτέλεσμα. Ήταν τόσο απορροφημένη στην ανάγνωση του προγράμματος… Δε σήκωσε τα μάτια ούτε προς τον άμεσο γείτονα της, που είχεν εμπιστευθεί την κατάκτηση στον αγκώνα του. Απέσυρε ατάραχη το δικό της χέρι κι έτσι ο αγκώνας του γείτονα έμεινε χωρίς αντίκρυσμα.

Χρειάζεται και συνέχεια; Κρίμα, που δεν παρουσιάζει ενδιαφέρον. Η προβολή της ταινίας άρχισε, όπως πάντα, λίγο πριν από τα μεσάνυχτα: Το διάλειμμα των δέκα λεπτών βρήκε την κυρία στο καπνιστήριο, και όταν σήμανε η ώρα της αναχωρήσεως οι μνηστήρες σχημάτισαν πίσω της μακρά ουρά που άρχισε να διαλύεται μαζί με τις ελπίδες τους, όταν η νέα πήρε ένα ταξί και τράβηξε τον δρόμο της.

Τι ιδέα θα σχηματίσετε για τη νέα είναι δική σας δουλειά. Θέλετε θαυμάστε την αντοχή της, θέλετε κατακρίνετε την τόλμη της. Εδώ όμως προέχουν οι διαδηλωτές. Φαινόμενο κι αυτοί μορφής καθαρώς ελληνικής. Τα τάγματα των πειναλέων. Αυτοί που θάρθουν αύριο να σας μιλήσουν περί κορεσμού. Οι άνθρωποι που με τα μάτια θολά από την πείνα φλυαρούν για την ποικιλία των πιάτων, τα οποία βλέπουν στρωμένα στο ερωτικό τους τραπέζι. Μεγάλοι οραματιστές, κατακτητές σκιών, εραστές φαντασμάτων, ασκητές που γεύονται τη χριστιανική φασουλάδα -όχι πάντοτε κι αυτή- και τρέφουν τη φαντασία με σάρκες πτερωτών, Έλληνες πεινώντες και διψώντες μια μπούκλα μαλλιών, μια ρόζ καλτσοδέτα, κάποια υπόνοια αρώματος, μια θωπεία χωρίς διατίμηση, μόνιμοι πελάτες της πανδήμου Αφροδίτης, θλιβεροί καταναλωτές του αγοραίου έρωτος, θηρία έγιναν μόλις βρέθηκαν αντιμέτωποι της νυκτερινής γυναίκας. Δεν της σεβάσθηκαν ούτε όσιο, ούτε ιερό, και ενώ εκείνη ήταν βυθισμένη στην ανάγνωση του προγράμματος, της έσχισαν τα ρούχα για να την αφήσουν θεόγυμνη μέσα στην πλατεία.

Να καταδικάσουμε τους δράστες είναι απλό. Η δυσκολία είναι να συλλάβουμε το ελληνικό δράμα σε όλη του την έκταση και να συμπονέσουμε τους ήρωες του.

 

Υ.Γ.:

  1. Ο Παύλος Παλαιολόγος είναι ο γνωστός δημοσιογράφος, χρονογράφος…
  2. Παρεμβήκαμε, ελαφρώς, στη γλώσσα… για πληρέστερη, σημερινή κατανόηση…

 

 

(91)